Όταν είμαι στην Αρκαδία, δε θέλω να φάω πειραγμένα ή δημιουργικά πιάτα, και δε μου περνάει από το μυαλό να δοκιμάσω ξένη κουζίνα. Δε θέλω, ας πούμε ελάφι, με σοκολάτα, μακαρονάδα με άρωμα τρούφας, sushi ή burger. Ακόμη και σε περιόδους νηστείας δε θα φάω θαλασσινά. Κατεψυγμένα είναι, αφήστε που, δεν ξέρουν να τα φτιάχνουν. Εξαίρεση αποτελεί ο παστός μπακαλιάρος που τον τηγανίζουν, ή μαγειρεύουν, από καλά έως άριστα.
Όταν είμαι στην Αρκαδία, δε θέλω να φάω σε μεταμοντέρνο, industrial ή, δήθεν, περιβάλλον. Δε θέλω σκαλιστές καρέκλες Louis Quatorze, Quinze, Seize, λευκά τραπεζομάντηλα μέχρι κάτω, ασημένιες αλατιέρες και περίτεχνα μαχαιροπήρουνα.
Θέλω να φάω σε ένα απλό, καθαρό περιβάλλον, το οποίο αφήνει τη φύση να πρωταγωνιστεί. Θέλω δροσιά το καλοκαίρι και ζεστασιά τον χειμώνα. Πάνω από όλα όμως, θέλω να φάω φρέσκα, “χωριάτικα”, παραδοσιακά πιάτα με άριστα πρώτα, ντόπια υλικά και χέρι μαμάς στην κουζίνα.
Τα ανωτέρω μου τα προσφέρει, απλόχερα, το Χάνι κι αυτός είναι ο λόγος που αποτελεί τη σταθερή επιλογή μου, κάθε φορά που είμαι “κάτω”, κάνοντας με να νοσταλγώ το φαγητό του, όταν είμαι στην Αθήνα.
Η ταβέρνα βρίσκεται στη διαδρομή από Λεβίδι προς Κανδύλα, λίγο μετά τον Αρχαίο Ορχομενό, στην άκρη του κάμπου της Κανδύλας. Θα δούμε την επιγραφή στο δεξί μας χέρι και θα κάνουμε αναστροφή για να μπούμε στον ανοιχτό χώρο που το περιβάλλει χωρίς κανένα πρόβλημα παρκαρίσματος. Θα δούμε ένα όμορφο, γαλήνιο περιβάλλον, το ποταμάκι, το μποστάνι τους και λουλούδια, πολλά λουλούδια. Πριν από έναν μήνα, περίπου, θαύμασα κάτι χειμωνιάτικους βασιλικούς, τα κλαδιά των οποίων ήταν τυλιγμένα με πλέγμα, για να καταλάβετε το μέγεθός τους. Τον χειμώνα καθόμαστε μέσα, στη θαλπωρή του τζακιού, στο πετρόχτιστο κτήριο το οποίο ήταν, όντως, χάνι, στο οποίο ξεπέζευαν οι ταξιδιώτες μιας άλλης εποχής. Απλή διακόσμηση με χρηστικά αντικείμενα. Και γκλίτσες θα δείτε και παγούρια κι υφαντά, από αργαλειό, στους τοίχους.
Μεγάλα τραπέζια και καρέκλες σε ικανή απόσταση, την οποία προστάζουν οι κανόνες της εποχής. Προς τιμή των παιδιών που το τρέχουν δε θα αισθανθείτε στριμωγμένοι ούτε θα σας βάλουν σε μικρότερο τραπέζι από αυτό στο οποίο θα φάτε, κάτι παραπάνω κι από, άνετα.
Κατάλογος θα έρθει φυσικά, θα σας απαγγελθεί, όμως, και και προφορικά την ώρα της παραγγελίας.
Θα ξεκινήσουμε με το, πραγματικά, υπέροχο δικό τους σπιτικό ψωμί. Ζυμωτό, σφιχτό, υπόξινο, απόλυτα φρέσκο. Θα ανανεωθεί όσες φορές το ζητήσετε. Το μόνο μειονέκτημα είναι ότι, ακόμη κι αν θελήσετε να αγοράσετε ένα καρβέλι, δε θα σας κάνουν τη χάρη. Άρα… έχετε μαζί σας αλουμινόχαρτο, ή σακούλα τροφίμων για να εξασφαλίσετε καμιά φέτα.
Σαλάτα αναλόγως της εποχής. Καλοκαίρι οπωσδήποτε χωριάτικη με ντομάτες δικές τους. Η Κανδύλα φημίζεται για τις ντομάτες της, μόνο που λόγω κλίματος βγαίνουν αργά στην αγορά. Αν τις συναντήσετε ποτέ, χτυπήστε τες αλύπητα και θα με θυμηθείτε. Μεγάλο κομμάτι ντόπιας, παλαιάς γεύσης, φέτας.
Χόρτα βραστά ή γιαχνιστά τα λεγόμενα και “περιβολίσια”. Τα δεύτερα είναι, ολόγλυκα, μαγειρεμένα με ντοματούλα, κρεμμυδάκι και φέτα.
Αν η μαμά έχει ετοιμάσει πίτα, δε θα την παραλείψετε επ’ ουδενί. Χοντρό, κριτσανιστό φύλλο πάνω κάτω. Είπαμε ότι η Αρκαδία δεν έχει παράδοση στις πίτες, άρα ξεχάστε τις θεσσαλιώτικες με τα 18 φύλλα που έφτιαχνε η αγαπημένη μου μητέρα, όσο ζούσε. Η γέμιση όμως, θα σας αποζημιώσει, αφού χρησιμοποιούνται χόρτα μαζεμένα από τον κάμπο και τα περίφημα μυρώνια που δίνουν πραγματικά ξεχωριστή γεύση και άρωμα.
Παντζάρια φρεσκοβρασμένα, άλικα, τα οποία συνοδεύονται από σκορδαλιά, μπαρούτι, με ψωμί. Επιτέλους μια σωστή σκορδαλιά.
Στην εποχή τους βολβούς ή βορβιά, όπως τα λένε οι ντόπιοι. Ελαφρά πικρά θέλουν αρκετό ξίδι και λαδάκι. Φημολογείται ότι καθαρίζουν το αίμα.
Λουκάνικο δικό τους. Με πορτοκάλι φυσικά. Απόλυτα κρεατένιο και με τη λιγότερη παρουσία λίπους.
Τυροκαυτερή που δεν καίει και τόσο πολύ.
Οπωσδήποτε μελιτζάνες καπακωτές. Με ντομάτα και κρεμμύδι στον φούρνο. Ένα πραγματικό γλύκισμα. Πραγματικά δεν έχω φάει πουθενά αλλού τέτοια γεύση. Πώς τα καταφέρνουν?
Συκωταριά λαδορίγανη. Απίστευτος μεζές για όσους τον τρώνε. Εγώ ψαρεύω πάντα τα πνευμόνια, καθότι είμαι γάτα, σε περίπτωση που δεν το έχετε καταλάβει ακόμη. Και κάνω βούτες, κάνω βούτες, κάνω βούτες στο απίστευτο ζουμί, αφού το έχω πνίξει στο λεμόνι.
Γίγαντες. Μελωμένοι, με τα μυριστικά τους όπως, ακριβώς, οφείλουν να είναι. Αυτό είναι το πιάτο που θα διαλέξει η κόρη. Όταν λέω εγώ ότι δεν είναι δικό μου παιδί, δε με πιστεύετε.
Αρνίσια παϊδάκια. Γήινη νοστιμιά, ακόμη κι αν είναι λίγο μεγάλα και ελαφρά σκληρά.
Μπριζόλα χοιρινή. Μεγέθους βροντόσαυρου. Καλοψημένη και τρυφερή.
Κόκορας κοκκινιστός. Διαλέγετε αν θέλετε στήθος ή μπούτι. Θα προτείνω να τον συνοδεύσετε με χυλοπίτες μακριές (λαζάνια) ή κοντές. Δεμένη κι αρωματική σάλτσα, μαλακό το πουλερικό, όχι παραβρασμένο το ζυμαρικό.
Κατσικάκι κοκκινιστό. Εδώ θα προτείνω τις χρυσαφένιες, χεράτες, πατάτες τους ως συνοδευτικό.
Αρνάκι λαδορίγανη με μακαρόνια. Αυτό το πιάτο θα ήθελα να τρώω κάθε μέρα. Τόσο καλοψημένο, το κρέας φεύγει από το κόκκαλο, μαχαίρι δε χρειάζεται, το, τόσο όσο λιπάκι, του δίνει νοστιμιά, τα μακαρόνια δεν είναι βρασμένα σε βαθμό κακουργήματος, η καμένη μυζήθρα από πάνω το ολοκληρώνει με τον καλύτερο τρόπο. Εγώ απλά του βάζω παραπάνω πιπέρι γιατί μ’ αρέσουν τα καυτερά. Σε περίπτωση που δεν το έχετε καταλάβει ακόμη, αυτό είναι το πιάτο που επιλέγω πάντα. Εκτός κι αν …
Είναι των Βαΐων ή του Ευαγγελισμού, οπότε θα φάω τον καταπληκτικό μπακαλιάρο τους. Με τραγανό κουρκούτι, ζουμερή σάρκα, τσιμπάει λίγο στο αλάτι, αλλά είναι ότι πρέπει για να πιείτε το υπέροχο ροζέ κρασί τους από μοσχοφίλερο.
Στο τέλος θα μας κεράσουν χαλβά σιμιγδαλένιο, ή, και φρούτα. Αν έχετε sweet tooth πάρτε κανένα γλυκό μαζί σας, να σας βρίσκεται. Θα ήθελα να δω γιαούρτι με μέλι ή γλυκό του κουταλιού. Θα τους το προτείνω.
Είναι μεσημέρι τώρα που γράφω την κριτική και πεινάω. Έχουμε, όμως, αργία μπροστά μας. Παίρνω την εξαδέλφη Χαρούλα να την ενημερώσω ότι κατεβαίνω. Μου έλειψαν όλοι. Παίρνω και στο Χάνι να κάνω κράτηση, γιατί ποτέ δεν ξέρει κανείς. Την 28η Οκτωβρίου θα τρώω εκεί. Εσείς?
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Όταν είμαι στην Αρκαδία, δε θέλω να φάω πειραγμένα ή δημιουργικά πιάτα, και δε μου περνάει από το μυαλό να δοκιμάσω ξένη κουζίνα. Δε θέλω, ας πούμε ελάφι, με σοκολάτα, μακαρονάδα με άρωμα τρούφας, sushi ή burger. Ακόμη και σε περιόδους νηστείας δε θα φάω θαλασσινά. Κατεψυγμένα είναι, αφήστε που, δεν ξέρουν να τα φτιάχνουν. Εξαίρεση αποτελεί ο παστός μπακαλιάρος που τον τηγανίζουν, ή μαγειρεύουν, από καλά έως άριστα.
Όταν είμαι στην Αρκαδία, δε θέλω να φάω σε μεταμοντέρνο, industrial ή, δήθεν, περιβάλλον. Δε θέλω σκαλιστές καρέκλες Louis Quatorze, Quinze, Seize, λευκά τραπεζομάντηλα μέχρι κάτω, ασημένιες αλατιέρες και περίτεχνα μαχαιροπήρουνα.
Θέλω να φάω σε ένα απλό, καθαρό περιβάλλον, το οποίο αφήνει τη φύση να πρωταγωνιστεί. Θέλω δροσιά το καλοκαίρι και ζεστασιά τον χειμώνα. Πάνω από όλα όμως, θέλω να φάω φρέσκα, “χωριάτικα”, παραδοσιακά πιάτα με άριστα πρώτα, ντόπια υλικά και χέρι μαμάς στην κουζίνα.
Τα ανωτέρω μου τα προσφέρει, απλόχερα, το Χάνι κι αυτός είναι ο λόγος που αποτελεί τη σταθερή επιλογή μου, κάθε φορά που είμαι “κάτω”, κάνοντας με να νοσταλγώ το φαγητό του, όταν είμαι στην Αθήνα.
Η ταβέρνα βρίσκεται στη διαδρομή από Λεβίδι προς Κανδύλα, λίγο μετά τον Αρχαίο Ορχομενό, στην άκρη του κάμπου της Κανδύλας. Θα δούμε την επιγραφή στο δεξί μας χέρι και θα κάνουμε αναστροφή για να μπούμε στον ανοιχτό χώρο που το περιβάλλει χωρίς κανένα πρόβλημα παρκαρίσματος. Θα δούμε ένα όμορφο, γαλήνιο περιβάλλον, το ποταμάκι, το μποστάνι τους και λουλούδια, πολλά λουλούδια. Πριν από έναν μήνα, περίπου, θαύμασα κάτι χειμωνιάτικους βασιλικούς, τα κλαδιά των οποίων ήταν τυλιγμένα με πλέγμα, για να καταλάβετε το μέγεθός τους. Τον χειμώνα καθόμαστε μέσα, στη θαλπωρή του τζακιού, στο πετρόχτιστο κτήριο το οποίο ήταν, όντως, χάνι, στο οποίο ξεπέζευαν οι ταξιδιώτες μιας άλλης εποχής. Απλή διακόσμηση με χρηστικά αντικείμενα. Και γκλίτσες θα δείτε και παγούρια κι υφαντά, από αργαλειό, στους τοίχους.
Μεγάλα τραπέζια και καρέκλες σε ικανή απόσταση, την οποία προστάζουν οι κανόνες της εποχής. Προς τιμή των παιδιών που το τρέχουν δε θα αισθανθείτε στριμωγμένοι ούτε θα σας βάλουν σε μικρότερο τραπέζι από αυτό στο οποίο θα φάτε, κάτι παραπάνω κι από, άνετα.
Κατάλογος θα έρθει φυσικά, θα σας απαγγελθεί, όμως, και και προφορικά την ώρα της παραγγελίας.
Θα ξεκινήσουμε με το, πραγματικά, υπέροχο δικό τους σπιτικό ψωμί. Ζυμωτό, σφιχτό, υπόξινο, απόλυτα φρέσκο. Θα ανανεωθεί όσες φορές το ζητήσετε. Το μόνο μειονέκτημα είναι ότι, ακόμη κι αν θελήσετε να αγοράσετε ένα καρβέλι, δε θα σας κάνουν τη χάρη. Άρα… έχετε μαζί σας αλουμινόχαρτο, ή σακούλα τροφίμων για να εξασφαλίσετε καμιά φέτα.
Σαλάτα αναλόγως της εποχής. Καλοκαίρι οπωσδήποτε χωριάτικη με ντομάτες δικές τους. Η Κανδύλα φημίζεται για τις ντομάτες της, μόνο που λόγω κλίματος βγαίνουν αργά στην αγορά. Αν τις συναντήσετε ποτέ, χτυπήστε τες αλύπητα και θα με θυμηθείτε. Μεγάλο κομμάτι ντόπιας, παλαιάς γεύσης, φέτας.
Χόρτα βραστά ή γιαχνιστά τα λεγόμενα και “περιβολίσια”. Τα δεύτερα είναι, ολόγλυκα, μαγειρεμένα με ντοματούλα, κρεμμυδάκι και φέτα.
Αν η μαμά έχει ετοιμάσει πίτα, δε θα την παραλείψετε επ’ ουδενί. Χοντρό, κριτσανιστό φύλλο πάνω κάτω. Είπαμε ότι η Αρκαδία δεν έχει παράδοση στις πίτες, άρα ξεχάστε τις θεσσαλιώτικες με τα 18 φύλλα που έφτιαχνε η αγαπημένη μου μητέρα, όσο ζούσε. Η γέμιση όμως, θα σας αποζημιώσει, αφού χρησιμοποιούνται χόρτα μαζεμένα από τον κάμπο και τα περίφημα μυρώνια που δίνουν πραγματικά ξεχωριστή γεύση και άρωμα.
Παντζάρια φρεσκοβρασμένα, άλικα, τα οποία συνοδεύονται από σκορδαλιά, μπαρούτι, με ψωμί. Επιτέλους μια σωστή σκορδαλιά.
Στην εποχή τους βολβούς ή βορβιά, όπως τα λένε οι ντόπιοι. Ελαφρά πικρά θέλουν αρκετό ξίδι και λαδάκι. Φημολογείται ότι καθαρίζουν το αίμα.
Λουκάνικο δικό τους. Με πορτοκάλι φυσικά. Απόλυτα κρεατένιο και με τη λιγότερη παρουσία λίπους.
Τυροκαυτερή που δεν καίει και τόσο πολύ.
Οπωσδήποτε μελιτζάνες καπακωτές. Με ντομάτα και κρεμμύδι στον φούρνο. Ένα πραγματικό γλύκισμα. Πραγματικά δεν έχω φάει πουθενά αλλού τέτοια γεύση. Πώς τα καταφέρνουν?
Συκωταριά λαδορίγανη. Απίστευτος μεζές για όσους τον τρώνε. Εγώ ψαρεύω πάντα τα πνευμόνια, καθότι είμαι γάτα, σε περίπτωση που δεν το έχετε καταλάβει ακόμη. Και κάνω βούτες, κάνω βούτες, κάνω βούτες στο απίστευτο ζουμί, αφού το έχω πνίξει στο λεμόνι.
Γίγαντες. Μελωμένοι, με τα μυριστικά τους όπως, ακριβώς, οφείλουν να είναι. Αυτό είναι το πιάτο που θα διαλέξει η κόρη. Όταν λέω εγώ ότι δεν είναι δικό μου παιδί, δε με πιστεύετε.
Αρνίσια παϊδάκια. Γήινη νοστιμιά, ακόμη κι αν είναι λίγο μεγάλα και ελαφρά σκληρά.
Μπριζόλα χοιρινή. Μεγέθους βροντόσαυρου. Καλοψημένη και τρυφερή.
Κόκορας κοκκινιστός. Διαλέγετε αν θέλετε στήθος ή μπούτι. Θα προτείνω να τον συνοδεύσετε με χυλοπίτες μακριές (λαζάνια) ή κοντές. Δεμένη κι αρωματική σάλτσα, μαλακό το πουλερικό, όχι παραβρασμένο το ζυμαρικό.
Κατσικάκι κοκκινιστό. Εδώ θα προτείνω τις χρυσαφένιες, χεράτες, πατάτες τους ως συνοδευτικό.
Αρνάκι λαδορίγανη με μακαρόνια. Αυτό το πιάτο θα ήθελα να τρώω κάθε μέρα. Τόσο καλοψημένο, το κρέας φεύγει από το κόκκαλο, μαχαίρι δε χρειάζεται, το, τόσο όσο λιπάκι, του δίνει νοστιμιά, τα μακαρόνια δεν είναι βρασμένα σε βαθμό κακουργήματος, η καμένη μυζήθρα από πάνω το ολοκληρώνει με τον καλύτερο τρόπο. Εγώ απλά του βάζω παραπάνω πιπέρι γιατί μ’ αρέσουν τα καυτερά. Σε περίπτωση που δεν το έχετε καταλάβει ακόμη, αυτό είναι το πιάτο που επιλέγω πάντα. Εκτός κι αν …
Είναι των Βαΐων ή του Ευαγγελισμού, οπότε θα φάω τον καταπληκτικό μπακαλιάρο τους. Με τραγανό κουρκούτι, ζουμερή σάρκα, τσιμπάει λίγο στο αλάτι, αλλά είναι ότι πρέπει για να πιείτε το υπέροχο ροζέ κρασί τους από μοσχοφίλερο.
Στο τέλος θα μας κεράσουν χαλβά σιμιγδαλένιο, ή, και φρούτα. Αν έχετε sweet tooth πάρτε κανένα γλυκό μαζί σας, να σας βρίσκεται. Θα ήθελα να δω γιαούρτι με μέλι ή γλυκό του κουταλιού. Θα τους το προτείνω.
Είναι μεσημέρι τώρα που γράφω την κριτική και πεινάω. Έχουμε, όμως, αργία μπροστά μας. Παίρνω την εξαδέλφη Χαρούλα να την ενημερώσω ότι κατεβαίνω. Μου έλειψαν όλοι. Παίρνω και στο Χάνι να κάνω κράτηση, γιατί ποτέ δεν ξέρει κανείς. Την 28η Οκτωβρίου θα τρώω εκεί. Εσείς?