Σας δηλώνω ευθύς εξαρχής ότι είναι το πρώτο κεμπάπ που δοκίμασα στη ζωή μου και εξακολουθεί να αποτελεί το πιο αγαπημένο μου ever.
Η μαμά μου με πήγαινε εκεί, μικρή, μετά από ψώνια στην Ερμού και τη Μητροπόλεως.
Ήταν το κλασσικό μέρος για φαγητό μετά από κραιπάλες στα down town μπαράκια που συχνάζαμε .
Όταν, πριν χρόνια, βρισκόμουν δύο φορές την εβδομάδα στο Μοναστηράκι δεν υπήρχε περίπτωση, ακόμη κι αν ήμουν φαγωμένη, να μη σταματήσω, έστω και, για μια μισή μερίδα. Στις περιόδους που νήστευα δε … έκανα βόλτες μπροστά του παίρνοντας, βαθιές, εισπνοές τσίκνας (μη γελάτε σας βλέπω).
Πήγαινα κι εγώ, με τη σειρά μου την ανιψιά και την κόρη μου. Μάλιστα το ζητούσαν οι ίδιες παρόλο που προσπαθούσα να τις δελεάσω με κάτι πιο ψαγμένο.
Για τον χώρο του δε θα πω τίποτα αφού φαντάζομαι ότι όλοι σας τον ξέρετε. Παλιομοδίτικος, τελείως στοιχειώδης, με επεκτατικές τάσεις . Μεταξύ σοβαρού κι αστείου λέγαμε ότι όπου να’ ναι θα βάλει τραπέζια και μέσα στη Μητρόπολη. Η εξυπηρέτηση ήταν απόλυτα εναρμονισμένη με το ύφος του χώρου. Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε, ταχύτατη και παρότι διεκπεραιωτική δεν αντιμετώπισα ποτέ αγένεια, μούτρα ή κακή διάθεση.
Δεν έκανε ποτέ delivery οπότε φανταστείτε την έκπληξη που δοκίμασα όταν το είδα να φιγουράρει σε γνωστή αλυσίδα τροφοδιανομής. Από ότι φαίνεται “ ανάγκα Cov-19 κι ο Θανάσης πείθεται”. Χωρίς δεύτερη σκέψη ανακοίνωσα στην οικογένεια “Σήμερα τρώμε κεμπάπ” και προς μεγάλη μου έκπληξη δεν υπήρξε καμία αντίρρηση. Το “αποφασίζομεν και διατάσσομεν” , ίσως δεν είναι τόσο κακή ιδέα, σε κάποιες περιπτώσεις. Το περιεχόμενο της παραγγελίας απεφασίσθη επίσης σε dt (όπου dt, σε απλά ελληνικά, είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ του φαναριού που ανάβει πράσινο και του κορναρίσματος που ακολουθεί από το πίσω αμάξι).
• Πιπεριές καυτερές (3.00e). Ελέω καλού μου που τις αγαπά. Μυρωδιά κάρβουνου. Λαδάκι και ξιδάκι. Έκαιγαν μεν ήταν ανεκτές δε.
• Ντομάτες ψητές (3.00e). Δικό μου αγαπημένο. Υπάρχουν στις μερίδες αλλά δεν αντέχω να μην παραγγείλω και extra.
• Τζατζίκι (3.60e) x 3. Ο καθένας το δικό του για να μην έχουμε παρεξηγήσεις. Τίμιο είναι η λέξη που το περιγράφει ακριβώς. Σαφώς φρέσκο κι όχι ετοιματζίδικο. Με μπόλικο σκόρδο, τραγανό αγγούρι κι ωραίο γιαούρτι.
• Μερίδα κεμπάπ (8.90e) x 2. 4 σούβλες κρέατος με το γνωστό άρωμα, τη μαστιχωτή υφή, την, σχεδόν, απαράλλαχτη γεύση. Δύο πίττες στη βάση που έχουν ποτίσει από τα ζουμάκια των κεμπάπ κι όχι μόνον. Ντομάτες ψητές, άφθονο κρεμμύδι με μαϊντανό και πατάτες τηγανιτές ολοκληρώνουν τη μερίδα.
• Γιαουρτλού κεμπάπ (10.20e). Με άρωμα βουτύρου, δεμένο γιαούρτι, ελαφρά, καυτερή σαλτσούλα ντομάτας και νιφάδες σουμάκ και μπούκοβου.
Θα πάρω πάσα από το υπέροχο άρθρο της Julie 05 και θα καταθέσω τις ομοιότητες και διαφορές που εντόπισα στα D:
– Ταχύτητα ίδια.
– Φρεσκάδα ίδια.
– Γεύση… μμμμ! Σχεδόν ίδια (διαβάστε παρακάτω)…
– Μέγεθος μερίδας διαφορετικό. Σαφώς μεγαλύτερο αυτό του delivery.
– Γεύση, ελαφρά, διαφορετική. Παρατήρησα πιο σφιχτά, κρεατένια και με λιγότερο λίπος κεμπάπ. Κακό δεν το λες…
Αν μου έλειψε κάτι? Μα και βέβαια. Η αίσθηση του να κάθομαι σε ένα τραπέζι κι, απλά, να δίνω την παραγγελία μου. Να με σερβίρουν. Να μη χρειάζεται να βγάλω πιάτα, ποτήρια ή να έχω φροντίσει να έχω το σπίτι τακτοποιημένο.
Δε μπορώ να σας προτρέψω να παραγγείλετε ή να σας αποτρέψω. Εμένα μου αρέσει κι ίσως αποτελεί το “ένοχο” γαστριμαργικό μυστικό μου. Η απόφαση δική σας…
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Σας δηλώνω ευθύς εξαρχής ότι είναι το πρώτο κεμπάπ που δοκίμασα στη ζωή μου και εξακολουθεί να αποτελεί το πιο αγαπημένο μου ever.
Η μαμά μου με πήγαινε εκεί, μικρή, μετά από ψώνια στην Ερμού και τη Μητροπόλεως.
Ήταν το κλασσικό μέρος για φαγητό μετά από κραιπάλες στα down town μπαράκια που συχνάζαμε .
Όταν, πριν χρόνια, βρισκόμουν δύο φορές την εβδομάδα στο Μοναστηράκι δεν υπήρχε περίπτωση, ακόμη κι αν ήμουν φαγωμένη, να μη σταματήσω, έστω και, για μια μισή μερίδα. Στις περιόδους που νήστευα δε … έκανα βόλτες μπροστά του παίρνοντας, βαθιές, εισπνοές τσίκνας (μη γελάτε σας βλέπω).
Πήγαινα κι εγώ, με τη σειρά μου την ανιψιά και την κόρη μου. Μάλιστα το ζητούσαν οι ίδιες παρόλο που προσπαθούσα να τις δελεάσω με κάτι πιο ψαγμένο.
Για τον χώρο του δε θα πω τίποτα αφού φαντάζομαι ότι όλοι σας τον ξέρετε. Παλιομοδίτικος, τελείως στοιχειώδης, με επεκτατικές τάσεις . Μεταξύ σοβαρού κι αστείου λέγαμε ότι όπου να’ ναι θα βάλει τραπέζια και μέσα στη Μητρόπολη. Η εξυπηρέτηση ήταν απόλυτα εναρμονισμένη με το ύφος του χώρου. Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε, ταχύτατη και παρότι διεκπεραιωτική δεν αντιμετώπισα ποτέ αγένεια, μούτρα ή κακή διάθεση.
Δεν έκανε ποτέ delivery οπότε φανταστείτε την έκπληξη που δοκίμασα όταν το είδα να φιγουράρει σε γνωστή αλυσίδα τροφοδιανομής. Από ότι φαίνεται “ ανάγκα Cov-19 κι ο Θανάσης πείθεται”. Χωρίς δεύτερη σκέψη ανακοίνωσα στην οικογένεια “Σήμερα τρώμε κεμπάπ” και προς μεγάλη μου έκπληξη δεν υπήρξε καμία αντίρρηση. Το “αποφασίζομεν και διατάσσομεν” , ίσως δεν είναι τόσο κακή ιδέα, σε κάποιες περιπτώσεις. Το περιεχόμενο της παραγγελίας απεφασίσθη επίσης σε dt (όπου dt, σε απλά ελληνικά, είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ του φαναριού που ανάβει πράσινο και του κορναρίσματος που ακολουθεί από το πίσω αμάξι).
• Πιπεριές καυτερές (3.00e). Ελέω καλού μου που τις αγαπά. Μυρωδιά κάρβουνου. Λαδάκι και ξιδάκι. Έκαιγαν μεν ήταν ανεκτές δε.
• Ντομάτες ψητές (3.00e). Δικό μου αγαπημένο. Υπάρχουν στις μερίδες αλλά δεν αντέχω να μην παραγγείλω και extra.
• Τζατζίκι (3.60e) x 3. Ο καθένας το δικό του για να μην έχουμε παρεξηγήσεις. Τίμιο είναι η λέξη που το περιγράφει ακριβώς. Σαφώς φρέσκο κι όχι ετοιματζίδικο. Με μπόλικο σκόρδο, τραγανό αγγούρι κι ωραίο γιαούρτι.
• Μερίδα κεμπάπ (8.90e) x 2. 4 σούβλες κρέατος με το γνωστό άρωμα, τη μαστιχωτή υφή, την, σχεδόν, απαράλλαχτη γεύση. Δύο πίττες στη βάση που έχουν ποτίσει από τα ζουμάκια των κεμπάπ κι όχι μόνον. Ντομάτες ψητές, άφθονο κρεμμύδι με μαϊντανό και πατάτες τηγανιτές ολοκληρώνουν τη μερίδα.
• Γιαουρτλού κεμπάπ (10.20e). Με άρωμα βουτύρου, δεμένο γιαούρτι, ελαφρά, καυτερή σαλτσούλα ντομάτας και νιφάδες σουμάκ και μπούκοβου.
Θα πάρω πάσα από το υπέροχο άρθρο της Julie 05 και θα καταθέσω τις ομοιότητες και διαφορές που εντόπισα στα D:
– Ταχύτητα ίδια.
– Φρεσκάδα ίδια.
– Γεύση… μμμμ! Σχεδόν ίδια (διαβάστε παρακάτω)…
– Μέγεθος μερίδας διαφορετικό. Σαφώς μεγαλύτερο αυτό του delivery.
– Γεύση, ελαφρά, διαφορετική. Παρατήρησα πιο σφιχτά, κρεατένια και με λιγότερο λίπος κεμπάπ. Κακό δεν το λες…
Αν μου έλειψε κάτι? Μα και βέβαια. Η αίσθηση του να κάθομαι σε ένα τραπέζι κι, απλά, να δίνω την παραγγελία μου. Να με σερβίρουν. Να μη χρειάζεται να βγάλω πιάτα, ποτήρια ή να έχω φροντίσει να έχω το σπίτι τακτοποιημένο.
Δε μπορώ να σας προτρέψω να παραγγείλετε ή να σας αποτρέψω. Εμένα μου αρέσει κι ίσως αποτελεί το “ένοχο” γαστριμαργικό μυστικό μου. Η απόφαση δική σας…