Το κέντρο της πόλης έχει τη χάρη του, ειδικά αν θες να το περπατήσεις σε περίοδο που λείπει ο πολύς ο κόσμος. Περπατάς άνετα, χαζεύεις βιτρίνες, συζητάς τα δρώμενα χεράκι – χεράκι με την καλή σου και γενικά νοιώθεις ευτυχισμένος που ζεις σε μια τέτοια πρωτεύουσα. Μόνο τότε βέβαια.
Μια τέτοια μέρα, αποφασίσαμε οικογενειακά να κινηθούμε κέντρο. Μετά τα ψώνια αφεθήκαμε στην επιλογή του μεγάλου υιού. ‘’Γκαστόνε’’ η απόφαση, διότι στην προηγούμενη βόλτα μας φύγαμε άπραγοι, μιας και δεν είχαμε φροντίσει να κλείσουμε τραπέζι.
Σχετική νέα η άφιξη του, σε χώρο που χαρακτηρίζεται άκρα τουριστικός (σε 1 ½ ‘ωρα παραμονής ήμασταν οι μόνοι Έλληνες), οπότε η πρώτη σκέψη ήταν σε τι πελατολόγιο απευθύνεται. Η δεύτερη είχε να κάνει, με το που θέλει να κινηθεί η κουζίνα. Δεν μιλάω για ποιότητα υλικών, αυτή εννοείται είναι εξαιρετική. Δεν ξέρω αν μπορούν να συνδυαστούν κάποιες παραδοσιακές ελληνικές γεύσεις με ευρωασιατικές προσθήκες. Τους δικούς μου γευστικούς κάλυκες αυτός ο συνδυασμός δεν τους καλύπτει. Κάποιων άλλων μπορεί. Στο δια ταύτα.
Φάγαμε:
Εξαιρετικό γουρουνόπουλο, σωστά ψημένο, με άψογη crispy πέτσα, κλασσικό σερβίρισμα χασαποταβέρνας όπως άλλωστε του αρμόζει, αλλά για πιο λόγο θα πρέπει να συνοδεύεται με μια αδιάφορη σάλτσα-σαλάτα μουσταρδάτης πίκλας; Τέλος, μήπως αναγκαιεί, το κάτι τις παραπάνω στη μερίδα;
Γευστικοί κεφτέδες άριστης ποιότητας κιμά, σωστή η επιλογή του ξινότυρου (μυζήθρα που αποβάλει την υγρασία) στην κορυφή, δροσιά στο πιάτο από την φρέσκια ντομάτα και αρώματα από τον δυόσμο, αλλά γιατί θα πρέπει να το συνοδεύσω με noodles ρυζιού; Δεν είναι ιεροσυλία στο κλασσικό Σισιλιάνικο πιάτο, το επονομαζόμενο και πιάτο των μαφιόζων; Να δεχτώ ότι θες να το προσεγγίσεις κάπως αλλιώς, αλλά μήπως θα ταίριαζε καλύτερα ένα ελληνικότατο κριθαράκι;
Flat iron steak (ονομασία λόγω κοπής αλλά και μέρος του μοσχαριού) απίθανο, ζουμερό και νοστιμότατο, με τέλοιο medium ψήσιμο.
Burger κιμαδίσιο, σωστά μπαχαρωμένο και τέλος. Η σάλτσα 1000 islands μου θύμισε 80s και βραδιές Barbarella.
Humus εξαιρετικό. Ξεκινώντας από το στήσιμο, με τις λεπτές τραγανές πίτες να το προστατεύουν περιμετρικά και καταλήγοντας στην εκπληκτική υφή και γεύση. Η πρασινάδα και οι σπόροι στην κορυφή απογείωναν το όλο project.
Σαλάτα iceberg δροσερή, γευστική, πικάντικη, αν θα άλλαζα κάτι θα ήταν να βάλω περισσότερο iceberg στη βάση και λιγότερο μπέικον. Η gorgozola και το τριμμένο φρέσκο κρεμμυδάκι δικαιολογούσαν απόλυτα την ύπαρξη τους στο πιάτο.
Οι τιμές, αν λάβεις υπόψη, μόνο την ποιότητα των υλικών και το background των ιδιοκτητών- chef είναι νορμάλ.
O ψηλοτάβανος εσωτερικός χώρος με την πέτρα, το σίδερο, τα μαρμάρινα τραπέζια, τα vintage φωτιστικά αλλά και τη καρικατούρα του Gastone να δεσπόζει σε μια πλευρά του τοίχου εκπέμπει μια παρελθοντική ομορφιά που ξυπνάει όμορφες μνήμες. Ο εξωτερικός χώρος χάνει αρκετά τόσο στο στήσιμο, όσο και στα τραπεζοκαθίσματα και παραπέμπει σε τουριστικό εστιατόριο εξωτερικού.
Ο σουπλά κατάλογος μ’ άρεσε και είναι αρκετά βολικός. Απογοήτευση το κομμάτι από μπλοκάκι στο οποίο ήρθαν τα πιάτα ημέρας. Κακοκομμένο, αφέθηκε πάνω στο τραπέζι και σε κάποια στιγμή ψάχναμε να το βρούμε.
Η εξυπηρέτηση φίνα και επεξηγηματική, μαζί με αρκετά χαμόγελα που φτιάχνουν τη διάθεση. Το σήμα κατατεθέν του μαγαζιού, όμορφο μεν, αρκετά αφαιρετικό δε, θα πρέπει να το προσπαθήσεις για να καταλάβεις ότι πρόκειται για το τυχερό παπί της Λιμνούπολης.
Φεύγοντας σίγουρα έφαγα καλά, πλήρωσα σχετικά καλά, αλλά δεν μπόρεσα να ξεκαθαρίσω τι ήθελαν τόσοι εγνωσμένοι chefs να δημιουργήσουν στο κέντρο της Αθήνας. Σίγουρα όμως γουρουνοπούλα στη σούβλα με Mai Tai δεν συνδυάζονται.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Το κέντρο της πόλης έχει τη χάρη του, ειδικά αν θες να το περπατήσεις σε περίοδο που λείπει ο πολύς ο κόσμος. Περπατάς άνετα, χαζεύεις βιτρίνες, συζητάς τα δρώμενα χεράκι – χεράκι με την καλή σου και γενικά νοιώθεις ευτυχισμένος που ζεις σε μια τέτοια πρωτεύουσα. Μόνο τότε βέβαια.
Μια τέτοια μέρα, αποφασίσαμε οικογενειακά να κινηθούμε κέντρο. Μετά τα ψώνια αφεθήκαμε στην επιλογή του μεγάλου υιού. ‘’Γκαστόνε’’ η απόφαση, διότι στην προηγούμενη βόλτα μας φύγαμε άπραγοι, μιας και δεν είχαμε φροντίσει να κλείσουμε τραπέζι.
Σχετική νέα η άφιξη του, σε χώρο που χαρακτηρίζεται άκρα τουριστικός (σε 1 ½ ‘ωρα παραμονής ήμασταν οι μόνοι Έλληνες), οπότε η πρώτη σκέψη ήταν σε τι πελατολόγιο απευθύνεται. Η δεύτερη είχε να κάνει, με το που θέλει να κινηθεί η κουζίνα. Δεν μιλάω για ποιότητα υλικών, αυτή εννοείται είναι εξαιρετική. Δεν ξέρω αν μπορούν να συνδυαστούν κάποιες παραδοσιακές ελληνικές γεύσεις με ευρωασιατικές προσθήκες. Τους δικούς μου γευστικούς κάλυκες αυτός ο συνδυασμός δεν τους καλύπτει. Κάποιων άλλων μπορεί. Στο δια ταύτα.
Φάγαμε:
Εξαιρετικό γουρουνόπουλο, σωστά ψημένο, με άψογη crispy πέτσα, κλασσικό σερβίρισμα χασαποταβέρνας όπως άλλωστε του αρμόζει, αλλά για πιο λόγο θα πρέπει να συνοδεύεται με μια αδιάφορη σάλτσα-σαλάτα μουσταρδάτης πίκλας; Τέλος, μήπως αναγκαιεί, το κάτι τις παραπάνω στη μερίδα;
Γευστικοί κεφτέδες άριστης ποιότητας κιμά, σωστή η επιλογή του ξινότυρου (μυζήθρα που αποβάλει την υγρασία) στην κορυφή, δροσιά στο πιάτο από την φρέσκια ντομάτα και αρώματα από τον δυόσμο, αλλά γιατί θα πρέπει να το συνοδεύσω με noodles ρυζιού; Δεν είναι ιεροσυλία στο κλασσικό Σισιλιάνικο πιάτο, το επονομαζόμενο και πιάτο των μαφιόζων; Να δεχτώ ότι θες να το προσεγγίσεις κάπως αλλιώς, αλλά μήπως θα ταίριαζε καλύτερα ένα ελληνικότατο κριθαράκι;
Flat iron steak (ονομασία λόγω κοπής αλλά και μέρος του μοσχαριού) απίθανο, ζουμερό και νοστιμότατο, με τέλοιο medium ψήσιμο.
Burger κιμαδίσιο, σωστά μπαχαρωμένο και τέλος. Η σάλτσα 1000 islands μου θύμισε 80s και βραδιές Barbarella.
Humus εξαιρετικό. Ξεκινώντας από το στήσιμο, με τις λεπτές τραγανές πίτες να το προστατεύουν περιμετρικά και καταλήγοντας στην εκπληκτική υφή και γεύση. Η πρασινάδα και οι σπόροι στην κορυφή απογείωναν το όλο project.
Σαλάτα iceberg δροσερή, γευστική, πικάντικη, αν θα άλλαζα κάτι θα ήταν να βάλω περισσότερο iceberg στη βάση και λιγότερο μπέικον. Η gorgozola και το τριμμένο φρέσκο κρεμμυδάκι δικαιολογούσαν απόλυτα την ύπαρξη τους στο πιάτο.
Οι τιμές, αν λάβεις υπόψη, μόνο την ποιότητα των υλικών και το background των ιδιοκτητών- chef είναι νορμάλ.
O ψηλοτάβανος εσωτερικός χώρος με την πέτρα, το σίδερο, τα μαρμάρινα τραπέζια, τα vintage φωτιστικά αλλά και τη καρικατούρα του Gastone να δεσπόζει σε μια πλευρά του τοίχου εκπέμπει μια παρελθοντική ομορφιά που ξυπνάει όμορφες μνήμες. Ο εξωτερικός χώρος χάνει αρκετά τόσο στο στήσιμο, όσο και στα τραπεζοκαθίσματα και παραπέμπει σε τουριστικό εστιατόριο εξωτερικού.
Ο σουπλά κατάλογος μ’ άρεσε και είναι αρκετά βολικός. Απογοήτευση το κομμάτι από μπλοκάκι στο οποίο ήρθαν τα πιάτα ημέρας. Κακοκομμένο, αφέθηκε πάνω στο τραπέζι και σε κάποια στιγμή ψάχναμε να το βρούμε.
Η εξυπηρέτηση φίνα και επεξηγηματική, μαζί με αρκετά χαμόγελα που φτιάχνουν τη διάθεση. Το σήμα κατατεθέν του μαγαζιού, όμορφο μεν, αρκετά αφαιρετικό δε, θα πρέπει να το προσπαθήσεις για να καταλάβεις ότι πρόκειται για το τυχερό παπί της Λιμνούπολης.
Φεύγοντας σίγουρα έφαγα καλά, πλήρωσα σχετικά καλά, αλλά δεν μπόρεσα να ξεκαθαρίσω τι ήθελαν τόσοι εγνωσμένοι chefs να δημιουργήσουν στο κέντρο της Αθήνας. Σίγουρα όμως γουρουνοπούλα στη σούβλα με Mai Tai δεν συνδυάζονται.