Το όνομα ΜΙΚΙΟ, που στην κρητική διάλεκτο σημαίνει «μικρούλι, μικρούτσικο», είναι δηλωτικό όχι μόνο του μεγέθους, αλλά και του χαρακτήρα του μαγαζιού. Ένα ήσυχο γωνιακό ταβερνάκι στο μεζεδόδρομο της Αγίου Αλεξάνδρου, πραγματικά κουκλίστικο στον εσωτερικό και άνετο, σκιερό στον περιβάλλοντα έξω χώρο. Οι ιδιοκτήτες πρέπει να αγαπούν πολύ τα παιδιά, γιατί όταν κάθεσαι μέσα το μάτι δεν μένει στιγμή ήσυχο, πετάει από το ένα μοτίβο και αντικείμενο στο άλλο, σαν να είσαι σε νηπιαγωγείο ενηλίκων.
Στην τελευταία μας επίσκεψη, μέσα Δεκεμβρίου, μάς εντυπωσίασε ο πληθωρικός και καλόγουστος χριστουγεννιάτικος διάκοσμος, σαν να ήσουν σε σαλόνι σπιτιού. Η περιποίηση πρώτης τάξεως, τα πιάτα έρχονται με τη σειρά που βγαίνουν από την κουζίνα, έτσι το τραπέζι δεν μένει στιγμή άδειο. Εκτός από την αμεσότητα και την ευγένεια των ανθρώπων του μαγαζιού θα σας ευχαριστήσουν η άνετη, αραιή διάταξη των τραπεζιών και τα μαλακά μαξιλαράκια πάνω στα μεταλλικά καθίσματα, θα σας δυσκολέψει όμως ίσως, αναλόγως ημέρασ και ώρας, το παρκάρισμα (5 στα 10).
Με το καλωσόρισες νερό κρύο σε μπουκάλι και ψωμάκι φρέσκο με μεζέ τουρσί ή ελίτσες. Ο μαρουβάς του χειμώνα είναι καλύτερος από τη ρακή του καλοκαιριού, κέρασμα συνήθως η τελευταία παραγγελία ποτού.
Η κουζίνα πραγματικά εντυπωσιάζει. Εδώ έχουμε να κάνουμε με αυθεντικό μεζεδοπωλείο που λειτουργεί με τη λογική του «όλα στη μέση». Ο κατάλογος, γραμμένος σε ξύλινη σπάτουλα, δεν εντυπωσιάζει με την ποικιλία του, όλα όμως είναι από καλά έως πολύ καλά. Αρχίζοντας από τη σαλάτα, είτε κλασικός ντάκος είτε – θεωρώ καλύτερα – σταμναγκάθι με ρόδι, φλοίδες γραβιέρας και ντρέσινγκ balsamico, περνώντας στα τηγανιτά μεζεδάκια (καλτσούνια όπου ο δυόσμος «μιλάει», μαραθόπιτες και σφακιανές πίτες και καταπληκτικά μαμαδίσια κεφτεδάκια), στα λοιπά ορεκτικά (πιπεριές ψητές γεμιστές με μαλακό τυρί, ντολμαδάκια μεταξένια με πεντανόστιμη γέμιση), και καταλήγοντας σε ό, τι θεωρείται εδώ κύριο πιάτο (αλλού θα ήταν ακόμα ορεκτικό): απάκι κοτόπουλου με σάλτσα που επιβάλλεται να τη σκουπίσετε από το μεταλλικό σαχάνι όπου σερβίρεται, σιουφιχτά με στάκα (και μυζήθρα, εννοείται) και – ειδικά το χειμώνα – ξινόχοντρο με ψιλοκομμένα λαχανικά (μπορείτε να ψιλοκόψετε και ένα λουκάνικο στο πιάτο). Για επιδόρπιο να παραγγείλετε ακόμα μια σφακιανή πίτα, αυτή τη φορά περιχυμένη με μέλι και καρύδια. Απλά πράγματα που εντυπωσιάζουν με τη νοστιμιά τους και επιτρέπουν να ξεκινήσεις μετρημένα και να προχωρήσεις ανάλογα με τη διάθεση της παρέας.
Ο λογαριασμός δύσκολα θα ξεπεράσει τα 15-20 ευρώ το άτομο. Αν μένετε λοιπόν στα νότια προάστια, οργανώστε μια μεγαλούτσικη παρέα και δοκιμάστε το ΜΙΚΙΟ. Θα το ευχαριστηθείτε.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Το όνομα ΜΙΚΙΟ, που στην κρητική διάλεκτο σημαίνει «μικρούλι, μικρούτσικο», είναι δηλωτικό όχι μόνο του μεγέθους, αλλά και του χαρακτήρα του μαγαζιού. Ένα ήσυχο γωνιακό ταβερνάκι στο μεζεδόδρομο της Αγίου Αλεξάνδρου, πραγματικά κουκλίστικο στον εσωτερικό και άνετο, σκιερό στον περιβάλλοντα έξω χώρο. Οι ιδιοκτήτες πρέπει να αγαπούν πολύ τα παιδιά, γιατί όταν κάθεσαι μέσα το μάτι δεν μένει στιγμή ήσυχο, πετάει από το ένα μοτίβο και αντικείμενο στο άλλο, σαν να είσαι σε νηπιαγωγείο ενηλίκων.
Στην τελευταία μας επίσκεψη, μέσα Δεκεμβρίου, μάς εντυπωσίασε ο πληθωρικός και καλόγουστος χριστουγεννιάτικος διάκοσμος, σαν να ήσουν σε σαλόνι σπιτιού. Η περιποίηση πρώτης τάξεως, τα πιάτα έρχονται με τη σειρά που βγαίνουν από την κουζίνα, έτσι το τραπέζι δεν μένει στιγμή άδειο. Εκτός από την αμεσότητα και την ευγένεια των ανθρώπων του μαγαζιού θα σας ευχαριστήσουν η άνετη, αραιή διάταξη των τραπεζιών και τα μαλακά μαξιλαράκια πάνω στα μεταλλικά καθίσματα, θα σας δυσκολέψει όμως ίσως, αναλόγως ημέρασ και ώρας, το παρκάρισμα (5 στα 10).
Με το καλωσόρισες νερό κρύο σε μπουκάλι και ψωμάκι φρέσκο με μεζέ τουρσί ή ελίτσες. Ο μαρουβάς του χειμώνα είναι καλύτερος από τη ρακή του καλοκαιριού, κέρασμα συνήθως η τελευταία παραγγελία ποτού.
Η κουζίνα πραγματικά εντυπωσιάζει. Εδώ έχουμε να κάνουμε με αυθεντικό μεζεδοπωλείο που λειτουργεί με τη λογική του «όλα στη μέση». Ο κατάλογος, γραμμένος σε ξύλινη σπάτουλα, δεν εντυπωσιάζει με την ποικιλία του, όλα όμως είναι από καλά έως πολύ καλά. Αρχίζοντας από τη σαλάτα, είτε κλασικός ντάκος είτε – θεωρώ καλύτερα – σταμναγκάθι με ρόδι, φλοίδες γραβιέρας και ντρέσινγκ balsamico, περνώντας στα τηγανιτά μεζεδάκια (καλτσούνια όπου ο δυόσμος «μιλάει», μαραθόπιτες και σφακιανές πίτες και καταπληκτικά μαμαδίσια κεφτεδάκια), στα λοιπά ορεκτικά (πιπεριές ψητές γεμιστές με μαλακό τυρί, ντολμαδάκια μεταξένια με πεντανόστιμη γέμιση), και καταλήγοντας σε ό, τι θεωρείται εδώ κύριο πιάτο (αλλού θα ήταν ακόμα ορεκτικό): απάκι κοτόπουλου με σάλτσα που επιβάλλεται να τη σκουπίσετε από το μεταλλικό σαχάνι όπου σερβίρεται, σιουφιχτά με στάκα (και μυζήθρα, εννοείται) και – ειδικά το χειμώνα – ξινόχοντρο με ψιλοκομμένα λαχανικά (μπορείτε να ψιλοκόψετε και ένα λουκάνικο στο πιάτο). Για επιδόρπιο να παραγγείλετε ακόμα μια σφακιανή πίτα, αυτή τη φορά περιχυμένη με μέλι και καρύδια. Απλά πράγματα που εντυπωσιάζουν με τη νοστιμιά τους και επιτρέπουν να ξεκινήσεις μετρημένα και να προχωρήσεις ανάλογα με τη διάθεση της παρέας.
Ο λογαριασμός δύσκολα θα ξεπεράσει τα 15-20 ευρώ το άτομο. Αν μένετε λοιπόν στα νότια προάστια, οργανώστε μια μεγαλούτσικη παρέα και δοκιμάστε το ΜΙΚΙΟ. Θα το ευχαριστηθείτε.