Σεμπρεβιβα πολλοι οι καλοφαγάδες που το πρότειναν, αρκετα ενδιαφέρουσες οι φωτογραφίες που είχα δει οπότε είχε μπει στη λίστα με “τα προς επίσκεψη “.
Δυστυχώς δεν με ικανοποίησε τοσο γευστικά, ίσως είχαμε θέσει αρκετά ψηλά τον πήχη.
Κατ’αρχάς ο χώρος τώρα τον χειμώνα είναι αρκετά μικρός , περιλαμβάνει 4-5 τραπέζια εσωτερικά, είναι όμως ζεστός (κυριολεκτικά και μεταφορικά), με κατάλληλο φωτισμό και γήινες αποχρώσεις!
Η εξυπηρέτηση τολμώ να πω εξαιρετική, με διακριτικότητα,κατάλληλους χρόνους κανένα παραπονο! κερασμα στο τέλος!
Το μενού ανανεώνεται καθημερινά και ίσως πέσαμε σε δυσκολη μέρα!
Δοκιμάσαμε:
– πεντανόστιμο χειροποίητο ψωμι με λιναρόσπορο (2€ κατ’ατομο)
-ρεβυθια στο τηγανι με τυρί γαλενι, σπανάκι και καβουρμά, βρασμένα τόσο όσο έπρεπε όλα τα υλικά , έλειπε η γευστική ένταση! 10€
-Κρασοτυρος Κρήτης σε οινολασπη, υπέροχο τυράκι, σε γενναιόδωρη μερίδα 6€.
-Γιουβετσι με χειροποίητο κριθαράκι, καλαμάρι και πολιτικό σουτζουκι 12€, σωστά χυλωμενο, έλλειπε και σε αυτό το πιάτο το κάτι που θα το απογείωνε.
-Μοναστηριακο φρικασέ με μανιτάρια και φρέσκα μυρωδικα 7.5€ , παρότι λατρεύω τα μανιτάρια δεν μου ταίριαξε γευστικά το πιάτο, αν και η παρέα μου το λάτρεψε, οπότε οι πρώτες ύλες σας ταιριάζουν γευστικά δοκιμάστε το αν το βρείτε.
Συνοδευσαμε με ένα υπέροχο κόκκινο κρασί και κλείσαμε το δείπνο μας με δυο γλυκά.
Το πρώτο (η αρχική μας επιλογή) η γαλατοπιτα που πολύ ευγενικά μας προσφέρθηκε ως κέρασμα , καθώς ο σεφ θεωρούσε ότι δεν ήταν τόσο επιτυχημένη για να βγει προς πώληση. Σε μας (που είμαστε ίσως ανάποδοι άνθρωποι άρεσε αρκετά)
Και μιλφειγ με τραγανό φύλλο και κρέμα σοκολάτας που δεν μας εντυπωσίασε.
Τα παραπάνω κοστισαν κάτι λιγότερο από 30€ το άτομο.
Ίσως αν η παρέα μου επέμενε αρκετά έδινα άλλη μια ευκαιρία…
Το παρκάρισμα πολύ εύκολο!
Για να πω την αλήθεια είμαι λίγο μπερδεμένος με αυτό το μαγαζί. Καλές προθέσεις αλλά κάπου το χάνει :
Αλλά ας το πιάσω από την αρχή:
Επίσκεψη βράδυ Σαββάτου. Αν είστε του περπατήματος έρχεστε με τα πόδια από τον ηλεκτρικό στα Πετράλωνα, που δεν είναι πάνω από 10 λεπτά περπάτημα. Αν δεν είστε της γυμναστικής, παρκάρισμα εύκολο στον παράδρομο της Καλλιρρόης.
Α ναι, ξέχασα. Το μαγαζί βρίσκεται πάνω στην Καλλιρόης. Πάνω όμως.
Και τα τραπέζια που βρίσκονται στο πεζοδρόμιο κοιτάνε στον δρόμο. Που πάει να πει ότι όσο τρώτε, απολαμβάνετε τα αυτοκίνητα να τρέχουν πατημένα. Και πρέπει να ψιλοφωνάζετε για να σας ακούσουν. Γι’ αυτό αν σχεδιάζετε να πάτε ρομαντικό ραντεβού και να ψιθυρίζετε στο αυτί της καλής σας, αφήστε το. Εκτός και αν η εκλεκτή της καρδιάς σας είναι βαρήκοη οπότε έτσι και αλλιώς πρέπει να φωνάζετε. Ή αν ο καλός σας είναι ταρίφας ή ιδιοκτήτης συνεργείου οπότε τρελαίνεται να βλέπει αυτοκίνητα.
Και έχει και ένα θεματάκι με το φως. Για την ακρίβεια δεν έχει φως. Καθόλου όμως. Πράγμα καλό αν είστε ο Δράκουλας και φοβάστε το φως, κακό όμως αν θέλετε να βλέπετε τι τρώτε. Στα πίσω τραπέζια η κατάσταση σώζεται αφού έχουν πορτατίφ. Αν κάτσετε όμως στα μπροστινά, καλού κακού φέρτε και ένα φακό. Αλλιώς σας βλέπω να φωτίζετε κατάλογο και φαγητά με τον φακό του κινητού, όπως κάναμε και μεις. Kαι μια που ‘πα τραπέζια: Είναι καφενείου. Ξέρετε εκείνα τα μεταλλικά. Που είναι ωραία και παραδοσιακά όταν πρόκειται για καφενέ, αλλά σίγουρα δεν κάνουν για φαγητό. Όταν μάλιστα κάθονται τέσσερα άτομα, όπως ήμασταν εμείς, πρέπει να κάνεις ζογκλερικά για να χωρέσεις τα φαγητά ή να πιάσεις το ποτήρι σου, πράγμα όχι και τόσο κακό αν είσαι ζογκλέρ στο τσίρκο μεντράνο, αλλά και όχι τόσο καλό όταν πας για να φας.
Για να συνοψίσω το θέμα χώρος/ ατμόσφαιρα δεν είναι το δυνατό σημείο του μαγαζιού. Πάντως ο εσωτερικός χώρος είναι μια χαρά. Μικρός μεν αλλά γουστόζικος.
Αντίθετα δυνατό σημείο είναι η εξυπηρέτηση. Η οποία γίνεται από μία νεαρή κοπέλα, σβέλτη και αποτελεσματική. Η οποία κοπέλα μας έφερνε τα πιάτα ένα, ένα αφού αν μας τα έφερνε όλα μαζί δεν θα χωρούσαν στο τραπέζι.
Πάμε και στο φαγητό: Αυτοπροσδιορίζεται σαν εδεσματοποιείον, που μάλλον είναι μπερδευτικός όρος αφού εδεσματοποιείον είναι το σουβλατζίδικο του Μπάρμπα Μήτσου, εδεσματοποιείον είναι και η Σπονδή. Αυτό που μάλλον θέλουνε να πούνε είναι ότι έχουν γκουρμέ – δημιουργική – fusion κουζίνα. Που πάει να πει ότι δεν θα βρείτε καλαμαράκια ή γαρίδες σαγανάκι. Θα βρείτε όμως θράψαλο με απάκι και σεβίτσε γαρίδας (έλεος με το σεβίτσε. Πιο πολλά μαγαζιά έχουν σεβίτσε παρά σουβλάκι). Ή για να το πω πιο λιανά ότι έφαγα μου θύμισε την κουζίνα του Nolan, μείον τις ασιατικές επιρροές. Σε σημείο να σκέφτομαι, ότι δεν μπορεί. Κάπου μέσα είναι κρυμμένος ο Κοντιζάς. Και ότι φάγαμε ήταν καλό. Ίσως και πολύ καλό. Νόστιμο και καλά παρουσιασμένο.
Αλλά με ένα θεματάκι: έχετε δει κάτι τεράστια πιάτα που έχουν ένα μικροσκοπικό κομματάκι φαγητό; Ε αυτό ήταν το θεματάκι. Οι ποσότητες. Απελπιστικά μικρές. Από αυτές που προσφέρονται σε μενού γευσιγνωσίας 12 πιάτων, αλλά σίγουρα όχι από αυτές που στέκονται από μόνες τους. Καλό ήταν το σεβίτσε γαρίδας, όσο μου επέτρεψε η μισή πιρουνιά που μου αναλογούσε να δοκιμάσω. Και το θράψαλο με απάκι καλό ήταν όσον αφορά το θράψαλο , αφού απάκι δεν έμεινε για να δοκιμάσω. Κατόπιν των ανωτέρω δύναμαι να δώσω μια συμβουλή προς τον ιδιοκτήτη: τα φαγητά σας είναι πολύ καλά. Σίγουρα άνω του μέσου όρου. Δεν θα με χάλαγε να δώσω το κάτι τις παραπάνω, αρκεί να χορτάσω. Οπότε ναι. Το λέω όσο πιο καθαρά γίνεται: ανεβάστε τις τιμές, αυξήστε τις ποσότητες. Δεν θα γκρινιάξει κανένας αν δώσει ένα, δυό ευρώ παραπάνω για κάθε πιάτο. Αντίθετα πολλοί θα γκρινιάξουν αν θέλουν μια πιρουνιά ακόμα που όμως δεν υπάρχει.
Α και μην το ξεχάσω. Έχουν μια ικανοποιητική λίστα ποτών, τίμια κοστολογημένη. Και καλό χύμα κρασί.
Και ένα τελευταίο: γλυκά. Σχεδόν δεν έχουν. Ή για την ακρίβεια έχουν ένα: Άσπρο κορμό. Που είναι λίγο του τύπου, αυτό έχουμε και άμα σ’ αρέσει. Πράγμα που όσο να ‘ναι δίνει μια προχειρότητα. Ή μια αίσθηση τύπου: τα καλά γλυκά μας τελειώσανε και αυτό περίσσεψε. Άρα καλό θα ήταν να υπάρχουν δύο τρεις επιλογές, ή καθόλου. Αν είναι δύσκολη, η παρασκευή τριών γλυκών, στην περιοχή υπάρχουν αρκετά καλά ζαχαροπλαστεία από τα οποία θα μπορούσαν να προμηθεύονται κανά γλυκάκι.
Και στο διαταύτα: υπολογίστε κανά εξηντάρι το ζευγάρι. Για να μην μείνετε νηστικοί , αλλά ούτε και να σκάσετε. Τουτέστιν δεν το λες φτηνό, αλλά δεν θες και δάνειο.
Οπότε έχουμε και λέμε:
Εξυπηρέτηση άριστη. Φαγητά καλά ως πολύ καλά, Ποσότητες ελάχιστες. Χώρος / ατμόσφαιρα πάσχουν.
Θα ξαναγυρίσω όταν χειμωνιάσει στον εσωτερικό χώρο.
Ελπίζω να γίνουν οι βελτιώσεις και όλα θα πάνε καλά.
Ας ξεκινήσουμε εμπλουτίζοντας τις εγκυκλοπαιδικές σας γνώσεις. Η λέξη «σεμπρεβίβα» προέρχεται από τα ιταλικά (siempre viva = ζωντανό για πάντα) και είναι η ονομασία ενός πανέμορφου αυτοφυούς χρυσαφοκίτρινου λουλουδιού, σύμβολου της αιώνιας αγάπης, που φυτρώνει στα μέρη μας κυρίως στα Κύθηρα και, όπως υποδηλώνει το όνομά του, διατηρεί το χρώμα και τη λάμψη του για πάρα πολύ καιρό χωρίς νερό και χωρίς να μαραίνεται (γι’ αυτό λέγεται και «αμάραντο»).
ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ ονομάζεται όμως και το μεζεδοπωλείο που διαδέχτηκε την ΠΑΞΙΜΑΔΟΚΛΕΦΤΡΑ στην κάτω γωνία της Πλατείας Δεξαμενής, λίγο πριν τη διασταύρωση της Λεωφόρου Καλλιρρόης (εν συνεχεία Χαμοστέρνας) με την οδό Κοίλης, που ανηφορίζει προς τα Πετράλωνα. Χρόνια περνούσα σχεδόν κάθε πρωί από μπροστά πηγαίνοντας στο γραφείο μου, χαμογελούσα πάντα με το γουστόζικο όνομα, όμως μέχρι εκεί. Και είναι πολύ πιθανό, αν δεν τύχαινε να διαβάσω ένα άρθρο για το πώς προέκυψε η ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ, δημιούργημα μιας συμπατριώτισσας και ενός συμπατριώτη μου από την ωραία Θεσσαλονίκη, να μην έβαζα τη μικρή ταπεινή ισόγεια ταβερνούλα στους άμεσους στόχους προς επίσκεψη. Ευτυχώς με έφαγε η περιέργεια και αυτό μου/μας βγήκε τελικά σε καλό.
Τα καλά νέα αρχίζουν από το εύκολο παρκάρισμα στον παράδρομο της Καλλιρρόης, κυριολεκτικά μπροστά στο μαγαζί. Τα μικρά ξύλινα τραπέζια αναπτύσσονται παράλληλα προς τη μεταλλική περίφραξη της πλατείας – με απλά φωτιστικά δαπέδου ελλείψει δημοτικού φωτισμού σ’ εκείνο το σημείο – και την απέναντι πρόσοψη της ταβέρνας. Μια ματιά που έριξα στον εσωτερικό χώρο με τα λιγοστά τραπέζια δεν ήταν πάντως καθόλου αποτρεπτική για μια χειμωνιάτικη επίσκεψη, σημειώστε το αυτό, γιατί το περιβάλλον αυτό ταιριάζει απόλυτα στο ύφος της κουζίνας του ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ.
Καλά νέα έρχονται και από την κουζίνα. Ο μονοσέλιδος χειρόγραφος κατάλογος περιέχει γύρω στα 15 πιάτα σε επαρκή ποικιλία, χωρίς ευφάνταστες ονομασίες, με σαφή όμως αναφορά των συστατικών κάθε πιάτου, εδώ ξέρεις ακριβώς τι παραγγέλνεις.
Η τετραμελής παρέα μας, αφού δοκίμασε και επαίνεσε το ζυμωτό πολύσπορο ψωμί, που συνοδευόταν από ένα σκούρο ντιπ ντομάτας, δοκίμασε πρώτα τον άριστα μαριναρισμένο γαύρο με γλυκό κουταλιού παντζάρι (!) – και κάποια λαχανικά για χρωματική αντίθεση. Από την ίδια κατηγορία μεζέδων το πιάτο με καπνιστό χέλι Μεσολογγίου, σε φλοίδες και όχι σε φέτες, πάνω σε σπαγγέτι κολοκυθιού (!) με κόκκινη μιζούνα (= σαλατικό όμοιο με την άγρια ρόκα), μπίλιες λευκού ταραμά και μια κουταλίτσα μαύρο χαβιάρι, επίσης εξαιρετικό. Τρίτο στη σειρά το σεβίτσε γαρίδας, όχι στεγνό σαν σεβίτσε ψαριού, αλλά ολόφρεσκο και ελαφρά κριτσανιστό, σε μια σάλτσα ντομάτας και πλείστων όσων μυρωδικών, για μένα γευστικά το πιο δυνατό πιάτο απ’ όλα.
Ακολούθησαν οι επίσης πρωτότυπες ροδέλες θράψαλου θρονιασμένες σε πουρέ κόκκινης φακής με κομμάτια από σοταρισμένο απάκι και συνοδευόμενες από ένα είδος άγριων σπαραγγιών που τα πρωτοάκουσα στο φετινό master chef, αλλά δυστυχώς συγκράτησα μεν τη γεύση τους, όχι όμως το όνομά τους (κάτι σαν «σιλιγάρδια»).
Last not least το πιο απλό πιάτο της παρέας: γαρίδες σουβλάκι σε κόκκινη σάλτσα, με ταραμά και φρέσκο αγγουράκι, για να σπάσει η γλύκα. Το γλυκό που μοιραστήκαμε για επιδόρπιο, ξερός λευκός κορμός, ίσως ήταν πολύ απλό για να λειτουργήσει ως επιστέγασμα ενός ασυνήθιστα γευστικού δείπνου. Οι κυρίες της παρέας προτίμησαν ένα μισόκιλο μοσχάτο, οι κύριοι έμειναν σταθεροί στην προτίμησή τους για μπυρίτσα.
Γι’ αυτή την ωραία γευστική εμπειρία πληρώσαμε αγόγγυστα 80 ευρώ για τέσσερα άτομα. Όμως κάτι μας άφησε ελαφρά πικρή γεύση: οι ασύλληπτα μικρές μερίδες! Μη σας ξεγελούν οι κοντινές λήψεις στις φωτογραφίες. Ζήτημα αν αναλογούσαν δύο μπουκιές από κάθε πιάτο στον καθένα μας. Η κοπέλα που μας εξυπηρέτησε με τον καλύτερο τρόπο φρόντισε ευτυχώς να υπάρξει ρέγουλα στο σερβίρισμα, όμως αν μου επιτρέψει η διεύθυνση της ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ μια συμβουλή: Είτε χρησιμοποιήστε περισσότερες ραβιέρες η μπολ για το σερβίρισμα είτε αλλάξτε τραπέζια. Για τις τιμές δεν θα γκρινιάσω, εξακολουθώ να τις θεωρώ τίμιες για το περίτεχνο των εδεσμάτων που σερβίρονται.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Σεμπρεβιβα πολλοι οι καλοφαγάδες που το πρότειναν, αρκετα ενδιαφέρουσες οι φωτογραφίες που είχα δει οπότε είχε μπει στη λίστα με “τα προς επίσκεψη “.
Δυστυχώς δεν με ικανοποίησε τοσο γευστικά, ίσως είχαμε θέσει αρκετά ψηλά τον πήχη.
Κατ’αρχάς ο χώρος τώρα τον χειμώνα είναι αρκετά μικρός , περιλαμβάνει 4-5 τραπέζια εσωτερικά, είναι όμως ζεστός (κυριολεκτικά και μεταφορικά), με κατάλληλο φωτισμό και γήινες αποχρώσεις!
Η εξυπηρέτηση τολμώ να πω εξαιρετική, με διακριτικότητα,κατάλληλους χρόνους κανένα παραπονο! κερασμα στο τέλος!
Το μενού ανανεώνεται καθημερινά και ίσως πέσαμε σε δυσκολη μέρα!
Δοκιμάσαμε:
– πεντανόστιμο χειροποίητο ψωμι με λιναρόσπορο (2€ κατ’ατομο)
-ρεβυθια στο τηγανι με τυρί γαλενι, σπανάκι και καβουρμά, βρασμένα τόσο όσο έπρεπε όλα τα υλικά , έλειπε η γευστική ένταση! 10€
-Κρασοτυρος Κρήτης σε οινολασπη, υπέροχο τυράκι, σε γενναιόδωρη μερίδα 6€.
-Γιουβετσι με χειροποίητο κριθαράκι, καλαμάρι και πολιτικό σουτζουκι 12€, σωστά χυλωμενο, έλλειπε και σε αυτό το πιάτο το κάτι που θα το απογείωνε.
-Μοναστηριακο φρικασέ με μανιτάρια και φρέσκα μυρωδικα 7.5€ , παρότι λατρεύω τα μανιτάρια δεν μου ταίριαξε γευστικά το πιάτο, αν και η παρέα μου το λάτρεψε, οπότε οι πρώτες ύλες σας ταιριάζουν γευστικά δοκιμάστε το αν το βρείτε.
Συνοδευσαμε με ένα υπέροχο κόκκινο κρασί και κλείσαμε το δείπνο μας με δυο γλυκά.
Το πρώτο (η αρχική μας επιλογή) η γαλατοπιτα που πολύ ευγενικά μας προσφέρθηκε ως κέρασμα , καθώς ο σεφ θεωρούσε ότι δεν ήταν τόσο επιτυχημένη για να βγει προς πώληση. Σε μας (που είμαστε ίσως ανάποδοι άνθρωποι άρεσε αρκετά)
Και μιλφειγ με τραγανό φύλλο και κρέμα σοκολάτας που δεν μας εντυπωσίασε.
Τα παραπάνω κοστισαν κάτι λιγότερο από 30€ το άτομο.
Ίσως αν η παρέα μου επέμενε αρκετά έδινα άλλη μια ευκαιρία…
Το παρκάρισμα πολύ εύκολο!
Για να πω την αλήθεια είμαι λίγο μπερδεμένος με αυτό το μαγαζί. Καλές προθέσεις αλλά κάπου το χάνει :
Αλλά ας το πιάσω από την αρχή:
Επίσκεψη βράδυ Σαββάτου. Αν είστε του περπατήματος έρχεστε με τα πόδια από τον ηλεκτρικό στα Πετράλωνα, που δεν είναι πάνω από 10 λεπτά περπάτημα. Αν δεν είστε της γυμναστικής, παρκάρισμα εύκολο στον παράδρομο της Καλλιρρόης.
Α ναι, ξέχασα. Το μαγαζί βρίσκεται πάνω στην Καλλιρόης. Πάνω όμως.
Και τα τραπέζια που βρίσκονται στο πεζοδρόμιο κοιτάνε στον δρόμο. Που πάει να πει ότι όσο τρώτε, απολαμβάνετε τα αυτοκίνητα να τρέχουν πατημένα. Και πρέπει να ψιλοφωνάζετε για να σας ακούσουν. Γι’ αυτό αν σχεδιάζετε να πάτε ρομαντικό ραντεβού και να ψιθυρίζετε στο αυτί της καλής σας, αφήστε το. Εκτός και αν η εκλεκτή της καρδιάς σας είναι βαρήκοη οπότε έτσι και αλλιώς πρέπει να φωνάζετε. Ή αν ο καλός σας είναι ταρίφας ή ιδιοκτήτης συνεργείου οπότε τρελαίνεται να βλέπει αυτοκίνητα.
Και έχει και ένα θεματάκι με το φως. Για την ακρίβεια δεν έχει φως. Καθόλου όμως. Πράγμα καλό αν είστε ο Δράκουλας και φοβάστε το φως, κακό όμως αν θέλετε να βλέπετε τι τρώτε. Στα πίσω τραπέζια η κατάσταση σώζεται αφού έχουν πορτατίφ. Αν κάτσετε όμως στα μπροστινά, καλού κακού φέρτε και ένα φακό. Αλλιώς σας βλέπω να φωτίζετε κατάλογο και φαγητά με τον φακό του κινητού, όπως κάναμε και μεις. Kαι μια που ‘πα τραπέζια: Είναι καφενείου. Ξέρετε εκείνα τα μεταλλικά. Που είναι ωραία και παραδοσιακά όταν πρόκειται για καφενέ, αλλά σίγουρα δεν κάνουν για φαγητό. Όταν μάλιστα κάθονται τέσσερα άτομα, όπως ήμασταν εμείς, πρέπει να κάνεις ζογκλερικά για να χωρέσεις τα φαγητά ή να πιάσεις το ποτήρι σου, πράγμα όχι και τόσο κακό αν είσαι ζογκλέρ στο τσίρκο μεντράνο, αλλά και όχι τόσο καλό όταν πας για να φας.
Για να συνοψίσω το θέμα χώρος/ ατμόσφαιρα δεν είναι το δυνατό σημείο του μαγαζιού. Πάντως ο εσωτερικός χώρος είναι μια χαρά. Μικρός μεν αλλά γουστόζικος.
Αντίθετα δυνατό σημείο είναι η εξυπηρέτηση. Η οποία γίνεται από μία νεαρή κοπέλα, σβέλτη και αποτελεσματική. Η οποία κοπέλα μας έφερνε τα πιάτα ένα, ένα αφού αν μας τα έφερνε όλα μαζί δεν θα χωρούσαν στο τραπέζι.
Πάμε και στο φαγητό: Αυτοπροσδιορίζεται σαν εδεσματοποιείον, που μάλλον είναι μπερδευτικός όρος αφού εδεσματοποιείον είναι το σουβλατζίδικο του Μπάρμπα Μήτσου, εδεσματοποιείον είναι και η Σπονδή. Αυτό που μάλλον θέλουνε να πούνε είναι ότι έχουν γκουρμέ – δημιουργική – fusion κουζίνα. Που πάει να πει ότι δεν θα βρείτε καλαμαράκια ή γαρίδες σαγανάκι. Θα βρείτε όμως θράψαλο με απάκι και σεβίτσε γαρίδας (έλεος με το σεβίτσε. Πιο πολλά μαγαζιά έχουν σεβίτσε παρά σουβλάκι). Ή για να το πω πιο λιανά ότι έφαγα μου θύμισε την κουζίνα του Nolan, μείον τις ασιατικές επιρροές. Σε σημείο να σκέφτομαι, ότι δεν μπορεί. Κάπου μέσα είναι κρυμμένος ο Κοντιζάς. Και ότι φάγαμε ήταν καλό. Ίσως και πολύ καλό. Νόστιμο και καλά παρουσιασμένο.
Αλλά με ένα θεματάκι: έχετε δει κάτι τεράστια πιάτα που έχουν ένα μικροσκοπικό κομματάκι φαγητό; Ε αυτό ήταν το θεματάκι. Οι ποσότητες. Απελπιστικά μικρές. Από αυτές που προσφέρονται σε μενού γευσιγνωσίας 12 πιάτων, αλλά σίγουρα όχι από αυτές που στέκονται από μόνες τους. Καλό ήταν το σεβίτσε γαρίδας, όσο μου επέτρεψε η μισή πιρουνιά που μου αναλογούσε να δοκιμάσω. Και το θράψαλο με απάκι καλό ήταν όσον αφορά το θράψαλο , αφού απάκι δεν έμεινε για να δοκιμάσω. Κατόπιν των ανωτέρω δύναμαι να δώσω μια συμβουλή προς τον ιδιοκτήτη: τα φαγητά σας είναι πολύ καλά. Σίγουρα άνω του μέσου όρου. Δεν θα με χάλαγε να δώσω το κάτι τις παραπάνω, αρκεί να χορτάσω. Οπότε ναι. Το λέω όσο πιο καθαρά γίνεται: ανεβάστε τις τιμές, αυξήστε τις ποσότητες. Δεν θα γκρινιάξει κανένας αν δώσει ένα, δυό ευρώ παραπάνω για κάθε πιάτο. Αντίθετα πολλοί θα γκρινιάξουν αν θέλουν μια πιρουνιά ακόμα που όμως δεν υπάρχει.
Α και μην το ξεχάσω. Έχουν μια ικανοποιητική λίστα ποτών, τίμια κοστολογημένη. Και καλό χύμα κρασί.
Και ένα τελευταίο: γλυκά. Σχεδόν δεν έχουν. Ή για την ακρίβεια έχουν ένα: Άσπρο κορμό. Που είναι λίγο του τύπου, αυτό έχουμε και άμα σ’ αρέσει. Πράγμα που όσο να ‘ναι δίνει μια προχειρότητα. Ή μια αίσθηση τύπου: τα καλά γλυκά μας τελειώσανε και αυτό περίσσεψε. Άρα καλό θα ήταν να υπάρχουν δύο τρεις επιλογές, ή καθόλου. Αν είναι δύσκολη, η παρασκευή τριών γλυκών, στην περιοχή υπάρχουν αρκετά καλά ζαχαροπλαστεία από τα οποία θα μπορούσαν να προμηθεύονται κανά γλυκάκι.
Και στο διαταύτα: υπολογίστε κανά εξηντάρι το ζευγάρι. Για να μην μείνετε νηστικοί , αλλά ούτε και να σκάσετε. Τουτέστιν δεν το λες φτηνό, αλλά δεν θες και δάνειο.
Οπότε έχουμε και λέμε:
Εξυπηρέτηση άριστη. Φαγητά καλά ως πολύ καλά, Ποσότητες ελάχιστες. Χώρος / ατμόσφαιρα πάσχουν.
Θα ξαναγυρίσω όταν χειμωνιάσει στον εσωτερικό χώρο.
Ελπίζω να γίνουν οι βελτιώσεις και όλα θα πάνε καλά.
Ας ξεκινήσουμε εμπλουτίζοντας τις εγκυκλοπαιδικές σας γνώσεις. Η λέξη «σεμπρεβίβα» προέρχεται από τα ιταλικά (siempre viva = ζωντανό για πάντα) και είναι η ονομασία ενός πανέμορφου αυτοφυούς χρυσαφοκίτρινου λουλουδιού, σύμβολου της αιώνιας αγάπης, που φυτρώνει στα μέρη μας κυρίως στα Κύθηρα και, όπως υποδηλώνει το όνομά του, διατηρεί το χρώμα και τη λάμψη του για πάρα πολύ καιρό χωρίς νερό και χωρίς να μαραίνεται (γι’ αυτό λέγεται και «αμάραντο»).
ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ ονομάζεται όμως και το μεζεδοπωλείο που διαδέχτηκε την ΠΑΞΙΜΑΔΟΚΛΕΦΤΡΑ στην κάτω γωνία της Πλατείας Δεξαμενής, λίγο πριν τη διασταύρωση της Λεωφόρου Καλλιρρόης (εν συνεχεία Χαμοστέρνας) με την οδό Κοίλης, που ανηφορίζει προς τα Πετράλωνα. Χρόνια περνούσα σχεδόν κάθε πρωί από μπροστά πηγαίνοντας στο γραφείο μου, χαμογελούσα πάντα με το γουστόζικο όνομα, όμως μέχρι εκεί. Και είναι πολύ πιθανό, αν δεν τύχαινε να διαβάσω ένα άρθρο για το πώς προέκυψε η ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ, δημιούργημα μιας συμπατριώτισσας και ενός συμπατριώτη μου από την ωραία Θεσσαλονίκη, να μην έβαζα τη μικρή ταπεινή ισόγεια ταβερνούλα στους άμεσους στόχους προς επίσκεψη. Ευτυχώς με έφαγε η περιέργεια και αυτό μου/μας βγήκε τελικά σε καλό.
Τα καλά νέα αρχίζουν από το εύκολο παρκάρισμα στον παράδρομο της Καλλιρρόης, κυριολεκτικά μπροστά στο μαγαζί. Τα μικρά ξύλινα τραπέζια αναπτύσσονται παράλληλα προς τη μεταλλική περίφραξη της πλατείας – με απλά φωτιστικά δαπέδου ελλείψει δημοτικού φωτισμού σ’ εκείνο το σημείο – και την απέναντι πρόσοψη της ταβέρνας. Μια ματιά που έριξα στον εσωτερικό χώρο με τα λιγοστά τραπέζια δεν ήταν πάντως καθόλου αποτρεπτική για μια χειμωνιάτικη επίσκεψη, σημειώστε το αυτό, γιατί το περιβάλλον αυτό ταιριάζει απόλυτα στο ύφος της κουζίνας του ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ.
Καλά νέα έρχονται και από την κουζίνα. Ο μονοσέλιδος χειρόγραφος κατάλογος περιέχει γύρω στα 15 πιάτα σε επαρκή ποικιλία, χωρίς ευφάνταστες ονομασίες, με σαφή όμως αναφορά των συστατικών κάθε πιάτου, εδώ ξέρεις ακριβώς τι παραγγέλνεις.
Η τετραμελής παρέα μας, αφού δοκίμασε και επαίνεσε το ζυμωτό πολύσπορο ψωμί, που συνοδευόταν από ένα σκούρο ντιπ ντομάτας, δοκίμασε πρώτα τον άριστα μαριναρισμένο γαύρο με γλυκό κουταλιού παντζάρι (!) – και κάποια λαχανικά για χρωματική αντίθεση. Από την ίδια κατηγορία μεζέδων το πιάτο με καπνιστό χέλι Μεσολογγίου, σε φλοίδες και όχι σε φέτες, πάνω σε σπαγγέτι κολοκυθιού (!) με κόκκινη μιζούνα (= σαλατικό όμοιο με την άγρια ρόκα), μπίλιες λευκού ταραμά και μια κουταλίτσα μαύρο χαβιάρι, επίσης εξαιρετικό. Τρίτο στη σειρά το σεβίτσε γαρίδας, όχι στεγνό σαν σεβίτσε ψαριού, αλλά ολόφρεσκο και ελαφρά κριτσανιστό, σε μια σάλτσα ντομάτας και πλείστων όσων μυρωδικών, για μένα γευστικά το πιο δυνατό πιάτο απ’ όλα.
Ακολούθησαν οι επίσης πρωτότυπες ροδέλες θράψαλου θρονιασμένες σε πουρέ κόκκινης φακής με κομμάτια από σοταρισμένο απάκι και συνοδευόμενες από ένα είδος άγριων σπαραγγιών που τα πρωτοάκουσα στο φετινό master chef, αλλά δυστυχώς συγκράτησα μεν τη γεύση τους, όχι όμως το όνομά τους (κάτι σαν «σιλιγάρδια»).
Last not least το πιο απλό πιάτο της παρέας: γαρίδες σουβλάκι σε κόκκινη σάλτσα, με ταραμά και φρέσκο αγγουράκι, για να σπάσει η γλύκα. Το γλυκό που μοιραστήκαμε για επιδόρπιο, ξερός λευκός κορμός, ίσως ήταν πολύ απλό για να λειτουργήσει ως επιστέγασμα ενός ασυνήθιστα γευστικού δείπνου. Οι κυρίες της παρέας προτίμησαν ένα μισόκιλο μοσχάτο, οι κύριοι έμειναν σταθεροί στην προτίμησή τους για μπυρίτσα.
Γι’ αυτή την ωραία γευστική εμπειρία πληρώσαμε αγόγγυστα 80 ευρώ για τέσσερα άτομα. Όμως κάτι μας άφησε ελαφρά πικρή γεύση: οι ασύλληπτα μικρές μερίδες! Μη σας ξεγελούν οι κοντινές λήψεις στις φωτογραφίες. Ζήτημα αν αναλογούσαν δύο μπουκιές από κάθε πιάτο στον καθένα μας. Η κοπέλα που μας εξυπηρέτησε με τον καλύτερο τρόπο φρόντισε ευτυχώς να υπάρξει ρέγουλα στο σερβίρισμα, όμως αν μου επιτρέψει η διεύθυνση της ΣΕΜΠΡΕΒΙΒΑ μια συμβουλή: Είτε χρησιμοποιήστε περισσότερες ραβιέρες η μπολ για το σερβίρισμα είτε αλλάξτε τραπέζια. Για τις τιμές δεν θα γκρινιάσω, εξακολουθώ να τις θεωρώ τίμιες για το περίτεχνο των εδεσμάτων που σερβίρονται.