Η Μπέμπα “χάθηκε” από τον πεζόδρομο της Ακαδήμου, εν μέσω πανδημίας και καραντινών. Ο μικρός αυτός χώρος -δημιούργημα του αείμνηστου Λουκιανού Κηλαηδόνη- που στέγασε για κάποια χρόνια τα όνειρα της Πέτρας Αδραχτά, εδώ και πολύ καιρό έχει έντονα τα σημάδια εγκατάλειψης με το σκονισμένο λουκέτο στην εξώπορτα να σφραγίζει το τέλος εποχής.
Και ξαφνικά σε ένα “σερφάρισμα” της ευρύτερης περιοχής του Κεραμεικού βλέπω την Μπέμπα να μου κλείνει το μάτι!
Πρώτη μου σκέψη ήταν η έλλειψη επικαιροποίησης στο status κάποιων εστιατορίων. Αυτό το “οριστικά κλειστό” που βλέπω πολύ συχνά τώρα τελευταία, δεν αναφερόταν εδώ. Δεύτερη σκέψη ήταν να πάρω ένα τηλέφωνο, έτσι για να μου φύγει η ιδέα…Βρε λες? Και πήρα αμέσως…. Και όταν στην άλλη γραμμή απάντησαν “Παρακαλώ Μπέμπα” μου πήρε λίγα δευτερολέπτου να συνέλθω, άλλα τόσα να το πιστέψω και ακόμη τόσα για να κάνω κράτηση για την ίδια ημέρα.
Από τη χαρά μου, φυσικά δεν έδωσα καμία σημασία στη διεύθυνση… Γνωστή διαδρομή, πάμε με κλειστά μάτια. Και φτάνω με τον καλό μου στον πεζόδρομο της Ακαδήμου και βρίσκω την ίδια εικόνα! Εγκατάλειψη!
Τότε μου κόβει να το γκουγκλάρω εκ των υστέρων (τι θα κάναμε χωρίς τις μηχανές αναζήτησης?) βλέπω νέα διεύθυνση, Προδίκου 6, δέκα λεπτά περπάτημα από εδώ. Το κόβουμε με τα πόδια, και μου έρχεται η αναλαμπή! Προδίκου 6 ήταν το Κάππα που έχει κλείσει εδώ και πάρα πολύ καιρό… Καθ΄οδόν για την Προδίκου μπερδεμένη, μονολογώ και αναρωτιέμαι τι θα βρω, που πήρα και που έκανα κράτηση τελικά!
Φτάνουμε και συνειδητοποιούμε ότι το παλαιό Κάππα έχει γίνει το νέο σπίτι της Μπέμπας. Η γνωστή φατσούλα της Μπέμπας απέξω -ακριβώς πάνω από την εξώπορτα- το επιβεβαιώνει. Μου χαμογελάει η Μπέμπα, της χαμογελάω και εγώ!
Ο λιτός χώρος του παλιού Κ. δεν έχει αλλάξει, απλώς έχει φύγει μία ογκώδης διακοσμητική σύνθεση για να χωρέσουν επιπλέον τραπέζια.
Η αλήθεια είναι πως προτιμούσα το μικρό ζεστό μπιστρουδάκι της οδού Ακαδήμου, το περιβάλλον μέσα μου άρεσε, είχε μια ρομαντική νότα. Αλλά σε αυτή τη ζωή, δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα! Κι εδώ μια χαρά χώρος είναι.
Όλο το νοικοκυριό της Μπέμπας έχει μετακομίσει εδώ. Τίποτε δεν άφησαν πίσω. Τα λουλουδάτα old fashion πιάτα, τα τυπωμένα μενού, τα κολονάτα ποτήρια κρασιού (δεν έχω χειρότερο από να μου σερβίρουν κρασί στα μικρά κοντά ποτηράκια που χάνεις το άρωμα και την απόλαυση), ακόμη και το οβάλ ξύλινο τραπέζι είναι στημένο στο βάθος του χώρου, κοντά στην τζαμαρία, όπως πας για την εσωτερική αυλή που λειτουργεί με σόμπες.
Η Μπέμπα στο νέο της σπίτι, εξακολουθεί να έχει ακριβώς το ίδιο menu, τις ίδιες τιμές και το ίδιο wine list. Υπάρχει μία αλλαγή, περισσότερα πιάτα ημέρας, μεγαλύτερη ποικιλία.
Η κουζίνα είναι ανοιχτή, βλέπουμε την Πέτρα να δημιουργεί πάνω από τις μαρμίτες της. Τα 2 νέα παιδιά στην εξυπηρέτηση, γεμάτα ευγένεια, ζωντάνια και θετική διάθεση. Μπράβο τους!
Κι εμείς με τη σειρά μας, παραγγείλαμε μερικά από τα γνωστά παλιά πιάτα…έτσι αναγνωριστικά…..έτσι να τα θυμηθούμε…έτσι να για τεστάρουμε την Μπέμπα στο νέο της χώρο.
Σαλάτα μπέμπα, πλούσια πράσινη σαλάτα με λιαστή ντομάτα και μανούρι. Δροσερή, φρέσκια, νοστιμότατη. Κεφτεδάκια, απίθανα αφράτα μυρωδένια, σαν της μαμάς. Πατάτες τηγανητές, ξεροτηγανισμένες σε φρέσκο λάδι, συνοδεύονται με light μουστάρδα. Παστρουμαδόπιτα με αέρινο φύλλο, σκέτη νοστιμιά. Παπαρδέλες με καβουρμά, ΤΟ πιάτο που αγαπούσα και γευόμουν πολύ συχνά. Ναι! η γεύση υπέροχα ίδια, και υπέροχα απαράλακτη!
Το γεύμα συμπληρώθηκε με ερυθρό κρασί merlot -πολύ καλό όπως τότε.
Λογαριασμός στα 40 euro με κέρασμα μπράουνις με παγωτό (ακόμη και το παγωτό είχε αυτό το κάτι που κάνει τη διαφορά στη γεύση!)
Επέλεξα να κάνω ποδαρικό στο νέο μας site με κριτική για ένα εστιατόριο που ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά, όσο κι αν δεν πιστεύω στο love at first sight. Τώρα που το ξανασκέφτομαι δεν είναι ακριβώς έτσι, γιατί είχα πάρει μια γεύση παλιότερα, όταν η σεφ του Μπέμπα, Πέτρα Αδρακτά, μαγείρευε στο Sixtie’s dinner, το οποίο έχει πλέον κλείσει. Εκείνο το μαγαζί μου είχε αφήσει ανάμικτες εντυπώσεις, χωρίς να ευθύνονται αποκλειστικά οι γεύσεις. Φυσικό κι επόμενο λοιπόν, κατά την πρώτη επίσκεψη στη Μπέμπα, πήγα κρατώντας μικρό καλάθι και φεύγοντας ήταν υπερχειλισμένο… Απέκτησε περίοπτη θέση στη λίστα με τα «σιγουράκια» μετά την τρίτη ή τέταρτη επίσκεψη που εξακρίβωσα τη σταθερή του αξία.
Περιγράφω λοιπόν την πιο πρόσφατη επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε το βράδυ της 27ης Αυγούστου με τη συντροφιά του στεφανιού μου και ενός αγαπημένου ζεύγους φίλων. Ιδανικές και όχι κανονικές θα περιέγραφα τις συνθήκες, προσπαθούσαμε καιρό να συναντηθούμε, τα προγράμματά μας δεν το επέτρεπαν και είχαμε υπέροχη διάθεση που επιτέλους τα καταφέραμε. Του Αγίου Φανουρίου παρεμπιπτόντως, δεν ξέρω αν ο άγιος μας βοήθησε σε αυτό, αν ναι τον ευχαριστώ θερμά.
Πιστοί στο ραντεβού μας στις 8, καθίσαμε στο τραπεζάκι που είχαμε κρατήσει νωρίτερα το απόγευμα στον πεζόδρομο, για να μπορούμε κιόλας να απολαύσουμε το τσιγαράκι μας οι καπνίζοντες. Μας δόθηκαν οι κατάλογοι και επιλέξαμε:
• Σαλάτα Μπέμπα (πρασινάδες, ντοματίνια, ψητό μανούρι, λιαστή ντομάτα και σως μπαλσάμικο τα συστατικά που θυμάμαι)
Αξιοπρεπέστατη σαλάτα, έκλεβε τις εντυπώσεις το τυρί σε ένα γευστικά ισορροπημένο σύνολο.
• Φέτα με μέλι και σουσάμι
Άριστη εκτέλεση ενός κατά τα άλλα συνηθισμένου ορεκτικού.
• Πατάτες διπλοτηγανιτές (σερβίρονται με sauce μουστάρδας)
Υπέροχες, χρυσαφένιες και τραγανές οι πατάτες και σε συνδυασμό με την ελαφριά μουσταρδοsauce δικαιολογούν το motto γνωστής διαφήμισης “κανείς δε μπορεί να φάει μόνο ένα”. Ζητήσαμε επιπλέον sauce, δε γινόταν αλλιώς.
• Τηγανιά κοτόπουλο
Στο δίλημμά μας ποια από τις δύο τηγανιές να επιλέξουμε (χοιρινό ή κοτόπουλο), ο σερβιτόρος ήταν ιδιαίτερα επεξηγηματικός και κατατοπιστικός και δε μετανιώσαμε για την τελική μας επιλογή. Εύγευστη, όχι βαριά γεύση για βράδυ, οι άντρες της παρέας επινόησαν νέο τρόπο κατανάλωσης για να μη μείνει στο πιάτο παραπονεμένη η εθιστική σαλτσούλα. Έβαζαν κουταλιές από την τηγανιά στις λεπτές φρυγανισμένες φέτες ψωμιού που μας προσφέρθηκαν αρχικά και voilà οι «μπρουσκέτες με κοτόπουλο».
• Ριζότο μανιταριών
Τι κακό να βρει κάποιος στο ριζότο μανιταριών; Ε, βρήκε ο σύζυγος. Ήταν, λέει, λίγο. Όλοι διαφωνήσαμε, ξέρουμε ότι αποτελούσε μια τυπική σε μέγεθος μερίδα ριζότου. Η πραγματική αλήθεια είναι ότι όσο και να είχε το πιάτο, θα το καταναλώναμε.
• Ψητό συκώτι (σερβίρεται με τηγανιτές πατάτες)
Ευμέγεθες κομμάτι συκωτιού εξαιρετικά ψημένο με υπέροχη σάλτσα.
• Παπαρδέλες με καβουρμά
Εδώ αγαπητοί αναγνώστες θέλω να δώσετε ιδιαίτερη προσοχή. Αν ήμουν στην τηλεόραση σίγουρα θα σας προέτρεπα να σηκωθείτε από καναπέδες, ντιβάνια, κρεβάτια κ.λ.π.. Αυτό το πιάτο απλά ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Να ξέρεις ποντίκω μου, πάντα θα σε ευγνωμονώ, που σε εκείνη την επίσκεψη-γνωριμία μου με το μαγαζί, δε μάσησες από το στραβωμένο απορημένο βλέμμα μου («Μα, καλά; Καβουρμά;») και το παρήγγειλες. Γιατί η ποντίκω ήξερε κυρίες και κύριοι. Και πάλι καλά, μάθαμε κι εμείς. Αξίζει να πας στο μαγαζί μόνο γι’ αυτό. Ο καβουρμάς είναι μαδημένος, όχι έντονος σε γεύση και σε συνδυασμό με τις al dente παπαρδέλες και ό,τι άλλο θεϊκό βάζει το χεράκι της σεφ (δεν έχω καταφέρει ακόμα να αποκωδικοποιήσω τα υλικά της συνταγής) βγάζει ένα αποτέλεσμα λουκούμι!
• 3 κοακόλες (αγαπώ αυτή τη λέξη, μου θυμίζει το πρώτο r του Marlboro), 1 μπύρα Μάμος, 1 κιλό εξαιρετικό λευκό
Να σημειώσω πως τη συγκεκριμένη ημέρα δεν είχαν προσούτο και γι’ αυτό δεν παραγγείλαμε τα ρολάκια με προσούτο-ρόκα-παρμεζάνα που γνωρίσαμε και λατρέψαμε σε προηγούμενες επισκέψεις.
Με το λογαριασμό μάς κέρασαν πολύ καλό καρπούζι (Αμαλιάδας όπως πληροφορηθήκαμε), όπως επίσης τη μία κοακόλα και το 1/2 κιλό κρασί. Μη φανταστείτε ότι έπρεπε να μας γλυκάνουν για το λογαριασμό. Σκάρτα 20€/άτομο (18,5€ συγκεκριμένα) 74€ συνολικά. Πιο vfm πεθαίνεις.
Στάθηκα περισσότερο στη γεύση, έγραψα το ύψος του λογαριασμού, ας αναφερθώ συνοπτικά και στο χώρο, μιας και είναι ήσσονος σημασίας για μένα. Ο εσωτερικός χώρος βγάζει μια ζεστή ατμόσφαιρα με το πιάνο του Λουκιανού Κηλαηδόνη να δεσπόζει, μιας και το οίκημα ανήκει στην Άννα Βαγενά. Τουλάχιστον έτσι μου είπαν, εύχομαι να ισχύει και να μη σας παραπληροφορώ. Παλιά, αλλά εντελώς αρμονικά με όλα, έπιπλα και πλήκτρα πιάνου στον τοίχο είναι τα στοιχεία που αποτυπώθηκαν στη μνήμη μου. Ο εξωτερικός χώρος στον ήσυχο πεζόδρομο με τις καρέκλες καφενείου και τα διάφορα φυτά δίνει την αίσθηση ότι απολαμβάνεις το φαγητό σου σε αυλή παραδοσιακού σπιτιού.
Τελευταίο και πολύ σημαντικό κεφάλαιο η εξυπηρέτηση. Ο νεαρός που μας εξυπηρέτησε θα μπορούσε θεωρώ να παραδίδει σεμινάρια εξυπηρέτησης, διότι κατάφερε κάτι πολύ σημαντικό και σπάνιο. Να πετύχει την ισορροπία μεταξύ της comme il faut ευγένειας της σωστής εξυπηρέτησης και της απροσποίητης οικειότητας ενός οικοδεσπότη. Ήταν εκεί για να μας προτείνει, να μας καθοδηγήσει, να λύσει απορίες όπου χρειάστηκε, να αστειευτεί ακολουθώντας τη διάθεσή μας… Άριστα χωρίς δεύτερη κουβέντα.
Αντί επιλόγου, θα πρότεινα απλά να σηκώσετε το τηλέφωνο και να κλείσετε τραπέζι.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Ξαναβρήκα την Μπέμπα!
Η Μπέμπα “χάθηκε” από τον πεζόδρομο της Ακαδήμου, εν μέσω πανδημίας και καραντινών.
Ο μικρός αυτός χώρος -δημιούργημα του αείμνηστου Λουκιανού Κηλαηδόνη- που στέγασε για κάποια χρόνια τα όνειρα της Πέτρας Αδραχτά, εδώ και πολύ καιρό έχει έντονα τα σημάδια εγκατάλειψης με το σκονισμένο λουκέτο στην εξώπορτα να σφραγίζει το τέλος εποχής.
Και ξαφνικά σε ένα “σερφάρισμα” της ευρύτερης περιοχής του Κεραμεικού βλέπω την Μπέμπα να μου κλείνει το μάτι!
Πρώτη μου σκέψη ήταν η έλλειψη επικαιροποίησης στο status κάποιων εστιατορίων.
Αυτό το “οριστικά κλειστό” που βλέπω πολύ συχνά τώρα τελευταία, δεν αναφερόταν εδώ.
Δεύτερη σκέψη ήταν να πάρω ένα τηλέφωνο, έτσι για να μου φύγει η ιδέα…Βρε λες?
Και πήρα αμέσως….
Και όταν στην άλλη γραμμή απάντησαν “Παρακαλώ Μπέμπα” μου πήρε λίγα δευτερολέπτου να συνέλθω, άλλα τόσα να το πιστέψω και ακόμη τόσα για να κάνω κράτηση για την ίδια ημέρα.
Από τη χαρά μου, φυσικά δεν έδωσα καμία σημασία στη διεύθυνση…
Γνωστή διαδρομή, πάμε με κλειστά μάτια.
Και φτάνω με τον καλό μου στον πεζόδρομο της Ακαδήμου και βρίσκω την ίδια εικόνα! Εγκατάλειψη!
Τότε μου κόβει να το γκουγκλάρω εκ των υστέρων (τι θα κάναμε χωρίς τις μηχανές αναζήτησης?) βλέπω νέα διεύθυνση, Προδίκου 6, δέκα λεπτά περπάτημα από εδώ.
Το κόβουμε με τα πόδια, και μου έρχεται η αναλαμπή! Προδίκου 6 ήταν το Κάππα που έχει κλείσει εδώ και πάρα πολύ καιρό…
Καθ΄οδόν για την Προδίκου μπερδεμένη, μονολογώ και αναρωτιέμαι τι θα βρω, που πήρα και που έκανα κράτηση τελικά!
Φτάνουμε και συνειδητοποιούμε ότι το παλαιό Κάππα έχει γίνει το νέο σπίτι της Μπέμπας. Η γνωστή φατσούλα της Μπέμπας απέξω -ακριβώς πάνω από την εξώπορτα- το επιβεβαιώνει. Μου χαμογελάει η Μπέμπα, της χαμογελάω και εγώ!
Ο λιτός χώρος του παλιού Κ. δεν έχει αλλάξει, απλώς έχει φύγει μία ογκώδης διακοσμητική σύνθεση για να χωρέσουν επιπλέον τραπέζια.
Η αλήθεια είναι πως προτιμούσα το μικρό ζεστό μπιστρουδάκι της οδού Ακαδήμου, το περιβάλλον μέσα μου άρεσε, είχε μια ρομαντική νότα.
Αλλά σε αυτή τη ζωή, δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα! Κι εδώ μια χαρά χώρος είναι.
Όλο το νοικοκυριό της Μπέμπας έχει μετακομίσει εδώ. Τίποτε δεν άφησαν πίσω.
Τα λουλουδάτα old fashion πιάτα, τα τυπωμένα μενού, τα κολονάτα ποτήρια κρασιού (δεν έχω χειρότερο από να μου σερβίρουν κρασί στα μικρά κοντά ποτηράκια που χάνεις το άρωμα και την απόλαυση), ακόμη και το οβάλ ξύλινο τραπέζι είναι στημένο στο βάθος του χώρου, κοντά στην τζαμαρία, όπως πας για την εσωτερική αυλή που λειτουργεί με σόμπες.
Η Μπέμπα στο νέο της σπίτι, εξακολουθεί να έχει ακριβώς το ίδιο menu, τις ίδιες τιμές και το ίδιο wine list.
Υπάρχει μία αλλαγή, περισσότερα πιάτα ημέρας, μεγαλύτερη ποικιλία.
Η κουζίνα είναι ανοιχτή, βλέπουμε την Πέτρα να δημιουργεί πάνω από τις μαρμίτες της. Τα 2 νέα παιδιά στην εξυπηρέτηση, γεμάτα ευγένεια, ζωντάνια και θετική διάθεση. Μπράβο τους!
Κι εμείς με τη σειρά μας, παραγγείλαμε μερικά από τα γνωστά παλιά πιάτα…έτσι αναγνωριστικά…..έτσι να τα θυμηθούμε…έτσι να για τεστάρουμε την Μπέμπα στο νέο της χώρο.
Σαλάτα μπέμπα, πλούσια πράσινη σαλάτα με λιαστή ντομάτα και μανούρι. Δροσερή, φρέσκια, νοστιμότατη.
Κεφτεδάκια, απίθανα αφράτα μυρωδένια, σαν της μαμάς.
Πατάτες τηγανητές, ξεροτηγανισμένες σε φρέσκο λάδι, συνοδεύονται με light μουστάρδα.
Παστρουμαδόπιτα με αέρινο φύλλο, σκέτη νοστιμιά.
Παπαρδέλες με καβουρμά, ΤΟ πιάτο που αγαπούσα και γευόμουν πολύ συχνά. Ναι! η γεύση υπέροχα ίδια, και υπέροχα απαράλακτη!
Το γεύμα συμπληρώθηκε με ερυθρό κρασί merlot -πολύ καλό όπως τότε.
Λογαριασμός στα 40 euro με κέρασμα μπράουνις με παγωτό (ακόμη και το παγωτό είχε αυτό το κάτι που κάνει τη διαφορά στη γεύση!)
Τώρα που την ξαναβρήκα….θέλει και ερώτημα?
Επέλεξα να κάνω ποδαρικό στο νέο μας site με κριτική για ένα εστιατόριο που ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά, όσο κι αν δεν πιστεύω στο love at first sight. Τώρα που το ξανασκέφτομαι δεν είναι ακριβώς έτσι, γιατί είχα πάρει μια γεύση παλιότερα, όταν η σεφ του Μπέμπα, Πέτρα Αδρακτά, μαγείρευε στο Sixtie’s dinner, το οποίο έχει πλέον κλείσει. Εκείνο το μαγαζί μου είχε αφήσει ανάμικτες εντυπώσεις, χωρίς να ευθύνονται αποκλειστικά οι γεύσεις. Φυσικό κι επόμενο λοιπόν, κατά την πρώτη επίσκεψη στη Μπέμπα, πήγα κρατώντας μικρό καλάθι και φεύγοντας ήταν υπερχειλισμένο… Απέκτησε περίοπτη θέση στη λίστα με τα «σιγουράκια» μετά την τρίτη ή τέταρτη επίσκεψη που εξακρίβωσα τη σταθερή του αξία.
Περιγράφω λοιπόν την πιο πρόσφατη επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε το βράδυ της 27ης Αυγούστου με τη συντροφιά του στεφανιού μου και ενός αγαπημένου ζεύγους φίλων. Ιδανικές και όχι κανονικές θα περιέγραφα τις συνθήκες, προσπαθούσαμε καιρό να συναντηθούμε, τα προγράμματά μας δεν το επέτρεπαν και είχαμε υπέροχη διάθεση που επιτέλους τα καταφέραμε. Του Αγίου Φανουρίου παρεμπιπτόντως, δεν ξέρω αν ο άγιος μας βοήθησε σε αυτό, αν ναι τον ευχαριστώ θερμά.
Πιστοί στο ραντεβού μας στις 8, καθίσαμε στο τραπεζάκι που είχαμε κρατήσει νωρίτερα το απόγευμα στον πεζόδρομο, για να μπορούμε κιόλας να απολαύσουμε το τσιγαράκι μας οι καπνίζοντες. Μας δόθηκαν οι κατάλογοι και επιλέξαμε:
• Σαλάτα Μπέμπα (πρασινάδες, ντοματίνια, ψητό μανούρι, λιαστή ντομάτα και σως μπαλσάμικο τα συστατικά που θυμάμαι)
Αξιοπρεπέστατη σαλάτα, έκλεβε τις εντυπώσεις το τυρί σε ένα γευστικά ισορροπημένο σύνολο.
• Φέτα με μέλι και σουσάμι
Άριστη εκτέλεση ενός κατά τα άλλα συνηθισμένου ορεκτικού.
• Πατάτες διπλοτηγανιτές (σερβίρονται με sauce μουστάρδας)
Υπέροχες, χρυσαφένιες και τραγανές οι πατάτες και σε συνδυασμό με την ελαφριά μουσταρδοsauce δικαιολογούν το motto γνωστής διαφήμισης “κανείς δε μπορεί να φάει μόνο ένα”. Ζητήσαμε επιπλέον sauce, δε γινόταν αλλιώς.
• Τηγανιά κοτόπουλο
Στο δίλημμά μας ποια από τις δύο τηγανιές να επιλέξουμε (χοιρινό ή κοτόπουλο), ο σερβιτόρος ήταν ιδιαίτερα επεξηγηματικός και κατατοπιστικός και δε μετανιώσαμε για την τελική μας επιλογή. Εύγευστη, όχι βαριά γεύση για βράδυ, οι άντρες της παρέας επινόησαν νέο τρόπο κατανάλωσης για να μη μείνει στο πιάτο παραπονεμένη η εθιστική σαλτσούλα. Έβαζαν κουταλιές από την τηγανιά στις λεπτές φρυγανισμένες φέτες ψωμιού που μας προσφέρθηκαν αρχικά και voilà οι «μπρουσκέτες με κοτόπουλο».
• Ριζότο μανιταριών
Τι κακό να βρει κάποιος στο ριζότο μανιταριών; Ε, βρήκε ο σύζυγος. Ήταν, λέει, λίγο. Όλοι διαφωνήσαμε, ξέρουμε ότι αποτελούσε μια τυπική σε μέγεθος μερίδα ριζότου. Η πραγματική αλήθεια είναι ότι όσο και να είχε το πιάτο, θα το καταναλώναμε.
• Ψητό συκώτι (σερβίρεται με τηγανιτές πατάτες)
Ευμέγεθες κομμάτι συκωτιού εξαιρετικά ψημένο με υπέροχη σάλτσα.
• Παπαρδέλες με καβουρμά
Εδώ αγαπητοί αναγνώστες θέλω να δώσετε ιδιαίτερη προσοχή. Αν ήμουν στην τηλεόραση σίγουρα θα σας προέτρεπα να σηκωθείτε από καναπέδες, ντιβάνια, κρεβάτια κ.λ.π.. Αυτό το πιάτο απλά ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ. Να ξέρεις ποντίκω μου, πάντα θα σε ευγνωμονώ, που σε εκείνη την επίσκεψη-γνωριμία μου με το μαγαζί, δε μάσησες από το στραβωμένο απορημένο βλέμμα μου («Μα, καλά; Καβουρμά;») και το παρήγγειλες. Γιατί η ποντίκω ήξερε κυρίες και κύριοι. Και πάλι καλά, μάθαμε κι εμείς. Αξίζει να πας στο μαγαζί μόνο γι’ αυτό. Ο καβουρμάς είναι μαδημένος, όχι έντονος σε γεύση και σε συνδυασμό με τις al dente παπαρδέλες και ό,τι άλλο θεϊκό βάζει το χεράκι της σεφ (δεν έχω καταφέρει ακόμα να αποκωδικοποιήσω τα υλικά της συνταγής) βγάζει ένα αποτέλεσμα λουκούμι!
• 3 κοακόλες (αγαπώ αυτή τη λέξη, μου θυμίζει το πρώτο r του Marlboro), 1 μπύρα Μάμος, 1 κιλό εξαιρετικό λευκό
Να σημειώσω πως τη συγκεκριμένη ημέρα δεν είχαν προσούτο και γι’ αυτό δεν παραγγείλαμε τα ρολάκια με προσούτο-ρόκα-παρμεζάνα που γνωρίσαμε και λατρέψαμε σε προηγούμενες επισκέψεις.
Με το λογαριασμό μάς κέρασαν πολύ καλό καρπούζι (Αμαλιάδας όπως πληροφορηθήκαμε), όπως επίσης τη μία κοακόλα και το 1/2 κιλό κρασί. Μη φανταστείτε ότι έπρεπε να μας γλυκάνουν για το λογαριασμό. Σκάρτα 20€/άτομο (18,5€ συγκεκριμένα) 74€ συνολικά. Πιο vfm πεθαίνεις.
Στάθηκα περισσότερο στη γεύση, έγραψα το ύψος του λογαριασμού, ας αναφερθώ συνοπτικά και στο χώρο, μιας και είναι ήσσονος σημασίας για μένα. Ο εσωτερικός χώρος βγάζει μια ζεστή ατμόσφαιρα με το πιάνο του Λουκιανού Κηλαηδόνη να δεσπόζει, μιας και το οίκημα ανήκει στην Άννα Βαγενά. Τουλάχιστον έτσι μου είπαν, εύχομαι να ισχύει και να μη σας παραπληροφορώ. Παλιά, αλλά εντελώς αρμονικά με όλα, έπιπλα και πλήκτρα πιάνου στον τοίχο είναι τα στοιχεία που αποτυπώθηκαν στη μνήμη μου. Ο εξωτερικός χώρος στον ήσυχο πεζόδρομο με τις καρέκλες καφενείου και τα διάφορα φυτά δίνει την αίσθηση ότι απολαμβάνεις το φαγητό σου σε αυλή παραδοσιακού σπιτιού.
Τελευταίο και πολύ σημαντικό κεφάλαιο η εξυπηρέτηση. Ο νεαρός που μας εξυπηρέτησε θα μπορούσε θεωρώ να παραδίδει σεμινάρια εξυπηρέτησης, διότι κατάφερε κάτι πολύ σημαντικό και σπάνιο. Να πετύχει την ισορροπία μεταξύ της comme il faut ευγένειας της σωστής εξυπηρέτησης και της απροσποίητης οικειότητας ενός οικοδεσπότη. Ήταν εκεί για να μας προτείνει, να μας καθοδηγήσει, να λύσει απορίες όπου χρειάστηκε, να αστειευτεί ακολουθώντας τη διάθεσή μας… Άριστα χωρίς δεύτερη κουβέντα.
Αντί επιλόγου, θα πρότεινα απλά να σηκώσετε το τηλέφωνο και να κλείσετε τραπέζι.