Και μου το είχανε πει εμένα, που να τρέχεις στην Εύβοια; Είναι καμένη, είναι ταλαιπωρημένη, είναι κατατρεγμένη και δεν ξέρει και από φαγητό. Καλά δεν είσαι σπίτι σου; Εγώ όμως εκεί, σκέτο πείσμα! Εντάξει φταίει και η μάνα μου που αφού γκρίνιαξε για τρία μερόνυχτα στον πατέρα μου ότι δεν την πάει ποτέ πουθενά και αυτός της έκλεισε 10 μέρες διακοπές στην εξωτική και καθόλου προβλέψιμη βόρεια Εύβοια, η μάνα μου του είπε ότι πιο πιθανό είναι να πάει στην Καμπούλ εν μέσω βομβαρδισμών πάρα ξανά στο χωριό με τα γερόντια. Κάπως έτσι το σπίτι που έκλεισαν έμεινε άδειο και προπληρωμένο και η κόρη τους που είχε σκοπό να απλώσει την πετσέτα της στον κήπο του σπιτιού της και να βρέχεται με το λάστιχο, βρέθηκε σε ένα χωριό στη βόρεια Εύβοια, που το πιο συναρπαστικό πράγμα που είχε να κάνεις ήταν η πρέφα στο καφενείο με τους υπερήλικες. Και επειδή είναι γνωστό ότι οι υπερήλικες κι εγώ δεν έχουμε πολλά κοινά, πέρα ίσως απ’ τον πόνο στη μέση, φρόντισα να πάρω παρέα μαζί μου για να υποφέρω με συντροφιά τουλάχιστον!
Καθότι το χωριό δεν το ξέραμε, στο πρώτο μαγαζί που βρήκαμε κοντά στο σπίτι που νοικιάσαμε, καταλήξαμε και για φαγητό. Ήταν και πολλά υποσχόμενο άλλωστε, ειδικά αυτή η ταμπέλα που υποσχόταν σουβλάκια, πίτσα, μακαρονάδες, σάντουιτς, βάφλες, κρέπες, μπέργκερ, σοβάντισμα και εκπαίδευση λιονταριών με διαβεβαίωσε ότι οι άνθρωποι είναι πλήρως ειδικευμένοι σε αυτό που κάνουν. Είχε, όμως, αιώρες και πιτσιρίκια και αυτό υπερίσχυσε, γιατί όταν έχεις ένα δίχρονο μαζί, την δηλητηρίαση την ρισκάρεις, το να βαρεθεί και να ουρλιάζει μέχρι να παραιτηθείς και να το πας σπίτι, όχι.
Ο χώρος μέσα ήταν αυτός ενός συνοικιακού μαγαζιού με κάμποσα εξωτερικά τραπεζάκια στην απέναντι πλατεία, όπου κάθισαν και οι υποφαινόμενοι. Αν περιμένετε καμιά εμφάνιση της προκοπής, καμιά πρόσφατη ανακαίνιση η καμιά σοβαρή καθαριότητα έχετε μεγαλύτερη φαντασία από τους παραγωγούς του Game of Thrones που καρατόμησαν την τελευταία σεζόν. Αυτά τα τραπεζάκια πρέπει να αγοράστηκαν με το άνοιγμα του μαγαζιού όταν ο προπάππους τους είχε ακόμα δόντια και οι σχάρες να καθαρίστηκαν τελευταία φορά λίγο μετά την αντιπολίτευση. Αλλά αυτά δεν είναι καν τα προβλήματα.
Τα προβλήματα έρχονται με το απροσάρμοστο service. Είναι από αυτά τα μαγαζιά που μια γιαγιά τα άνοιξε κάποτε και έχει για προσωπικό τα παιδιά, τα ανίψια, τα εγγόνια, τις νύφες, την συμπεθέρα και το κουτάβι τους, επομένως η εκπαίδευση στην εξυπηρέτηση έχει εντυπωσιακά ανεβασμένο επίπεδο. Τύφλα να ‘χουν η οι σαντουιτσάδες έξω απ’ το Καραϊσκάκη μετά από συναυλία. Έρχεται η σερβιτόρα, νεαρή και με το βλέμμα του ελαφιού που κοιτάζει νταλίκα να έρχεται κατά πάνω του για να πάρει παραγγελία. Στα τρεισήμισι άτομα έκανε λάθος στην παραγγελία των δύο. Θα μου πεις, τα λάθη ανθρώπινα. Όταν τα διορθώνεις, είναι. Όταν είσαι ντουγάνι και ξέρεις από εξυπηρέτηση όσα ο σκύλος μου από αστροφυσική, απλώς κλείνεις το φαγάδικο πριν το λαμπραντόρ μου μετενσαρκώσει στον Κοπέρνικο και γίνεσαι δημόσιος υπάλληλος. Έχεις όλα τα προσόντα.
Ο τυχερός της παρέας πήρε τρία καλαμάκια χοιρινά με μία πίτα και του ήρθαν, πράγματι, τρία καλαμάκια και μία πίτα. Τα καλαμάκια ήταν αυτά τα κατεψυγμένα, τα πλακέ, τα φτιαγμένα με μηχάνημα, αλλά τουλάχιστον ήταν αυτά που ζήτησε και χωρίς να είναι καλά, δεν ήταν άσχημα. Και του μωρού η παραγγελία ήρθε σωστή, αλλά ήταν ένα καλαμάκι κοτόπουλο, δεν θα τους επιβραβεύσω που ξέρουν να ξεχωρίζουν τα ζώα της φάρμας. Επίσης τυποποιημένο, αλλά αυτό το συγχωρώ. Ο τρίτος της παρέας ζήτησε δύο τυλιχτά καλαμάκι κοτόπουλο απ’ όλα. Πήρε μια μερίδα με δύο καλαμάκια κοτόπουλο. Όταν ζήτησε το απονενοημένο, δηλαδή να τα πάρουν πίσω και να τα τυλίξουν, Ο πανικός στο πρόσωπο της σερβιτόρας θύμιζε πίνακα του Μουνχ. Τελικως ήρθαν τυλιγμένα αλλά παρέμειναν χρεωμένα ως μερίδα και ως τέτοια τα πληρώσαμε.
Εγώ, που είμαι γνωστή γκαντέμα δεν είχα την ίδια τύχη γιατί είχα παράλογες απαιτήσεις. Αν το καλοσκεφτείς, είναι ξεκάθαρα δικό μου το φταίξιμο. Με γνώμονα ότι η κόρη μου λατρεύει το τυρί ζητήσαμε μια σκεπαστή, το οποίο το λες και θράσος σε παραλιακό χωριό στο πουθενά. Έλα όμως που η τεράστια ταμπέλα που απαριθμούσε από σουβλάκια μέχρι μπακαλιάρο σαλμί το έγραφε με μεγάλα γράμματα. Φρένο στα όνειρα μου έβαλε η σερβιτόρα με την βέβαιη δήλωση ότι ουδέποτε έφτιαχναν αυτό το πιάτο. Clickbait η ταμπέλα. Οπότε, απογοητευμένη λίγο, αλλά με την κατανόηση ότι δεν μπορούν να κάνουν μαγικά, ζητάω και εγώ καλαμάκια χοιρινά. Ενόσω, όμως, κυνηγάω την μικρή από τραπέζι σε τραπέζι σαν τον Δρακουμέλ μη βουτήξει καμία αδέσποτη πατάτα από κανέναν και γίνουμε εντελώς ρεζίλι, παρατηρώ ότι και φτιάχνουν και σερβίρουμε το συγκεκριμένο πιάτο, απλώς όχι σε μένα. Ίσως δεν τους άρεσαν τα μαλλιά μου. Ρωτάω, λοιπόν, την άλλη σερβιτόρα, που είναι μακράν πιο καπάτσα και μου απαντάει ότι μάλλον μπερδεύτηκε η δικιά μας. Τώρα, κάθε οριακά έξυπνος υπάλληλος θα πρότεινε να σου αλλάξει την παραγγελία, αλλά εδώ είπαμε, η εξυπηρέτηση είναι αντίστοιχη του Χίλτον. Οπότε το ζητάω εγώ. Η απάντηση που πήρα ήταν ότι αν δεν έχουν φτιάξει τα καλαμάκια, ίσως. Της δίνω μόνη μου την εξόφθαλμη λύση ότι δεν θέλω να αλλάξω το κρέας, με τα ίδια καλαμάκια θα την φτιάξουν.
Σε οποιοδήποτε άλλο μαγαζί στην υφήλιο, το αίτημα μου είναι παιχνιδάκι. Σε αυτό το μαγαζί ήταν σαν τον γρίφο της Σφίγγας, γι αυτό και προσγειώθηκε μπροστά μου το καλαμάκι το φτωχό, γυμνό και μόνο. Χωρίς καν μια δικαιολογία. Απλώς ήρθε, τοποθετήθηκε βουβά μπροστά μου και έμεινα εγώ με την απορία αν τους ζητούσα να μου τετραγωνίσουν τον κύκλο. Αλλά να ήταν μόνο αυτό το ζόρι της υπόθεσης. Στο πιάτο μπορεί να μην είχε τυρί και πίτα όπως πολύ θα ήθελα, είχε, όμως, μια υγειονομική παράβαση ΝΑ με το συμπάθειο, που δεν θα κατονομάσω γιατί μπορεί να μην πήρα το πτυχίο μου με άριστα, αλλά μέχρι τις ποινές των παραβάσεων του νόμου έφτασε η ύλη που θυμάμαι. Αρχίζει νέος μαραθώνιος να τραβήξουμε την προσοχή της σερβιτόρας, η οποία ακόμα κοιτάει την νταλίκα να έρχεται από το βάθος και δεν μας παρατηρεί. Μας παρατηρεί, όμως, η άλλη, η καπάτσα, και ξέρετε τι κάνει; Τίποτα, γιατί δεν είμαστε δικός της βραχνάς! Με τα πολλά το δικό μας το αστέρι έρχεται, βλέπει την παράβαση στο ανέγγιχτο πιάτο, με ρωτάει «να το πάρω;», λες και υπήρχε περίπτωση η απάντηση να ήταν όχι, άστο να το χαζεύω, το πήρε και έφυγε, όσο βουβά ήρθε.
Έρχεται η ώρα της πληρωμής, η οποία με βρίσκει εκνευρισμένη, νευρική και κυρίως νηστική. Πάει ο καλόβολος μέσα να πληρώσει γιατί την εξύβριση θα την χρεωνόμουν όπως πήγαινε η φάση, τους λέει ο ίδιος ότι επιστρέψαμε ένα πιάτο, από τα 6.50 της χρέωσης του κόβουν τα 6 γιατί είναι λεβέντες και γαλαντόμοι, πληρώνει και τα τυλιχτά για μερίδα και φεύγουμε. Το συγγνώμη ακόμα αναζητείται.
Βέβαια τους χρωστάω και χάρη. Χάρη σε αυτό το άθλιο πράγμα που ονόμαζαν εστιατόριο, ανακαλύψαμε την άλλη μεριά του χωριού που είχε μακράν καλύτερα μαγαζιά και που το ίδιο βράδυ ένα από αυτά τάισε εμένα μια πολύ ωραία πίτσα. Θα σας έλεγα ότι δεν το προτείνω, αλλά αποκλείεται ποτέ να βρεθείτε στον Νέο Πύργο Εύβοιας. Αν, όμως, παρ’ ελπίδα, ναυαγήσετε εκεί πέρα, μην φάτε ποτέ εκεί. Προτιμήστε τα βότσαλα της παραλίας.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Και μου το είχανε πει εμένα, που να τρέχεις στην Εύβοια; Είναι καμένη, είναι ταλαιπωρημένη, είναι κατατρεγμένη και δεν ξέρει και από φαγητό. Καλά δεν είσαι σπίτι σου; Εγώ όμως εκεί, σκέτο πείσμα! Εντάξει φταίει και η μάνα μου που αφού γκρίνιαξε για τρία μερόνυχτα στον πατέρα μου ότι δεν την πάει ποτέ πουθενά και αυτός της έκλεισε 10 μέρες διακοπές στην εξωτική και καθόλου προβλέψιμη βόρεια Εύβοια, η μάνα μου του είπε ότι πιο πιθανό είναι να πάει στην Καμπούλ εν μέσω βομβαρδισμών πάρα ξανά στο χωριό με τα γερόντια. Κάπως έτσι το σπίτι που έκλεισαν έμεινε άδειο και προπληρωμένο και η κόρη τους που είχε σκοπό να απλώσει την πετσέτα της στον κήπο του σπιτιού της και να βρέχεται με το λάστιχο, βρέθηκε σε ένα χωριό στη βόρεια Εύβοια, που το πιο συναρπαστικό πράγμα που είχε να κάνεις ήταν η πρέφα στο καφενείο με τους υπερήλικες. Και επειδή είναι γνωστό ότι οι υπερήλικες κι εγώ δεν έχουμε πολλά κοινά, πέρα ίσως απ’ τον πόνο στη μέση, φρόντισα να πάρω παρέα μαζί μου για να υποφέρω με συντροφιά τουλάχιστον!
Καθότι το χωριό δεν το ξέραμε, στο πρώτο μαγαζί που βρήκαμε κοντά στο σπίτι που νοικιάσαμε, καταλήξαμε και για φαγητό. Ήταν και πολλά υποσχόμενο άλλωστε, ειδικά αυτή η ταμπέλα που υποσχόταν σουβλάκια, πίτσα, μακαρονάδες, σάντουιτς, βάφλες, κρέπες, μπέργκερ, σοβάντισμα και εκπαίδευση λιονταριών με διαβεβαίωσε ότι οι άνθρωποι είναι πλήρως ειδικευμένοι σε αυτό που κάνουν. Είχε, όμως, αιώρες και πιτσιρίκια και αυτό υπερίσχυσε, γιατί όταν έχεις ένα δίχρονο μαζί, την δηλητηρίαση την ρισκάρεις, το να βαρεθεί και να ουρλιάζει μέχρι να παραιτηθείς και να το πας σπίτι, όχι.
Ο χώρος μέσα ήταν αυτός ενός συνοικιακού μαγαζιού με κάμποσα εξωτερικά τραπεζάκια στην απέναντι πλατεία, όπου κάθισαν και οι υποφαινόμενοι. Αν περιμένετε καμιά εμφάνιση της προκοπής, καμιά πρόσφατη ανακαίνιση η καμιά σοβαρή καθαριότητα έχετε μεγαλύτερη φαντασία από τους παραγωγούς του Game of Thrones που καρατόμησαν την τελευταία σεζόν. Αυτά τα τραπεζάκια πρέπει να αγοράστηκαν με το άνοιγμα του μαγαζιού όταν ο προπάππους τους είχε ακόμα δόντια και οι σχάρες να καθαρίστηκαν τελευταία φορά λίγο μετά την αντιπολίτευση. Αλλά αυτά δεν είναι καν τα προβλήματα.
Τα προβλήματα έρχονται με το απροσάρμοστο service. Είναι από αυτά τα μαγαζιά που μια γιαγιά τα άνοιξε κάποτε και έχει για προσωπικό τα παιδιά, τα ανίψια, τα εγγόνια, τις νύφες, την συμπεθέρα και το κουτάβι τους, επομένως η εκπαίδευση στην εξυπηρέτηση έχει εντυπωσιακά ανεβασμένο επίπεδο. Τύφλα να ‘χουν η οι σαντουιτσάδες έξω απ’ το Καραϊσκάκη μετά από συναυλία. Έρχεται η σερβιτόρα, νεαρή και με το βλέμμα του ελαφιού που κοιτάζει νταλίκα να έρχεται κατά πάνω του για να πάρει παραγγελία. Στα τρεισήμισι άτομα έκανε λάθος στην παραγγελία των δύο. Θα μου πεις, τα λάθη ανθρώπινα. Όταν τα διορθώνεις, είναι. Όταν είσαι ντουγάνι και ξέρεις από εξυπηρέτηση όσα ο σκύλος μου από αστροφυσική, απλώς κλείνεις το φαγάδικο πριν το λαμπραντόρ μου μετενσαρκώσει στον Κοπέρνικο και γίνεσαι δημόσιος υπάλληλος. Έχεις όλα τα προσόντα.
Ο τυχερός της παρέας πήρε τρία καλαμάκια χοιρινά με μία πίτα και του ήρθαν, πράγματι, τρία καλαμάκια και μία πίτα. Τα καλαμάκια ήταν αυτά τα κατεψυγμένα, τα πλακέ, τα φτιαγμένα με μηχάνημα, αλλά τουλάχιστον ήταν αυτά που ζήτησε και χωρίς να είναι καλά, δεν ήταν άσχημα. Και του μωρού η παραγγελία ήρθε σωστή, αλλά ήταν ένα καλαμάκι κοτόπουλο, δεν θα τους επιβραβεύσω που ξέρουν να ξεχωρίζουν τα ζώα της φάρμας. Επίσης τυποποιημένο, αλλά αυτό το συγχωρώ. Ο τρίτος της παρέας ζήτησε δύο τυλιχτά καλαμάκι κοτόπουλο απ’ όλα. Πήρε μια μερίδα με δύο καλαμάκια κοτόπουλο. Όταν ζήτησε το απονενοημένο, δηλαδή να τα πάρουν πίσω και να τα τυλίξουν, Ο πανικός στο πρόσωπο της σερβιτόρας θύμιζε πίνακα του Μουνχ. Τελικως ήρθαν τυλιγμένα αλλά παρέμειναν χρεωμένα ως μερίδα και ως τέτοια τα πληρώσαμε.
Εγώ, που είμαι γνωστή γκαντέμα δεν είχα την ίδια τύχη γιατί είχα παράλογες απαιτήσεις. Αν το καλοσκεφτείς, είναι ξεκάθαρα δικό μου το φταίξιμο. Με γνώμονα ότι η κόρη μου λατρεύει το τυρί ζητήσαμε μια σκεπαστή, το οποίο το λες και θράσος σε παραλιακό χωριό στο πουθενά. Έλα όμως που η τεράστια ταμπέλα που απαριθμούσε από σουβλάκια μέχρι μπακαλιάρο σαλμί το έγραφε με μεγάλα γράμματα. Φρένο στα όνειρα μου έβαλε η σερβιτόρα με την βέβαιη δήλωση ότι ουδέποτε έφτιαχναν αυτό το πιάτο. Clickbait η ταμπέλα. Οπότε, απογοητευμένη λίγο, αλλά με την κατανόηση ότι δεν μπορούν να κάνουν μαγικά, ζητάω και εγώ καλαμάκια χοιρινά. Ενόσω, όμως, κυνηγάω την μικρή από τραπέζι σε τραπέζι σαν τον Δρακουμέλ μη βουτήξει καμία αδέσποτη πατάτα από κανέναν και γίνουμε εντελώς ρεζίλι, παρατηρώ ότι και φτιάχνουν και σερβίρουμε το συγκεκριμένο πιάτο, απλώς όχι σε μένα. Ίσως δεν τους άρεσαν τα μαλλιά μου. Ρωτάω, λοιπόν, την άλλη σερβιτόρα, που είναι μακράν πιο καπάτσα και μου απαντάει ότι μάλλον μπερδεύτηκε η δικιά μας. Τώρα, κάθε οριακά έξυπνος υπάλληλος θα πρότεινε να σου αλλάξει την παραγγελία, αλλά εδώ είπαμε, η εξυπηρέτηση είναι αντίστοιχη του Χίλτον. Οπότε το ζητάω εγώ. Η απάντηση που πήρα ήταν ότι αν δεν έχουν φτιάξει τα καλαμάκια, ίσως. Της δίνω μόνη μου την εξόφθαλμη λύση ότι δεν θέλω να αλλάξω το κρέας, με τα ίδια καλαμάκια θα την φτιάξουν.
Σε οποιοδήποτε άλλο μαγαζί στην υφήλιο, το αίτημα μου είναι παιχνιδάκι. Σε αυτό το μαγαζί ήταν σαν τον γρίφο της Σφίγγας, γι αυτό και προσγειώθηκε μπροστά μου το καλαμάκι το φτωχό, γυμνό και μόνο. Χωρίς καν μια δικαιολογία. Απλώς ήρθε, τοποθετήθηκε βουβά μπροστά μου και έμεινα εγώ με την απορία αν τους ζητούσα να μου τετραγωνίσουν τον κύκλο. Αλλά να ήταν μόνο αυτό το ζόρι της υπόθεσης. Στο πιάτο μπορεί να μην είχε τυρί και πίτα όπως πολύ θα ήθελα, είχε, όμως, μια υγειονομική παράβαση ΝΑ με το συμπάθειο, που δεν θα κατονομάσω γιατί μπορεί να μην πήρα το πτυχίο μου με άριστα, αλλά μέχρι τις ποινές των παραβάσεων του νόμου έφτασε η ύλη που θυμάμαι. Αρχίζει νέος μαραθώνιος να τραβήξουμε την προσοχή της σερβιτόρας, η οποία ακόμα κοιτάει την νταλίκα να έρχεται από το βάθος και δεν μας παρατηρεί. Μας παρατηρεί, όμως, η άλλη, η καπάτσα, και ξέρετε τι κάνει; Τίποτα, γιατί δεν είμαστε δικός της βραχνάς! Με τα πολλά το δικό μας το αστέρι έρχεται, βλέπει την παράβαση στο ανέγγιχτο πιάτο, με ρωτάει «να το πάρω;», λες και υπήρχε περίπτωση η απάντηση να ήταν όχι, άστο να το χαζεύω, το πήρε και έφυγε, όσο βουβά ήρθε.
Έρχεται η ώρα της πληρωμής, η οποία με βρίσκει εκνευρισμένη, νευρική και κυρίως νηστική. Πάει ο καλόβολος μέσα να πληρώσει γιατί την εξύβριση θα την χρεωνόμουν όπως πήγαινε η φάση, τους λέει ο ίδιος ότι επιστρέψαμε ένα πιάτο, από τα 6.50 της χρέωσης του κόβουν τα 6 γιατί είναι λεβέντες και γαλαντόμοι, πληρώνει και τα τυλιχτά για μερίδα και φεύγουμε. Το συγγνώμη ακόμα αναζητείται.
Βέβαια τους χρωστάω και χάρη. Χάρη σε αυτό το άθλιο πράγμα που ονόμαζαν εστιατόριο, ανακαλύψαμε την άλλη μεριά του χωριού που είχε μακράν καλύτερα μαγαζιά και που το ίδιο βράδυ ένα από αυτά τάισε εμένα μια πολύ ωραία πίτσα. Θα σας έλεγα ότι δεν το προτείνω, αλλά αποκλείεται ποτέ να βρεθείτε στον Νέο Πύργο Εύβοιας. Αν, όμως, παρ’ ελπίδα, ναυαγήσετε εκεί πέρα, μην φάτε ποτέ εκεί. Προτιμήστε τα βότσαλα της παραλίας.