Πως μπορεί να σε εκπλήξει μία πόλη –λίγο παρεξηγημένη αρχικά.
Τρίτη και τελευταία ημέρα στη Δράμα, πάμε προς την κεντρική αγορά για να αγοράσουμε παραδοσιακά καλούδια για τους αγαπημένους μας στην Αθήνα.
Η ώρα κοντεύει δύο το μεσημέρι και εγώ δεν ξέρω τι να πρωτοδιαλέξω : φρέσκα λαχανικά, όσπρια από τις γειτονικές περιοχές, κρασί, τσίπουρο ή τα σουτζουκ λουκούμ και λοιπά γλυκά?
Ευλογημένη, εύφορη περιοχή, προσφέρει τα αγαθά της απλόχερα (και σε πολύ καλύτερες τιμές από την Αθήνα –να τα λέμε και αυτά).
Λίγο πιο πέρα από την κεντρική αγορά, πίσω από τις πηγές της Αγ. Βαρβάρας, χανόμαστε σε κάτι στενά και τυχαία μπαίνουμε στην αρχή ενός πεζόδρομου.
Παντού κόσμος, καφέ, μεζεδοπωλεία και λοιπά καταστήματα εστίασης.
Όσο πιο μέσα προχωράμε τόσο πιο πολύ ανακαλύπτουμε ένα διαφορετικό πρόσωπο της πόλης.
Νέοι και μεγαλύτεροι κάθονται –κυρίως- στα τραπεζάκια έξω απολαμβάνοντας ίσως τις τελευταίες ηλιόλουστες ημέρες του Νοεμβρίου.
Και λίγο πριν βγούμε ξανά στον κεντρικό δρόμο, ο καλός μου «λύγισε» από τις μυρωδιές και τα μεζεδάκια που βλέπαμε επάνω στα στρωμένα τραπέζια.
«Πεινάς?» μου κάνει την ερώτηση παγίδα.
«Όχι, αλλά θα σου κάνω παρέα» απαντώ ως καλή και –κυρίως-υπάκουη(!!) σύντροφος.
Στο ταβερνάκι του Δαμιανού.
Μικρό μέσα – λίγο περισσότερος χώρος έξω στον πεζόδρομο.
Στρωμένα με καρό τραπεζομάντηλα τραπέζια που ενώνονται για να φιλοξενήσουν περισσότερους- εάν και εφόσον χρειαστεί.
Κλασικές ταλαιπωρημένες παλιού τύπου καρέκλες.
Στα περισσότερα 4άρια τραπέζια υπάρχει και το βοηθητικό του (γιατί μεταξύ μας το 4άρι δε χωρούσε ούτε τους 2 που δεν πεινούσαμε κιόλας!).
Καθίσαμε έξω, σύριζα στον τοίχο έτσι για να βλέπουμε τον κόσμο που περνάει και να νοιώθουμε τις αχτίδες του ήλιου στο πρόσωπό μας.
Άμεση εξυπηρέτηση.
Ήρθε αμέσως ο κατάλογος με περιεχόμενο τόσο όσο πρέπει.
Πρώτο-πρώτο παραγγείλαμε το πιάτο που «σκανδάλησε» το αγόρι μου, αυτό που έγινε η αφορμή να καθίσουμε σε τραπέζι χορτάτοι από προηγούμενο γεύμα.
Το διάσημο σουτζουκάκι του Δαμιανού (ανάμεικτος κιμάς αρνί –μοσχάρι).
Συνοδεύεται από 2-3 φέτες γλυκιάς ντομάτας, φέτες κρεμμυδιού και γλυκό μπούκοβο.
Που το απογειώνει!
Το συγκεκριμένο σουτζουκάκι δε μου φάνηκε ιδιαίτερα λιπαρό ούτε μου άφηνε αυτή τη δυσάρεστη σε εμένα «αρνίσια» γεύση.
Χόρτα (ζοχούς σε αφθονία στη Δράμα).
Γενναία ποσότητα, σωστό βράσιμο.
Σαρμαδάκια που σερβίρονται σκέτα (εννοώ χωρίς συνοδεία ντιπ γιαουρτιού) αλλά με λεμονάκι. Εξαιρετική νοστιμιά.
Πατάτες τηγανητές, κομμένες σαν τσιπς, καμία τσιφουτιά στην ποσότητα.
Τραγανές και χρυσαφένιες, αέρινο τηγάνι.
Μία μπίρα και ένα τεταρτάκι κρασί Νεμέας.
Εκεί τους έκανα την καλοπροαίρετη παρατήρηση : Κρασομάνα Δράμα και φέρνει κρασί από τη Νεμέα? Αμαρτία……
Κέρασμα νοστιμότατο παγωτό.
Ακόμη ένα μαγαζάκι τίμιο που θα φας καλά και παραδοσιακά, σε λογικές τιμές.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Πως μπορεί να σε εκπλήξει μία πόλη –λίγο παρεξηγημένη αρχικά.
Τρίτη και τελευταία ημέρα στη Δράμα, πάμε προς την κεντρική αγορά για να αγοράσουμε παραδοσιακά καλούδια για τους αγαπημένους μας στην Αθήνα.
Η ώρα κοντεύει δύο το μεσημέρι και εγώ δεν ξέρω τι να πρωτοδιαλέξω : φρέσκα λαχανικά, όσπρια από τις γειτονικές περιοχές, κρασί, τσίπουρο ή τα σουτζουκ λουκούμ και λοιπά γλυκά?
Ευλογημένη, εύφορη περιοχή, προσφέρει τα αγαθά της απλόχερα (και σε πολύ καλύτερες τιμές από την Αθήνα –να τα λέμε και αυτά).
Λίγο πιο πέρα από την κεντρική αγορά, πίσω από τις πηγές της Αγ. Βαρβάρας, χανόμαστε σε κάτι στενά και τυχαία μπαίνουμε στην αρχή ενός πεζόδρομου.
Παντού κόσμος, καφέ, μεζεδοπωλεία και λοιπά καταστήματα εστίασης.
Όσο πιο μέσα προχωράμε τόσο πιο πολύ ανακαλύπτουμε ένα διαφορετικό πρόσωπο της πόλης.
Νέοι και μεγαλύτεροι κάθονται –κυρίως- στα τραπεζάκια έξω απολαμβάνοντας ίσως τις τελευταίες ηλιόλουστες ημέρες του Νοεμβρίου.
Και λίγο πριν βγούμε ξανά στον κεντρικό δρόμο, ο καλός μου «λύγισε» από τις μυρωδιές και τα μεζεδάκια που βλέπαμε επάνω στα στρωμένα τραπέζια.
«Πεινάς?» μου κάνει την ερώτηση παγίδα.
«Όχι, αλλά θα σου κάνω παρέα» απαντώ ως καλή και –κυρίως-υπάκουη(!!) σύντροφος.
Στο ταβερνάκι του Δαμιανού.
Μικρό μέσα – λίγο περισσότερος χώρος έξω στον πεζόδρομο.
Στρωμένα με καρό τραπεζομάντηλα τραπέζια που ενώνονται για να φιλοξενήσουν περισσότερους- εάν και εφόσον χρειαστεί.
Κλασικές ταλαιπωρημένες παλιού τύπου καρέκλες.
Στα περισσότερα 4άρια τραπέζια υπάρχει και το βοηθητικό του (γιατί μεταξύ μας το 4άρι δε χωρούσε ούτε τους 2 που δεν πεινούσαμε κιόλας!).
Καθίσαμε έξω, σύριζα στον τοίχο έτσι για να βλέπουμε τον κόσμο που περνάει και να νοιώθουμε τις αχτίδες του ήλιου στο πρόσωπό μας.
Άμεση εξυπηρέτηση.
Ήρθε αμέσως ο κατάλογος με περιεχόμενο τόσο όσο πρέπει.
Πρώτο-πρώτο παραγγείλαμε το πιάτο που «σκανδάλησε» το αγόρι μου, αυτό που έγινε η αφορμή να καθίσουμε σε τραπέζι χορτάτοι από προηγούμενο γεύμα.
Το διάσημο σουτζουκάκι του Δαμιανού (ανάμεικτος κιμάς αρνί –μοσχάρι).
Συνοδεύεται από 2-3 φέτες γλυκιάς ντομάτας, φέτες κρεμμυδιού και γλυκό μπούκοβο.
Που το απογειώνει!
Το συγκεκριμένο σουτζουκάκι δε μου φάνηκε ιδιαίτερα λιπαρό ούτε μου άφηνε αυτή τη δυσάρεστη σε εμένα «αρνίσια» γεύση.
Χόρτα (ζοχούς σε αφθονία στη Δράμα).
Γενναία ποσότητα, σωστό βράσιμο.
Σαρμαδάκια που σερβίρονται σκέτα (εννοώ χωρίς συνοδεία ντιπ γιαουρτιού) αλλά με λεμονάκι. Εξαιρετική νοστιμιά.
Πατάτες τηγανητές, κομμένες σαν τσιπς, καμία τσιφουτιά στην ποσότητα.
Τραγανές και χρυσαφένιες, αέρινο τηγάνι.
Μία μπίρα και ένα τεταρτάκι κρασί Νεμέας.
Εκεί τους έκανα την καλοπροαίρετη παρατήρηση : Κρασομάνα Δράμα και φέρνει κρασί από τη Νεμέα? Αμαρτία……
Κέρασμα νοστιμότατο παγωτό.
Ακόμη ένα μαγαζάκι τίμιο που θα φας καλά και παραδοσιακά, σε λογικές τιμές.