Δεν ξέρω πόσο πιθανό είναι, σε περίπτωση που κάποιος φιλόδοξος επιχειρηματίας ονόματι Καραβίδας σκεπτόταν εν έτει 2000 να ανοίξει μια οικογενειακή επιχείρηση εστίασης, να κατέληγε ιδιοκτήτης ψαροταβέρνας με την ονομασία – πώς αλλιώς; – ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ. Ακούγεται σαν παραμύθι, το ξέρω, όμως κλείνει μέσα σε μια πρόταση την ιστορία της πασίγνωστης ψαροταβέρνας στα σύνορα Νέας Ιωνίας και Γαλατσίου, την οποία επισκεφτήκαμε το βράδυ της εθνικής εορτής παρέα με φιλικό ζευγάρι, το οποίο μάλιστα μας την πρότεινε. Εύγε, φίλε Γιώργο! Εννοείται ότι ανέτρεξα στη σχετική κριτική της έμπειρης Χρυσάνθης (λέγε με Xrusan8emaki), σιγουρεύτηκα ότι πάμε καλά και ακολούθησε έγκαιρη τηλεφωνική κράτηση, η οποία μου έδωσε μια πρόγευση του επαγγελματισμού και της ευγένειας που χαρακτηρίζουν τον ΚΑΡΑΒΙΔΑ.
Το μαγαζί είναι γωνιακό και ευρύχωρο. Μεγάλα τραπέζια, για να χωρέσουν τα πολλά πιάτα που παραγγέλνει η πολυπληθής πελατεία, που βολεύεται σε ψάθινες καρέκλες. Προσωπικό επαρκές και γρήγορο, ο δε κατάλογος πολυσέλιδος, αλλά σαφής. Παμμέγιστη ποικιλία, υπάρχουν κυριολεκτικά τα πάντα όσα μπορεί να προσφέρει μια ψαροταβέρνα, και πραγματικά χαμηλές τιμές, ειδικά για ένα μαγαζί αυτού του είδους.
Καθώς ήταν η πρώτη μας φορά στον ΚΑΡΑΒΙΔΑ, είπαμε να μείνουμε στους ψαρομεζέδες και να αφήσουμε το χοντρό ψάρι για μια επόμενη επίσκεψη. Παραγγείλαμε λοιπόν κρασί χύμα λευκό (ικανοποιητικό) και βαρελίσια μπύρα και τα εξής εδέσματα:
1. Σταμναγκάθι (6.50 €), φρέσκο και σωστά βρασμένο, να κρατάει λίγο στο δόντι.
2. Γαύρος μαρινάτος (6.50 €), πραγματικά μεγάλη μερίδα, μικρού μεγέθους ψαράκια, πολύ σωστά μαριναρισμένα.
3. Παστουρμάς θαλάσσης (8.50 €). Εξήγηση για όσους δεν έχουν ξανακούσει ότι υπάρχει αυτός ο μεζές: Πρόκειται για μπακαλιάρο που υπόκειται στην επεξεργασία του παραδοσιακού παστουρμά, αφυδατώνεται, παστώνεται και επικαλύπτεται με το γνωστό τσιμένι. Ιδανικός ουζομεζές!
4. Γυαλιστερές (6 τεμάχια, 15 €). Φρέσκες πάνω σε πάγο, με ένα μπουκαλάκι καυτερή σάλτσα Tabasco για τους μερακλήδες στο πλάι.
5. Μύδια αχνιστά (7.50 €), το μόνο όχι καλό πιάτο, αφού αφενός τα μύδια δεν ήταν καθόλου ψωμωμένα, αφετέρου απουσίαζε παντελώς το ζουμάκι.
6. Σουπιές κρασάτες (8 €), πολύ σωστά μαγειρεμένες, ίσως ήθελε περισσότερο κρασί η σάλτσα.
7. Καλαμάρι ψητό (11.80 €), ολόφρεσκο, υποδειγματικά ψημένο, έλειωνε στο στόμα.
8. Αθερίνα (7 €), το πιάτο-έκπληξη, γενναία μερίδα, πεντάφρεσκη μικρή αθερίνα, σωστά τηγανισμένη, τρωγόταν σαν τσιπς. Νερό ΕΥΔΑΠ, οι εγκαταστάσεις της οποίας βρίσκονται ακριβώς απέναντι (!), κρύο σε γυάλινη κανάτα και ψωμάκι φρέσκο για τις βούτες.
Αφού σηκώθηκαν τα πιάτα κατέφτασε μια πιατέλα με μπόλικο παγωτό μαστίχα βυσινοστεφανωμένο στο κέντρο και πολλές μικρές μπουκίτσες γλυκών (κορμός, ραβανί κτλ.) τριγύρω. Το τέλειο κλείσιμο. Από τον ΚΑΡΑΒΙΔΑ φύγαμε σχεδόν απόλυτα ικανοποιημένοι και σίγουρα θα ξαναπάμε. Ο συνδυασμός καλού σέρβις, καλής κουζίνας και καλών τιμών είναι άπαιχτος. Να πάτε!
Πάμε για τρελές στις Σεϋχέλλες,
Και για μαρίδα, στον Καραβίδα.
Τέλος σεμιναρίου που δεν έλεγε να τελειώσει, η πολυλογία είναι ίδιον και των πολιτικών και των δικηγόρων και αυτή η μέρα είχε πολύ και από τα δυο, το στομάχι μου έχει φτάσει Κομοτηνή με ΚΤΕΛ και ο όμορφος έχει να φάει από τότε που η Μιμη κυβερνούσε τη χώρα, δια στόματος Αντρέα. Του λέω θέλω ιταλικό, μου λέει θέλω γαρίδες και αντί να φάει μια μακαρονάδα με γαρίδες σε ένα ιταλικό, για να ικανοποιήσουμε και οι δυο τις εύκολα συνδυάσιμες λιγούρες μας, βρεθήκαμε στον Καραβίδα. Όχι, για να μη λένε μερικοί ότι περνάει πάντα το δικό μου!
Τον έχω ακούσει δεκάδες φορές, τα λόγια είναι πάντα θετικά. Μπήκα στον κόπο ποτέ να πάω;; Αλίμονο! Μην αποκτήσω δική μου γνώμη. Φτάνουμε και η πρώτη εντύπωση είναι μια συνεχής έκπληξη: 1. Το μαγαζί είναι πίτα! Πέμπτη βράδυ και δεν έχει ελεύθερο ούτε σκαμπό. Εμείς βέβαια βρήκαμε να κάτσουμε γιατί… 2. Ο σερβιτόρος ήταν φίλος του όμορφου. Είχαν διαγράψει κοινή πορεία στην σερβιτορική τέχνη, και ο όμορφος χάρηκε παρά πολύ που τον πέτυχε μετά από χρόνια. Αυτό βέβαια μας εξασφάλισε και σέρβις υπεραριστο, αλλά απ’ ότι φάνηκε αυτό είναι ο κανόνας εκεί μέσα αφού…. 3. Ο ίδιος ο mr Καραβίδας ήταν παρών, μιλούσε με τον κόσμο, έδειχνε να γνωρίζει προσωπικά τουλάχιστον το 50% της σαλας, που σημαίνει ότι έχει θαμώνες, που σημαίνει ότι κάτι κάνει καλά. Συνολικά στο σέρβις βάζω 10/5, δεν εντόπισα κανένα λάθος και με κέρδισε από το πρώτο δευτερόλεπτο. Και σε συμπεριφορά και σε εξυπηρετηση.
Ο χώρος είναι Καθαρός μεν, αδιάφορος δε, με πάρα πολλά τραπέζια, το ένα πολύ κοντά στο άλλο. Πράγμα φυσιολογικό, αφού αν μπορούσαν θα βάζαν και τραπέζια στη στέγη με τόσο κόσμο πρόθυμο να φάει εκεί, αλλά δεν παύει να δημιουργεί μια χαβρα και μια αίσθηση μειωμένης ιδιωτικότητας.
Στα του φαγητού, πέρα από το κλασσικό μενού έχουν και ένα μενού προσφοράς, με κάμποσες επιλογές που καλύπτει τα περισσότερα γούστα. Προσοχή γιατί οι μερίδες στο μενού είναι κανονικές και αν σας παρασύρει η λαιμαργία σαν κάτι γνωστούς μου, θα χρειαστείτε τρία μερόνυχτα να χωνέψετε. Εμείς, για να μη μείνει κανεις παραπονεμένος, πήραμε και το μενού των 32€ και α λα καρτ ό,τι μας γυάλισε. Περιττό να πω ότι άνετα ταΐζαμε και τρίτο άτομο, πέραν της κόρης μου που τρώει για 5 μαύρους μπασκεντμπολιστες.
Το μενού των 32€ περιλαμβάνει μια σαλάτα, ένα ορεκτικό, δυο κυρίως και δυο γλυκά, ανάμεσα σε πολλές επιλογές. Από αυτό πήραμε χόρτα αντί σαλάτας, τα οποία και ήταν ωραία βρασμένα βλήτα, για τα οποία τίποτα δεν έχω να πω γιατί είναι χόρτα βραστά, όχι παπια κονφι να απαιτούν κάποιο ταλέντο. Ορεκτικό πήραμε μύδια αχνιστά τα οποία αποδείχθηκαν πολύ πολύ νόστιμα γιατί το λαδολεμονόζουμό τους ήταν πολύ πετυχημένο και τα μύδια είχαν και λίγο ψαχνό, δεν ήταν μόνο κέλυφος και εφέ. Για κυρίως, τώρα, διάλεξε γαριδομακαρονάδα και μπακαλιάρο σκορδαλιά. Όσοι με ξέρουν, ήδη έχουν καταλάβει ότι μόνος του παράγγειλε αφού αν ήταν στο χέρι μου θα τρώγαμε μόνο τηγανητά ψάρια. Η γαριδομακαρονάδα ήταν μια τεράστια έκπληξη, αφού επιτέλους μας έφεραν το ομώνυμο πιάτο και όχι το φτωχό ξαδερφάκι του, το βουνό μακαρόνια με υδαρή κόκκινη σάλτσα και υποψία θαλασσινής αύρας. Η δική τους εκδοχή είχε όντως γαρίδες πάνω, μεγάλες και ψωμωμενες, το έτρωγαν το φαγητό τους στα βάθη του ινδικού ωκεανού, ώστε να μπορούμε κι εμείς να το φάμε τώρα. Το «φάμε» το λέω με την χαλαρή έννοια του όρου, γιατί εγώ αναθεμα και αν το ανακάτεψα με το πηγούνι μου, πριν ο όμορφος το ρουφήξει σαν ηλεκτρική σκούπα στην υπερταχεία λειτουργία!
Ο μπακαλιάρος σκορδαλιά, ω του θαύματος, ήταν ένας κλασικός, κατεψυγμένος μπακαλιάρος σε τραγανό κουρκούτι και σκορδαλιά αυτή την πατέντα του πουρέ σε σκόνη με σκόρδο μέσα, που βασικά δεν είναι σκορδαλιά αλλά το έχω συναντήσει τόσο συχνά που δεν με ξαφνιάζει πλέον, ένα πιάτο ήσυχο και διαδικαστικό. Εκτός μενού πήραμε πατάτες τηγανητές και κολοκυθάκια μαγειρεμένα με την ίδια τεχνική, both σχετικά αδιάφορα και όχι και το καλύτερο τηγάνι που με έχει ταΐσει γενικά, χωρίς, ευτυχώς, να είναι λαδερό το αποτέλεσμα. Το χταποδάκι ξυδατο ήταν υπέροχο. Αρκετό σε ποσότητα, τρυφερό, ωραία βρασμένο και αρτυμένο, έπρεπε να πολεμήσω για να διεκδικήσω λίγο από τον όμορφο.
Νομίζω ότι κάπου εδώ μέχρι και εμείς αποφασίσαμε να βάλουμε μια τελεία και να σταματήσουμε να παραγγέλνουμε, γιατί οι άνθρωποι θα νόμιζαν ότι έχουμε να φάμε από τη μεταπολίτευση. Βέβαια, δεν παραλείψαμε το γλυκό, ή μάλλον τα δυο γλυκά, που ήταν στο μενού και ήρθαν με θράσος. Ήταν εντελώς διαδικαστικά, ραβανί και καρυδόπιτα, δεν θα ασχοληθώ καν, δεν θα με ενδιέφερε εκείνη την ώρα με τόσο φαγητό στο σύστημα μου.
Από οικονομικής πλευράς είναι πραγματικά τίμιο, εμείς δώσαμε κοντά στα 55€ για φαγητό που παραήταν πολύ για δυο, μια μπυρα και ένα αναψυκτικό.
Προφανώς θα ξαναπάμε, απλώς θα έχουμε κάνει κράτηση μισό αιώνα νωρίτερα, για σιγουριά!
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Δεν ξέρω πόσο πιθανό είναι, σε περίπτωση που κάποιος φιλόδοξος επιχειρηματίας ονόματι Καραβίδας σκεπτόταν εν έτει 2000 να ανοίξει μια οικογενειακή επιχείρηση εστίασης, να κατέληγε ιδιοκτήτης ψαροταβέρνας με την ονομασία – πώς αλλιώς; – ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ. Ακούγεται σαν παραμύθι, το ξέρω, όμως κλείνει μέσα σε μια πρόταση την ιστορία της πασίγνωστης ψαροταβέρνας στα σύνορα Νέας Ιωνίας και Γαλατσίου, την οποία επισκεφτήκαμε το βράδυ της εθνικής εορτής παρέα με φιλικό ζευγάρι, το οποίο μάλιστα μας την πρότεινε. Εύγε, φίλε Γιώργο! Εννοείται ότι ανέτρεξα στη σχετική κριτική της έμπειρης Χρυσάνθης (λέγε με Xrusan8emaki), σιγουρεύτηκα ότι πάμε καλά και ακολούθησε έγκαιρη τηλεφωνική κράτηση, η οποία μου έδωσε μια πρόγευση του επαγγελματισμού και της ευγένειας που χαρακτηρίζουν τον ΚΑΡΑΒΙΔΑ.
Το μαγαζί είναι γωνιακό και ευρύχωρο. Μεγάλα τραπέζια, για να χωρέσουν τα πολλά πιάτα που παραγγέλνει η πολυπληθής πελατεία, που βολεύεται σε ψάθινες καρέκλες. Προσωπικό επαρκές και γρήγορο, ο δε κατάλογος πολυσέλιδος, αλλά σαφής. Παμμέγιστη ποικιλία, υπάρχουν κυριολεκτικά τα πάντα όσα μπορεί να προσφέρει μια ψαροταβέρνα, και πραγματικά χαμηλές τιμές, ειδικά για ένα μαγαζί αυτού του είδους.
Καθώς ήταν η πρώτη μας φορά στον ΚΑΡΑΒΙΔΑ, είπαμε να μείνουμε στους ψαρομεζέδες και να αφήσουμε το χοντρό ψάρι για μια επόμενη επίσκεψη. Παραγγείλαμε λοιπόν κρασί χύμα λευκό (ικανοποιητικό) και βαρελίσια μπύρα και τα εξής εδέσματα:
1. Σταμναγκάθι (6.50 €), φρέσκο και σωστά βρασμένο, να κρατάει λίγο στο δόντι.
2. Γαύρος μαρινάτος (6.50 €), πραγματικά μεγάλη μερίδα, μικρού μεγέθους ψαράκια, πολύ σωστά μαριναρισμένα.
3. Παστουρμάς θαλάσσης (8.50 €). Εξήγηση για όσους δεν έχουν ξανακούσει ότι υπάρχει αυτός ο μεζές: Πρόκειται για μπακαλιάρο που υπόκειται στην επεξεργασία του παραδοσιακού παστουρμά, αφυδατώνεται, παστώνεται και επικαλύπτεται με το γνωστό τσιμένι. Ιδανικός ουζομεζές!
4. Γυαλιστερές (6 τεμάχια, 15 €). Φρέσκες πάνω σε πάγο, με ένα μπουκαλάκι καυτερή σάλτσα Tabasco για τους μερακλήδες στο πλάι.
5. Μύδια αχνιστά (7.50 €), το μόνο όχι καλό πιάτο, αφού αφενός τα μύδια δεν ήταν καθόλου ψωμωμένα, αφετέρου απουσίαζε παντελώς το ζουμάκι.
6. Σουπιές κρασάτες (8 €), πολύ σωστά μαγειρεμένες, ίσως ήθελε περισσότερο κρασί η σάλτσα.
7. Καλαμάρι ψητό (11.80 €), ολόφρεσκο, υποδειγματικά ψημένο, έλειωνε στο στόμα.
8. Αθερίνα (7 €), το πιάτο-έκπληξη, γενναία μερίδα, πεντάφρεσκη μικρή αθερίνα, σωστά τηγανισμένη, τρωγόταν σαν τσιπς. Νερό ΕΥΔΑΠ, οι εγκαταστάσεις της οποίας βρίσκονται ακριβώς απέναντι (!), κρύο σε γυάλινη κανάτα και ψωμάκι φρέσκο για τις βούτες.
Αφού σηκώθηκαν τα πιάτα κατέφτασε μια πιατέλα με μπόλικο παγωτό μαστίχα βυσινοστεφανωμένο στο κέντρο και πολλές μικρές μπουκίτσες γλυκών (κορμός, ραβανί κτλ.) τριγύρω. Το τέλειο κλείσιμο. Από τον ΚΑΡΑΒΙΔΑ φύγαμε σχεδόν απόλυτα ικανοποιημένοι και σίγουρα θα ξαναπάμε. Ο συνδυασμός καλού σέρβις, καλής κουζίνας και καλών τιμών είναι άπαιχτος. Να πάτε!
Πάμε για τρελές στις Σεϋχέλλες,
Και για μαρίδα, στον Καραβίδα.
Τέλος σεμιναρίου που δεν έλεγε να τελειώσει, η πολυλογία είναι ίδιον και των πολιτικών και των δικηγόρων και αυτή η μέρα είχε πολύ και από τα δυο, το στομάχι μου έχει φτάσει Κομοτηνή με ΚΤΕΛ και ο όμορφος έχει να φάει από τότε που η Μιμη κυβερνούσε τη χώρα, δια στόματος Αντρέα. Του λέω θέλω ιταλικό, μου λέει θέλω γαρίδες και αντί να φάει μια μακαρονάδα με γαρίδες σε ένα ιταλικό, για να ικανοποιήσουμε και οι δυο τις εύκολα συνδυάσιμες λιγούρες μας, βρεθήκαμε στον Καραβίδα. Όχι, για να μη λένε μερικοί ότι περνάει πάντα το δικό μου!
Τον έχω ακούσει δεκάδες φορές, τα λόγια είναι πάντα θετικά. Μπήκα στον κόπο ποτέ να πάω;; Αλίμονο! Μην αποκτήσω δική μου γνώμη. Φτάνουμε και η πρώτη εντύπωση είναι μια συνεχής έκπληξη: 1. Το μαγαζί είναι πίτα! Πέμπτη βράδυ και δεν έχει ελεύθερο ούτε σκαμπό. Εμείς βέβαια βρήκαμε να κάτσουμε γιατί… 2. Ο σερβιτόρος ήταν φίλος του όμορφου. Είχαν διαγράψει κοινή πορεία στην σερβιτορική τέχνη, και ο όμορφος χάρηκε παρά πολύ που τον πέτυχε μετά από χρόνια. Αυτό βέβαια μας εξασφάλισε και σέρβις υπεραριστο, αλλά απ’ ότι φάνηκε αυτό είναι ο κανόνας εκεί μέσα αφού…. 3. Ο ίδιος ο mr Καραβίδας ήταν παρών, μιλούσε με τον κόσμο, έδειχνε να γνωρίζει προσωπικά τουλάχιστον το 50% της σαλας, που σημαίνει ότι έχει θαμώνες, που σημαίνει ότι κάτι κάνει καλά. Συνολικά στο σέρβις βάζω 10/5, δεν εντόπισα κανένα λάθος και με κέρδισε από το πρώτο δευτερόλεπτο. Και σε συμπεριφορά και σε εξυπηρετηση.
Ο χώρος είναι Καθαρός μεν, αδιάφορος δε, με πάρα πολλά τραπέζια, το ένα πολύ κοντά στο άλλο. Πράγμα φυσιολογικό, αφού αν μπορούσαν θα βάζαν και τραπέζια στη στέγη με τόσο κόσμο πρόθυμο να φάει εκεί, αλλά δεν παύει να δημιουργεί μια χαβρα και μια αίσθηση μειωμένης ιδιωτικότητας.
Στα του φαγητού, πέρα από το κλασσικό μενού έχουν και ένα μενού προσφοράς, με κάμποσες επιλογές που καλύπτει τα περισσότερα γούστα. Προσοχή γιατί οι μερίδες στο μενού είναι κανονικές και αν σας παρασύρει η λαιμαργία σαν κάτι γνωστούς μου, θα χρειαστείτε τρία μερόνυχτα να χωνέψετε. Εμείς, για να μη μείνει κανεις παραπονεμένος, πήραμε και το μενού των 32€ και α λα καρτ ό,τι μας γυάλισε. Περιττό να πω ότι άνετα ταΐζαμε και τρίτο άτομο, πέραν της κόρης μου που τρώει για 5 μαύρους μπασκεντμπολιστες.
Το μενού των 32€ περιλαμβάνει μια σαλάτα, ένα ορεκτικό, δυο κυρίως και δυο γλυκά, ανάμεσα σε πολλές επιλογές. Από αυτό πήραμε χόρτα αντί σαλάτας, τα οποία και ήταν ωραία βρασμένα βλήτα, για τα οποία τίποτα δεν έχω να πω γιατί είναι χόρτα βραστά, όχι παπια κονφι να απαιτούν κάποιο ταλέντο. Ορεκτικό πήραμε μύδια αχνιστά τα οποία αποδείχθηκαν πολύ πολύ νόστιμα γιατί το λαδολεμονόζουμό τους ήταν πολύ πετυχημένο και τα μύδια είχαν και λίγο ψαχνό, δεν ήταν μόνο κέλυφος και εφέ. Για κυρίως, τώρα, διάλεξε γαριδομακαρονάδα και μπακαλιάρο σκορδαλιά. Όσοι με ξέρουν, ήδη έχουν καταλάβει ότι μόνος του παράγγειλε αφού αν ήταν στο χέρι μου θα τρώγαμε μόνο τηγανητά ψάρια. Η γαριδομακαρονάδα ήταν μια τεράστια έκπληξη, αφού επιτέλους μας έφεραν το ομώνυμο πιάτο και όχι το φτωχό ξαδερφάκι του, το βουνό μακαρόνια με υδαρή κόκκινη σάλτσα και υποψία θαλασσινής αύρας. Η δική τους εκδοχή είχε όντως γαρίδες πάνω, μεγάλες και ψωμωμενες, το έτρωγαν το φαγητό τους στα βάθη του ινδικού ωκεανού, ώστε να μπορούμε κι εμείς να το φάμε τώρα. Το «φάμε» το λέω με την χαλαρή έννοια του όρου, γιατί εγώ αναθεμα και αν το ανακάτεψα με το πηγούνι μου, πριν ο όμορφος το ρουφήξει σαν ηλεκτρική σκούπα στην υπερταχεία λειτουργία!
Ο μπακαλιάρος σκορδαλιά, ω του θαύματος, ήταν ένας κλασικός, κατεψυγμένος μπακαλιάρος σε τραγανό κουρκούτι και σκορδαλιά αυτή την πατέντα του πουρέ σε σκόνη με σκόρδο μέσα, που βασικά δεν είναι σκορδαλιά αλλά το έχω συναντήσει τόσο συχνά που δεν με ξαφνιάζει πλέον, ένα πιάτο ήσυχο και διαδικαστικό. Εκτός μενού πήραμε πατάτες τηγανητές και κολοκυθάκια μαγειρεμένα με την ίδια τεχνική, both σχετικά αδιάφορα και όχι και το καλύτερο τηγάνι που με έχει ταΐσει γενικά, χωρίς, ευτυχώς, να είναι λαδερό το αποτέλεσμα. Το χταποδάκι ξυδατο ήταν υπέροχο. Αρκετό σε ποσότητα, τρυφερό, ωραία βρασμένο και αρτυμένο, έπρεπε να πολεμήσω για να διεκδικήσω λίγο από τον όμορφο.
Νομίζω ότι κάπου εδώ μέχρι και εμείς αποφασίσαμε να βάλουμε μια τελεία και να σταματήσουμε να παραγγέλνουμε, γιατί οι άνθρωποι θα νόμιζαν ότι έχουμε να φάμε από τη μεταπολίτευση. Βέβαια, δεν παραλείψαμε το γλυκό, ή μάλλον τα δυο γλυκά, που ήταν στο μενού και ήρθαν με θράσος. Ήταν εντελώς διαδικαστικά, ραβανί και καρυδόπιτα, δεν θα ασχοληθώ καν, δεν θα με ενδιέφερε εκείνη την ώρα με τόσο φαγητό στο σύστημα μου.
Από οικονομικής πλευράς είναι πραγματικά τίμιο, εμείς δώσαμε κοντά στα 55€ για φαγητό που παραήταν πολύ για δυο, μια μπυρα και ένα αναψυκτικό.
Προφανώς θα ξαναπάμε, απλώς θα έχουμε κάνει κράτηση μισό αιώνα νωρίτερα, για σιγουριά!