Η ΜΠΕΜΠΕΚΑ ακολουθεί και επιβεβαιώνει την κλασσική, επιτυχημένη χαλανδριώτικη συνταγή: μια παλιά μονοκατοικία μετετράπη – όπως τόσες άλλες – χωρίς δραστικές αλλαγές και παρεμβάσεις σε πολυμορφική ταβέρνα με πολλούς χώρους, κλειστούς και υπαίθριους, απλούς έως ιδιαίτερα ελκυστικούς, ανάλογα με το πού θα καθίσεις, που αυτό βέβαια εξαρτάται από την εποχή και τον καιρό. Όταν θέλω να κουβεντιάσω με την ησυχία μου, προτιμώ, εφόσον είναι ελεύθερο, το μοναχικό τραπέζι στον υπερυψωμένο εξώστη στη μπροστινή πλευρά, τους κρύους μήνες βρίσκουμε φιλοξενία σε κάποιο από τα πραγματικά χαριτωμένα, διακοσμημένα με μαυροπίνακες και παιδικές ζωγραφιές, μέσα δωμάτια, γενικά όμως προτιμώ τη ΜΠΕΜΠΕΚΑ όταν φορά τα καλοκαιρινά της: ο φυσικός κήπος της με τον ξυλόφουρνο στο βάθος (κρίμα που δεν λειτουργεί) είναι όλα τα λεφτά, όαση πρασίνου στην κυριολεξία. Άνετα ξύλινα τραπέζια με γουστόζικο χάρτινο κάλυμμα, άνετα καθίσματα και πράσινο, πολύ πράσινο.
Η ΜΠΕΜΠΕΚΑ δεν έχει λοιπόν ως χώρος κάτι το ασυνήθιστο, αυτό ακριβώς όμως νομίζω ότι της εξασφαλίζει το σουξέ που εμφανώς έχει. Με εύκολη πρόσβαση από την πρώην πλατεία Κέννεντυ και σχετικά εύκολο παρκάρισμα στους γύρω δρόμους (4 στα 10), σε ήσυχο σημείο ανάμεσα σε κατοικίες, εύκολα προσελκύει όχι μόνο περίοικους και κατοίκους των Β.Π. γενικώς, αλλά και πελατεία από όλο το λεκανοπέδιο. που εμπιστεύεται την παράδοση: απλό φαγητό, ποικιλία με έμφαση στα ψητά, μαμαδίστικα μαγειρευτά, (αρκετά) μεγάλες μερίδες, (πολύ) λογικές τιμές. Όλα αυτά θα τα βρείτε εδώ. Το σέρβις, στον απόηχο της πανδημίας, έχει βελτιωθεί, εξακολουθούν όμως νομίζω να λείπουν οι πάντα απαραίτητοι πεπειραμένοι σερβιτόροι.
Η ΜΠΕΜΠΕΚΑ ξεκίνησε με ένα κατάλογο που περιείχε, αν θυμάμαι καλά, μπιφτέκια, μπριζολάκια, κοτόπουλο, όλα με συνοδεία από μπόλικες πατατούλες, και κάποια μαγειρευτά, από τα οποία ξεχώριζε – και εξακολουθεί να το κάνει – ο κοκκινιστός κόκορας με χοντρά μακαρόνια. Ήδη όμως έχει δημιουργηθεί ένας μεγάλος και ενδιαφέρων κατάλογος που περιέχει, λίγο φύρδην μίγδην είναι η αλήθεια, τόσο παντοειδείς μεζέδες όσο και κανονικά πιάτα, που συνήθως καταλήγουν στη μέση του τραπεζιού. Να μην ξεχάσω τις σούπες, πολύ καλή επιλογή για τις κρύες μέρες. Στην αρχή μαζί με το ψωμί έρχεται ένα πιατάκι με ελιές, καθώς και μια καράφα με παγωμένο νερό, που ανανεώνεται τακτικά. Δωρεάν συμβουλή για το σέρβις: Η ιδέα του προτυπωμένου καταλόγου όπου σημειώνουν οι πελάτες τις επιλογές τους δεν είναι κακή, ούτε και πρωτότυπη βέβαια, όμως η προσπάθεια να χωρέσουν όλα σε μία σελίδα καταλήγει σε ένα ελαφρά κωμικό αποτέλεσμα, που σίγουρα δυσκολεύει το μάτι. Δίστηλη εκτύπωση μπρος πίσω θα έλυνε νομίζω το πρόβλημα χωρίς μεγάλο έξοδο.
Η κουζίνα με τα πάνω και τα κάτω της. Στη χθεσινή επίσκεψη η τετραμελής παρέα μας ξεκίνησε με το αυτονοήτο, δηλαδή τα κολοκυθάκια-στικς, τα βλέπει κανείς σε όλα σχεδόν τα τραπέζια, ακολουθούμενα από τα αυγά πάνω σε φρέσκες τηγανιτές πατάτες, και χειροποίητη τυροσαλάτα, που μου άρεσε κι ας μην είναι καφτερή. Φρέσκες και χορταστικές είναι πάντα οι σαλάτες της ΜΠΕΜΠΕΚΑΣ, τόσο η πράσινη με παρμεζάνα όσο και ο ντάκος μού αρέσουν πάρα πολύ, αν και αυτή τη φορά επιλέξαμε την (χωριάτικη) ελληνική με (sic!) κάπαρη Αιγαίου. Κατόπιν πήραμε μια (μέτρια, καθότι μάλλον άνοστη) χοιρινή τηγανιά λεμονάτη σε πήλινο και κεφτέδες σε σάλτσα ντομάτας, που θα έπρεπε σίγουρα να είναι πιο αφράτοι. Λόγω ζέστης στραφήκαμε σε μπύρες, όπου οι επιλογές είναι δυστυχώς απογοητευτικά λίγες. Ως γλυκό επίλογο απαρνηθήκαμε την πορτοκαλόπιτα, για την οποία φημίζεται το μαγαζί, και μοιραστήκαμε δύο πολύ επιτυχημένα σορμπέ, φράουλα και πεπόνι. Μαζί με το λογαριασμό μάς κέρασαν από ένα παγωμένο λικεράκι.
Η τιμή ανά άτομο ούτε 15 ευρώ (all inclusive, που λένε στο χωριό μου), θα τη χαρακτήριζα λογική και αναμενόμενη, δεδομένου ότι είχαμε διάθεση περισσότερο να μιλήσουμε παρά να φάμε. Από τη ΜΠΕΜΠΕΚΑ δύσκολα θα φύγεις δυσαρεστημένος, ίσως όμως και ποτέ ενθουσιασμένος. Για τους Χαλανδριώτες μπορεί να γίνει στέκι, για τους υπόλοιπους μια σίγουρη λύση, όταν τους φέρει από εκεί ο δρόμος.
Τόσο καιρό ακούσαμε : Υπομονή έναν μήνα … Να σώσουμε τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, τα Φώτα, την 25η Μαρτίου, το Πάσχα …. Κι όμως πέρασαν 6 μήνες μόνο με delivery και take away … Ας μην ξεχνάμε τα μηνύματα και το περιορισμένο χρονικό περιθώριο που μας δινόταν, 21.00…!Μπαφιάσαμε!
Να θες να δοκιμάσεις φαγητό από άλλες περιοχές και να μην μπορείς. Το κυριότερο όλων όμως, να ζήσεις αυτήν την εμπειρία. Όχι να τη γευέσαι μόνο σε αλουμινένια ή χάρτινη συσκευασία.
Η μέρα της απελευθέρωσης έφτασε! 3 Μαϊου. Οι επιλογές πολλές. Η Μπεμπέκα επιλέχθηκε μιας και υπήρξε πολλά χρόνια στη λίστα μου. Ακόμη και όταν φίλος μου είπε μέτρια σχόλια, το ίδιο και από κριτικές του διαδικτύου. Τίποτα, μα τίποτα όμως δε μας σταμάτησε.
Και αφού κλείσαμε τραπέζι για 4 άτομα λίγο πριν τις 8 το βράδυ, παρκάραμε 100 μέτρα από το μαγαζί.
Με την εστίαση να λειτουργεί προς το παρόν μόνο σε εξωτερικούς χώρους, η Μπεμπέκα σου δίνει τη δυνατότητα σε φιλοξενήσει στην αυλή της. Τρεις διαφορετικοί χώροι, με οπτική δυνατότητα προς τον δρόμο, χωρίς να επικοινωνούν μεταξύ τους.
Η εξυπηρέτηση τάχιστη, από την επιβεβαίωση κράτησης μεχρι την ολοκλήρωση του γεύματός σου. Ίσως και λίγο περισσότερο γρήγορη, από όσο έχουμε συνηθίσει. Τα κυρίως πιάτα θα μπορούσαν να σερβιριστούν 10 λεπτά αργότερα.
Όσον αφορά τα μέτρα για τον κορωνοϊό, όλα ήταν σωστά. Αντισηπτικά σε κάθε τραπέζι, σωστές αποστάσεις μεταξύ των τραπεζιών και οι σερβιτόροι φορούσαν κανονικά τις μάσκες τους. Κανένα απολύτως πρόβλημα.
Σχετικά τώρα με τον κατάλογο.Ήρθε σε μια μεγάλη κόλλα χαρτί, όπου σημειώναμε με μολύβι τι θέλουμε. Αρκετά βολικό μιας και αν υπήρχε κατάλογος, θα χρειαζόταν συνεχώς απολύμανση.
Μενού, με κρεατικές επιλογές, χωρίς τρομερά δημιουργικές προτάσεις. Μια χαρά για το ύφος του μαγαζιού. Ικανοποιεί όλα τα γούστα.
Μιας και είχε προηγηθεί κραιπάλη την προηγούμενη ημέρα, Κυριακή του Πάσχα, συμφωνήσαμε να τσιμπήσουμε στη μέση. Μία σαλάτα, 3 ορεκτικά και 2 κυρίως πιάτα. Και πάλι όμως, χορτάσαμε.
– Τραγανά κολοκυθάκια με σως γιαουρτιού , στα 6 ευρώ. Νόστιμα, αρκετά γλυκά και πράγματι τραγανά κολοκύθια βουτηγμένα σε κουρκούτι. Μεγάλη μερίδα. Πιθανόν η σως να είχε και τυρί κρέμα (συν τον άνηθο).
– Πράσινη σαλάτα με ξερά φρούτα, χειροποίητη μαγιονέζα και χειροποίητα κρουτόν, στα 7 ευρώ. Πολλά υποσχόμενη μεν, χωρίς να κάνει τη διαφορά δε. Πλούσια ποσότητα, ακόμη και για 4 άτομα. Η χειροποίητη μαγιονέζα ήταν αρκετά λιπαρή, ενώ τα κρουτόν ήταν … Κορν φλέικς (εκτός και αν κάνω τρομερό λάθος). Δεν ταίριαζαν με την παρασκευή, ίσως κάποια λεπτοκομμένα πιτάκια να ήταν καλύτερα. Φρεσκοφτιαγμένη, θα ήθελα περισσότερα ξερά φρούτα, μιας και αυτά έκαναν τη γευστική διαφορά.Υπερίσχυσε λοιπόν η πρασινάδα.
-Παστουρμαδοφλογέρες με φρέσκια ντομάτα και γραβιέρα, στα 7 ευρώ. Δύο αρκετά χορταστικά τεμάχια, χωρίς να έχουν ρουφήξει περιττά λάδια. Πλούσιο τυρί στη γέμιση, ένιωθες τον παστουρμά. Αρκετά νόστιμες, αν και τηγανιτές. Η ντομάτα έδινε μια αίσθηση δροσιάς.
– Ντοματοφαβοκεφτέδες, στα 6.5 ευρώ. Το πιο αδυναμο/αδιάφορο πιάτο της βραδιάς. Επισημαίνεται πως είναι Κυκλαδίτικη συνταγή. Παρουσιάστηκαν 5 κυλινδρικά τεμάχια, στο εξωτερικό περίβλημα τους είχαν σουσάμι. Αρκετά στεγνές για τα γούστα μας. Στην όψη υπερίσχυσε η ντομάτα, στη γεύση όμως η φάβα. Δεν είχαν ξεκάθαρη γεύση. Το ντιπάκι ήταν παρόμοιο με αυτό που είχαν τα κολοκυθάκια, δροσερό και ταιριαστό.
– Κεφτέδες με κόκκινη σάλτσα και πατάτες τηγανιτές, στα 8 ευρώ. Οι πατάτες ωραίες και λεπτοκομμένες. Τα κεφτεδάκια (7 στον αριθμό) ήταν απλά. Κρεατένια μεν, όχι όμως κάτι αξιομνημόνευτο ώστε να δίνει το κάτι παραπάνω.
– Γίγας μπιφτέκι, γεμιστό με κεφαλοτύρι.Στα 12 ευρώ. Ωραία ψημένο και με μπόλικο τυρί. Δεν ήταν τόσο αφράτο όσο θα περιμέναμε. Οι συνοδευτικές τηγανιτές πατάτες ήταν οι ίδιες με αυτές των κεφτέδων, με την προσθήκη πάπρικας. Στα δικά μου μάτια πάντως, δεν δικαιολογούσε ούτε την τιμή ούτε την ποσότητά του.
– Κόκα Κόλα 250 ml, στα 2.5 ευρώ.
– Ημίγλυκο κρασί 500 ml, στα 5.5 ευρώ. Κόκκινο, κτήματος Τσάνταλη. Πολύ ωραίο και γλυκό. Αξίζει να σημειωθεί πως το κατάστημα μας κέρασε αλλά 500 ml, κίνηση που εκτιμήθηκε ιδιαιτέρως.
Συνολικά πληρώσαμε 58.5 ευρώ, μαζί με το ζυμωτό ψωμί τους και τις ελιές. Μας κέρασαν και σφηνάκι από γρανίτα λεμόνι.
Πόσο μας έλειψε η έξοδος για φαγητό! Η Μπεμπέκα μας φιλοξένησε και ήταν ευγενική και εξυπηρετική. Περάσαμε ευχάριστα 2 ώρες σε έναν προσεγμένο χώρο. Η ατμόσφαιρα ήταν γιορτινή (και πολιτισμένη) για εμάς, έστω και αν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης στα πιάτα.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Η ΜΠΕΜΠΕΚΑ ακολουθεί και επιβεβαιώνει την κλασσική, επιτυχημένη χαλανδριώτικη συνταγή: μια παλιά μονοκατοικία μετετράπη – όπως τόσες άλλες – χωρίς δραστικές αλλαγές και παρεμβάσεις σε πολυμορφική ταβέρνα με πολλούς χώρους, κλειστούς και υπαίθριους, απλούς έως ιδιαίτερα ελκυστικούς, ανάλογα με το πού θα καθίσεις, που αυτό βέβαια εξαρτάται από την εποχή και τον καιρό. Όταν θέλω να κουβεντιάσω με την ησυχία μου, προτιμώ, εφόσον είναι ελεύθερο, το μοναχικό τραπέζι στον υπερυψωμένο εξώστη στη μπροστινή πλευρά, τους κρύους μήνες βρίσκουμε φιλοξενία σε κάποιο από τα πραγματικά χαριτωμένα, διακοσμημένα με μαυροπίνακες και παιδικές ζωγραφιές, μέσα δωμάτια, γενικά όμως προτιμώ τη ΜΠΕΜΠΕΚΑ όταν φορά τα καλοκαιρινά της: ο φυσικός κήπος της με τον ξυλόφουρνο στο βάθος (κρίμα που δεν λειτουργεί) είναι όλα τα λεφτά, όαση πρασίνου στην κυριολεξία. Άνετα ξύλινα τραπέζια με γουστόζικο χάρτινο κάλυμμα, άνετα καθίσματα και πράσινο, πολύ πράσινο.
Η ΜΠΕΜΠΕΚΑ δεν έχει λοιπόν ως χώρος κάτι το ασυνήθιστο, αυτό ακριβώς όμως νομίζω ότι της εξασφαλίζει το σουξέ που εμφανώς έχει. Με εύκολη πρόσβαση από την πρώην πλατεία Κέννεντυ και σχετικά εύκολο παρκάρισμα στους γύρω δρόμους (4 στα 10), σε ήσυχο σημείο ανάμεσα σε κατοικίες, εύκολα προσελκύει όχι μόνο περίοικους και κατοίκους των Β.Π. γενικώς, αλλά και πελατεία από όλο το λεκανοπέδιο. που εμπιστεύεται την παράδοση: απλό φαγητό, ποικιλία με έμφαση στα ψητά, μαμαδίστικα μαγειρευτά, (αρκετά) μεγάλες μερίδες, (πολύ) λογικές τιμές. Όλα αυτά θα τα βρείτε εδώ. Το σέρβις, στον απόηχο της πανδημίας, έχει βελτιωθεί, εξακολουθούν όμως νομίζω να λείπουν οι πάντα απαραίτητοι πεπειραμένοι σερβιτόροι.
Η ΜΠΕΜΠΕΚΑ ξεκίνησε με ένα κατάλογο που περιείχε, αν θυμάμαι καλά, μπιφτέκια, μπριζολάκια, κοτόπουλο, όλα με συνοδεία από μπόλικες πατατούλες, και κάποια μαγειρευτά, από τα οποία ξεχώριζε – και εξακολουθεί να το κάνει – ο κοκκινιστός κόκορας με χοντρά μακαρόνια. Ήδη όμως έχει δημιουργηθεί ένας μεγάλος και ενδιαφέρων κατάλογος που περιέχει, λίγο φύρδην μίγδην είναι η αλήθεια, τόσο παντοειδείς μεζέδες όσο και κανονικά πιάτα, που συνήθως καταλήγουν στη μέση του τραπεζιού. Να μην ξεχάσω τις σούπες, πολύ καλή επιλογή για τις κρύες μέρες. Στην αρχή μαζί με το ψωμί έρχεται ένα πιατάκι με ελιές, καθώς και μια καράφα με παγωμένο νερό, που ανανεώνεται τακτικά. Δωρεάν συμβουλή για το σέρβις: Η ιδέα του προτυπωμένου καταλόγου όπου σημειώνουν οι πελάτες τις επιλογές τους δεν είναι κακή, ούτε και πρωτότυπη βέβαια, όμως η προσπάθεια να χωρέσουν όλα σε μία σελίδα καταλήγει σε ένα ελαφρά κωμικό αποτέλεσμα, που σίγουρα δυσκολεύει το μάτι. Δίστηλη εκτύπωση μπρος πίσω θα έλυνε νομίζω το πρόβλημα χωρίς μεγάλο έξοδο.
Η κουζίνα με τα πάνω και τα κάτω της. Στη χθεσινή επίσκεψη η τετραμελής παρέα μας ξεκίνησε με το αυτονοήτο, δηλαδή τα κολοκυθάκια-στικς, τα βλέπει κανείς σε όλα σχεδόν τα τραπέζια, ακολουθούμενα από τα αυγά πάνω σε φρέσκες τηγανιτές πατάτες, και χειροποίητη τυροσαλάτα, που μου άρεσε κι ας μην είναι καφτερή. Φρέσκες και χορταστικές είναι πάντα οι σαλάτες της ΜΠΕΜΠΕΚΑΣ, τόσο η πράσινη με παρμεζάνα όσο και ο ντάκος μού αρέσουν πάρα πολύ, αν και αυτή τη φορά επιλέξαμε την (χωριάτικη) ελληνική με (sic!) κάπαρη Αιγαίου. Κατόπιν πήραμε μια (μέτρια, καθότι μάλλον άνοστη) χοιρινή τηγανιά λεμονάτη σε πήλινο και κεφτέδες σε σάλτσα ντομάτας, που θα έπρεπε σίγουρα να είναι πιο αφράτοι. Λόγω ζέστης στραφήκαμε σε μπύρες, όπου οι επιλογές είναι δυστυχώς απογοητευτικά λίγες. Ως γλυκό επίλογο απαρνηθήκαμε την πορτοκαλόπιτα, για την οποία φημίζεται το μαγαζί, και μοιραστήκαμε δύο πολύ επιτυχημένα σορμπέ, φράουλα και πεπόνι. Μαζί με το λογαριασμό μάς κέρασαν από ένα παγωμένο λικεράκι.
Η τιμή ανά άτομο ούτε 15 ευρώ (all inclusive, που λένε στο χωριό μου), θα τη χαρακτήριζα λογική και αναμενόμενη, δεδομένου ότι είχαμε διάθεση περισσότερο να μιλήσουμε παρά να φάμε. Από τη ΜΠΕΜΠΕΚΑ δύσκολα θα φύγεις δυσαρεστημένος, ίσως όμως και ποτέ ενθουσιασμένος. Για τους Χαλανδριώτες μπορεί να γίνει στέκι, για τους υπόλοιπους μια σίγουρη λύση, όταν τους φέρει από εκεί ο δρόμος.
Τόσο καιρό ακούσαμε : Υπομονή έναν μήνα … Να σώσουμε τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, τα Φώτα, την 25η Μαρτίου, το Πάσχα …. Κι όμως πέρασαν 6 μήνες μόνο με delivery και take away … Ας μην ξεχνάμε τα μηνύματα και το περιορισμένο χρονικό περιθώριο που μας δινόταν, 21.00…!Μπαφιάσαμε!
Να θες να δοκιμάσεις φαγητό από άλλες περιοχές και να μην μπορείς. Το κυριότερο όλων όμως, να ζήσεις αυτήν την εμπειρία. Όχι να τη γευέσαι μόνο σε αλουμινένια ή χάρτινη συσκευασία.
Η μέρα της απελευθέρωσης έφτασε! 3 Μαϊου. Οι επιλογές πολλές. Η Μπεμπέκα επιλέχθηκε μιας και υπήρξε πολλά χρόνια στη λίστα μου. Ακόμη και όταν φίλος μου είπε μέτρια σχόλια, το ίδιο και από κριτικές του διαδικτύου. Τίποτα, μα τίποτα όμως δε μας σταμάτησε.
Και αφού κλείσαμε τραπέζι για 4 άτομα λίγο πριν τις 8 το βράδυ, παρκάραμε 100 μέτρα από το μαγαζί.
Με την εστίαση να λειτουργεί προς το παρόν μόνο σε εξωτερικούς χώρους, η Μπεμπέκα σου δίνει τη δυνατότητα σε φιλοξενήσει στην αυλή της. Τρεις διαφορετικοί χώροι, με οπτική δυνατότητα προς τον δρόμο, χωρίς να επικοινωνούν μεταξύ τους.
Η εξυπηρέτηση τάχιστη, από την επιβεβαίωση κράτησης μεχρι την ολοκλήρωση του γεύματός σου. Ίσως και λίγο περισσότερο γρήγορη, από όσο έχουμε συνηθίσει. Τα κυρίως πιάτα θα μπορούσαν να σερβιριστούν 10 λεπτά αργότερα.
Όσον αφορά τα μέτρα για τον κορωνοϊό, όλα ήταν σωστά. Αντισηπτικά σε κάθε τραπέζι, σωστές αποστάσεις μεταξύ των τραπεζιών και οι σερβιτόροι φορούσαν κανονικά τις μάσκες τους. Κανένα απολύτως πρόβλημα.
Σχετικά τώρα με τον κατάλογο.Ήρθε σε μια μεγάλη κόλλα χαρτί, όπου σημειώναμε με μολύβι τι θέλουμε. Αρκετά βολικό μιας και αν υπήρχε κατάλογος, θα χρειαζόταν συνεχώς απολύμανση.
Μενού, με κρεατικές επιλογές, χωρίς τρομερά δημιουργικές προτάσεις. Μια χαρά για το ύφος του μαγαζιού. Ικανοποιεί όλα τα γούστα.
Μιας και είχε προηγηθεί κραιπάλη την προηγούμενη ημέρα, Κυριακή του Πάσχα, συμφωνήσαμε να τσιμπήσουμε στη μέση. Μία σαλάτα, 3 ορεκτικά και 2 κυρίως πιάτα. Και πάλι όμως, χορτάσαμε.
– Τραγανά κολοκυθάκια με σως γιαουρτιού , στα 6 ευρώ. Νόστιμα, αρκετά γλυκά και πράγματι τραγανά κολοκύθια βουτηγμένα σε κουρκούτι. Μεγάλη μερίδα. Πιθανόν η σως να είχε και τυρί κρέμα (συν τον άνηθο).
– Πράσινη σαλάτα με ξερά φρούτα, χειροποίητη μαγιονέζα και χειροποίητα κρουτόν, στα 7 ευρώ. Πολλά υποσχόμενη μεν, χωρίς να κάνει τη διαφορά δε. Πλούσια ποσότητα, ακόμη και για 4 άτομα. Η χειροποίητη μαγιονέζα ήταν αρκετά λιπαρή, ενώ τα κρουτόν ήταν … Κορν φλέικς (εκτός και αν κάνω τρομερό λάθος). Δεν ταίριαζαν με την παρασκευή, ίσως κάποια λεπτοκομμένα πιτάκια να ήταν καλύτερα. Φρεσκοφτιαγμένη, θα ήθελα περισσότερα ξερά φρούτα, μιας και αυτά έκαναν τη γευστική διαφορά.Υπερίσχυσε λοιπόν η πρασινάδα.
-Παστουρμαδοφλογέρες με φρέσκια ντομάτα και γραβιέρα, στα 7 ευρώ. Δύο αρκετά χορταστικά τεμάχια, χωρίς να έχουν ρουφήξει περιττά λάδια. Πλούσιο τυρί στη γέμιση, ένιωθες τον παστουρμά. Αρκετά νόστιμες, αν και τηγανιτές. Η ντομάτα έδινε μια αίσθηση δροσιάς.
– Ντοματοφαβοκεφτέδες, στα 6.5 ευρώ. Το πιο αδυναμο/αδιάφορο πιάτο της βραδιάς. Επισημαίνεται πως είναι Κυκλαδίτικη συνταγή. Παρουσιάστηκαν 5 κυλινδρικά τεμάχια, στο εξωτερικό περίβλημα τους είχαν σουσάμι. Αρκετά στεγνές για τα γούστα μας. Στην όψη υπερίσχυσε η ντομάτα, στη γεύση όμως η φάβα. Δεν είχαν ξεκάθαρη γεύση. Το ντιπάκι ήταν παρόμοιο με αυτό που είχαν τα κολοκυθάκια, δροσερό και ταιριαστό.
– Κεφτέδες με κόκκινη σάλτσα και πατάτες τηγανιτές, στα 8 ευρώ. Οι πατάτες ωραίες και λεπτοκομμένες. Τα κεφτεδάκια (7 στον αριθμό) ήταν απλά. Κρεατένια μεν, όχι όμως κάτι αξιομνημόνευτο ώστε να δίνει το κάτι παραπάνω.
– Γίγας μπιφτέκι, γεμιστό με κεφαλοτύρι.Στα 12 ευρώ. Ωραία ψημένο και με μπόλικο τυρί. Δεν ήταν τόσο αφράτο όσο θα περιμέναμε. Οι συνοδευτικές τηγανιτές πατάτες ήταν οι ίδιες με αυτές των κεφτέδων, με την προσθήκη πάπρικας. Στα δικά μου μάτια πάντως, δεν δικαιολογούσε ούτε την τιμή ούτε την ποσότητά του.
– Κόκα Κόλα 250 ml, στα 2.5 ευρώ.
– Ημίγλυκο κρασί 500 ml, στα 5.5 ευρώ. Κόκκινο, κτήματος Τσάνταλη. Πολύ ωραίο και γλυκό. Αξίζει να σημειωθεί πως το κατάστημα μας κέρασε αλλά 500 ml, κίνηση που εκτιμήθηκε ιδιαιτέρως.
Συνολικά πληρώσαμε 58.5 ευρώ, μαζί με το ζυμωτό ψωμί τους και τις ελιές. Μας κέρασαν και σφηνάκι από γρανίτα λεμόνι.
Πόσο μας έλειψε η έξοδος για φαγητό! Η Μπεμπέκα μας φιλοξένησε και ήταν ευγενική και εξυπηρετική. Περάσαμε ευχάριστα 2 ώρες σε έναν προσεγμένο χώρο. Η ατμόσφαιρα ήταν γιορτινή (και πολιτισμένη) για εμάς, έστω και αν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης στα πιάτα.