Χρόνια στην περιοχή, με καθημερινό πέρασμα από την πλατεία Κέννεντι, με στεναχωρούσε να βλέπω την παλιά μονοκατοικία με την όμορφη αυλή, ξεχασμένη, παρατημένη και ρημαγμένη στο έλεος του χρόνου και των καιρικών φαινομένων. Ώσπου έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, το οικόπεδο άρχισε να καθαρίζεται και ο παλιός ερημωμένος χώρος έδωσε τη θέση του σε μια νέα μονοκατοικία με όμορφη και περιποιημένη αυλή, που πήρε το ευφάνταστο όνομα ‘’Δούκισσα’’. Λόγω του δρόμου βέβαια αλλά η ομορφιά του όντως, παραπέμπει σε δούκισσα.
Πνιγμένος στα δέντρα, με μπόλικη πρασινάδα, πολύχρωμα παρτέρια, γλάστρες με διάφορα φυτά, ξεχασμένο αέρινο πηγάδι, ψησταριά, όμορφο και διακριτικό φωτισμό, κλασσικά vintage τραπέζια και καρέκλες σε μεταφέρει νοερά σε άλλη εποχή, τότε Κυριακές που μαζευόμασταν στο σπίτι της γιαγιάς για το καθιερωμένο μεσημεριανό τραπέζι.
Ο εσωτερικός χώρος με τη γυάλινη πρόσοψη κλέβει λίγο από την εξωτερική ομορφιά, τακτοποιημένος και όμορφα, με vintage αντικείμενα, διακοσμημένος.
Η εξυπηρέτηση υποδειγματική και με χαμόγελα. Η σερβιτόρα που μας εξυπηρέτησε ήταν γνώστης των πρώτων υλών των πιάτων και με στοχευόμενες προτάσεις.
Η παρέα υπέροχη αν και μεγάλη, τα γέλια και οι συζητήσεις χωρίς διακοπή, το μικρόβιο όμως της ανάλυσης της γεύσης υπάρχει και θα συνεχίσει να υφίσταται, οπότε δεν έλειψαν τα σχόλια και οι παρατηρήσεις.
Η ρακή που δοκιμάσαμε γλυκόπιοτη και με νορμάλ οξύτητα, βοηθούσε στο συνεχόμενο refill.
Ο κατάλογος με πολλές επιλογές μας προβλημάτισε, κατά πόσο ο chef θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στην πληθώρα γεύσεων.
Η ανάμεικτη πράσινη σαλάτα ήταν γευστική με όση ένταση χρειαζόταν, λόγω του φιστικιού και των κομματιών ροδάκινου, αλλά κάπου έχανες το μανούρι, Θα το προτιμούσα σε φέτα και όχι τριμμένο, μιας και μπερδευόταν αρκετά με τη sauce ροδάκινου που έλουζε τη σαλάτα.
Η τυροκαυτερή ήταν αυτό που λέει το όνομα της. Κόκκινο όπως πρέπει το χρώμα της, με νορμάλ αψάδα που ισορροπούσε άψογα με την αλμύρα της φέτας.
Η μελιτζανοσαλάτα ενώ ήταν δροσερή κα με χαρακτηριστική τη γεύση της μελιτζάνας, ήταν αρκετά γλυκιά, τόσο που η γλυκύτητα κάλυπτε το όλο σύνολο, ενώ το τζατζίκι ήταν αρκετά flat με αποτέλεσμα να χάνεται τόσο το μαύρο σκόρδο, όσο και ο δυόσμος.
Αρκετή καλή ως σύνολο η ζυμαρόπιτα αν και η κρέμα των τυριών εν είδει sauce, κάλυπτε τη γεύση της γραβιέρας.
Η στραπατσάδα μαμαδίστικη, με έντονα τα αρώματα της φρεσκοκομμένης ντομάτας, της φέτας αλλά και του πικάντικου λουκάνικου, θεωρώ ότι ήταν το καλύτερο πιάτο της βραδιάς μαζί με το σωστό σε αρώματα και γεύση συκώτι, φτιαγμένο μόνο με λεμόνι και θυμάρι.
Νόστιμα τα σουτζουκάκια προβατίνας αλλά υπερβολική η σάλτσα ντομάτας μιας και συνοδεύονταν και με γιαούρτι, οπότε το mix των γεύσεων κάπου ενοχλούσε.
Η τηγανιά με πράσο όπως και το σπετσοφάι αν και παραγγέλθηκαν με πολλές προσδοκίες δεν άρεσαν. Στην τηγανιά κάπου χάνονταν η γεύση και η ένταση του πιάτου συνάμα, το δε σπετσοφάι δεν έμοιαζε σε τίποτα με το κλασσικό ή έστω παραλλαγή του κλασσικού Βολιώτικου.
Στο τέλος έρχεται κέρασμα γλυκό και μαστίχα για το σβήσιμο και το καθάρισμα των γεύσεων.
Οι τιμές είναι λίγο τσιμπημένες, μιας και πρόκειται για μεζεδοπωλείο.
Η Δούκισσα βρίσκεται στα πρώτα της βήματα, χρήζει και μπορεί να βελτιώσει κάποια πράγματα στις γεύσεις για να απογειωθεί και να ανέβει επίπεδο.
Διαθέτει όλα τα φόντα, εκπληκτικό χώρο, πολύ καλή περιοχή, ορεξάτο προσωπικό, οπότε εξαρτάται από την ίδια.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Χρόνια στην περιοχή, με καθημερινό πέρασμα από την πλατεία Κέννεντι, με στεναχωρούσε να βλέπω την παλιά μονοκατοικία με την όμορφη αυλή, ξεχασμένη, παρατημένη και ρημαγμένη στο έλεος του χρόνου και των καιρικών φαινομένων. Ώσπου έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, το οικόπεδο άρχισε να καθαρίζεται και ο παλιός ερημωμένος χώρος έδωσε τη θέση του σε μια νέα μονοκατοικία με όμορφη και περιποιημένη αυλή, που πήρε το ευφάνταστο όνομα ‘’Δούκισσα’’. Λόγω του δρόμου βέβαια αλλά η ομορφιά του όντως, παραπέμπει σε δούκισσα.
Πνιγμένος στα δέντρα, με μπόλικη πρασινάδα, πολύχρωμα παρτέρια, γλάστρες με διάφορα φυτά, ξεχασμένο αέρινο πηγάδι, ψησταριά, όμορφο και διακριτικό φωτισμό, κλασσικά vintage τραπέζια και καρέκλες σε μεταφέρει νοερά σε άλλη εποχή, τότε Κυριακές που μαζευόμασταν στο σπίτι της γιαγιάς για το καθιερωμένο μεσημεριανό τραπέζι.
Ο εσωτερικός χώρος με τη γυάλινη πρόσοψη κλέβει λίγο από την εξωτερική ομορφιά, τακτοποιημένος και όμορφα, με vintage αντικείμενα, διακοσμημένος.
Η εξυπηρέτηση υποδειγματική και με χαμόγελα. Η σερβιτόρα που μας εξυπηρέτησε ήταν γνώστης των πρώτων υλών των πιάτων και με στοχευόμενες προτάσεις.
Η παρέα υπέροχη αν και μεγάλη, τα γέλια και οι συζητήσεις χωρίς διακοπή, το μικρόβιο όμως της ανάλυσης της γεύσης υπάρχει και θα συνεχίσει να υφίσταται, οπότε δεν έλειψαν τα σχόλια και οι παρατηρήσεις.
Η ρακή που δοκιμάσαμε γλυκόπιοτη και με νορμάλ οξύτητα, βοηθούσε στο συνεχόμενο refill.
Ο κατάλογος με πολλές επιλογές μας προβλημάτισε, κατά πόσο ο chef θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στην πληθώρα γεύσεων.
Η ανάμεικτη πράσινη σαλάτα ήταν γευστική με όση ένταση χρειαζόταν, λόγω του φιστικιού και των κομματιών ροδάκινου, αλλά κάπου έχανες το μανούρι, Θα το προτιμούσα σε φέτα και όχι τριμμένο, μιας και μπερδευόταν αρκετά με τη sauce ροδάκινου που έλουζε τη σαλάτα.
Η τυροκαυτερή ήταν αυτό που λέει το όνομα της. Κόκκινο όπως πρέπει το χρώμα της, με νορμάλ αψάδα που ισορροπούσε άψογα με την αλμύρα της φέτας.
Η μελιτζανοσαλάτα ενώ ήταν δροσερή κα με χαρακτηριστική τη γεύση της μελιτζάνας, ήταν αρκετά γλυκιά, τόσο που η γλυκύτητα κάλυπτε το όλο σύνολο, ενώ το τζατζίκι ήταν αρκετά flat με αποτέλεσμα να χάνεται τόσο το μαύρο σκόρδο, όσο και ο δυόσμος.
Αρκετή καλή ως σύνολο η ζυμαρόπιτα αν και η κρέμα των τυριών εν είδει sauce, κάλυπτε τη γεύση της γραβιέρας.
Η στραπατσάδα μαμαδίστικη, με έντονα τα αρώματα της φρεσκοκομμένης ντομάτας, της φέτας αλλά και του πικάντικου λουκάνικου, θεωρώ ότι ήταν το καλύτερο πιάτο της βραδιάς μαζί με το σωστό σε αρώματα και γεύση συκώτι, φτιαγμένο μόνο με λεμόνι και θυμάρι.
Νόστιμα τα σουτζουκάκια προβατίνας αλλά υπερβολική η σάλτσα ντομάτας μιας και συνοδεύονταν και με γιαούρτι, οπότε το mix των γεύσεων κάπου ενοχλούσε.
Η τηγανιά με πράσο όπως και το σπετσοφάι αν και παραγγέλθηκαν με πολλές προσδοκίες δεν άρεσαν. Στην τηγανιά κάπου χάνονταν η γεύση και η ένταση του πιάτου συνάμα, το δε σπετσοφάι δεν έμοιαζε σε τίποτα με το κλασσικό ή έστω παραλλαγή του κλασσικού Βολιώτικου.
Στο τέλος έρχεται κέρασμα γλυκό και μαστίχα για το σβήσιμο και το καθάρισμα των γεύσεων.
Οι τιμές είναι λίγο τσιμπημένες, μιας και πρόκειται για μεζεδοπωλείο.
Η Δούκισσα βρίσκεται στα πρώτα της βήματα, χρήζει και μπορεί να βελτιώσει κάποια πράγματα στις γεύσεις για να απογειωθεί και να ανέβει επίπεδο.
Διαθέτει όλα τα φόντα, εκπληκτικό χώρο, πολύ καλή περιοχή, ορεξάτο προσωπικό, οπότε εξαρτάται από την ίδια.