Ας ξεκινήσουμε με τα πρακτικά δεδομένα προς αποφυγή παρανοήσεων. Στη Νάξο υπάρχουν δύο εστιατόρια με το ίδιο όνομα: Ο ΦΑΡΟΣ ΣΤΟΥ ΧΙΟΥ στην περιοχή της Αγίας Άννας, αρκετά κοντά στη Χώρα, και ο ΦΑΡΟΣ ΤΟΥ ΑΛΥΚΟΥ – πού αλλού; – στο Αλυκό, ανάμεσα στο Καστράκι και το Πυργάκι, στον παραλιακό δρόμο που οδηγεί από τη Χώρα προς νότο, στον οποίο αναφέρεται η παρούσα κριτική. Η διαδρομή, με τη μία παραλία να διαδέχεται την άλλη, δεν κουράζει καθόλου, όποια ώρα κι αν την κάνετε. Το παρκάρισμα στο χώρο απέναντι ακριβώς από το εστιατόριο εύκολη υπόθεση. Κράτηση θα σας συνιστούσα να κάνετε, ειδικά αν είστε μεγάλη παρέα.
Από το δρόμο θα ανεβείτε μερικά σκαλάκια και θα αντικρύσετε το ΦΑΡΟ σε όλη του την έκταση. Κυριαρχεί παντού το σπασμένο λευκό. Μολονότι είναι πραγματικά μεγάλο εστιατόριο, δεν δίνει αίσθηση αχανούς χώρου, χάρις στο ότι έχει ακολουθηθεί έξυπνη διάταξη. Τραπέζια αραιά τοποθετημένα σε διάφορα επίπεδα, με δέντρα και φυτά ανάμεσά τους, χαρίζουν άνεση χώρου και ιδιωτικότητα και δημιουργούν ένα πραγματικά πολύ ωραίο περιβάλλον, κατάλληλο για όλες τις ώρες της ημέρας. Στο περιβάλλον έρχεται να προστεθεί η χαμογελαστή και σωστή εξυπηρέτηση, με νερό για τους τέσσερις διψασμένους επισκέπτες αλλά και για την τετράποδη συντροφιά τους. Μετά το DAL PROFESSORE και το ΔΟΥΚΑΤΟ το καλό τρίτωσε, τα εύσημα τα παίρνει δικαιωματικά ολόκληρο το νησί.
Ο κατάλογος προσφέρει κυριολεκτικά τα πάντα, τολμώ να πω ελαφρά περισσότερα από τα μεγάλα εστιατόρια της Χώρας. Ορεκτικά, σαλάτες, κρεατικά, ψάρια, ζυμαρικά, γεύσεις από το σπίτι, όλα φρέσκα και καλομαγειρεμένα. Η τετραμελής παρέα μας ακολούθησε για άλλη μια φορά τη μέθοδο του «διαίρει και βασίλευε», έβαλε δηλαδή όλα τα πιάτα, που ήρθαν με σωστή ρέγουλα από το πάσο, στη μέση του τραπεζιού. Ξεκινήσαμε με μπρουσκετούλες ελληνικές δύο ειδών, απλές και με πέστο και ντομάτα, τραγανές, ιδανική συνοδεία για τους ντοματοκεφτέδες, όπου καταλάβαινες τη ντομάτα σε κάθε μπουκιά, και τα τηγανιτά – σε ροδέλες – κολοκυθάκια. Από κοντά μια εξαιρετική παντζαροσαλάτα, για μένα το απόλυτο must order για την αρχή, και μια σαλάτα καρπούζι, η οποία παρατηρώ ότι κυκλοφορεί πια πολύ σε παραλιακές και νησιώτικες ταβέρνες. Από τη φωτογραφία θα καταλάβετε περί τίνος πρόκειται, αυτή του ΦΑΡΟΥ ήταν μια από τις πιο επιτυχημένες, αν και – αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει – εγώ την κάνω καλύτερη, γιατί αφενός κόβω το καρπούζι σε μπουκιές χωρίς κουκούτσια και αφετέρου προσθέτω δυόσμο από τη γλάστρα μας. Α, ξέχασα! Πήραμε, στο νησί της πατάτας που είμαστε, και μια μερίδα πατάτες τηγανιτές, οι οποίες βέβαια τρώγονται μία μία με το χέρι σαν τσιπς, απλά θεϊκές.
Για τον κύριο γύρο επιλέξαμε δύο παραπλήσια πιάτα: καλαμαράκια τηγανιτά, σωστά κομμένα και σε καλό λάδι τηγανισμένα, και ένα καλαμάρι σεβαστών διαστάσεων ψητό, που ήταν αρκετό για να χορτάσουν όλοι. Άλλοι ήπιαν κρασί, εγώ επέμεινα σε μια από τις πιο αγαπημένες μου μπύρες, τη ΒΟΡΕΙΑ India Pale Ale, ιδανική για να συνοδεύσει γεύμα. Ως επιδόρπιο καφέδες καλοκαιρινούς (= φρέντο) και μια μεριδάρα μπακλαβά με παγωτό στη μέση, για να γλυκάνει το χειλάκι μας.
Ο λογαριασμός για τέσσερα άτομα μόλις που πέρασε το όριο των 90 ευρώ, ποσό που θεωρώ λογικό. Αν λοιπόν βρεθείτε για μπάνιο σε μια από τις κοντινές πλαζ ή έχετε διάθεση να ένα ρομαντικό δείπνο, ο ΦΑΡΟΣ ΤΟΥ ΑΛΥΚΟΥ δεν θα σας απογοητεύσει.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Ας ξεκινήσουμε με τα πρακτικά δεδομένα προς αποφυγή παρανοήσεων. Στη Νάξο υπάρχουν δύο εστιατόρια με το ίδιο όνομα: Ο ΦΑΡΟΣ ΣΤΟΥ ΧΙΟΥ στην περιοχή της Αγίας Άννας, αρκετά κοντά στη Χώρα, και ο ΦΑΡΟΣ ΤΟΥ ΑΛΥΚΟΥ – πού αλλού; – στο Αλυκό, ανάμεσα στο Καστράκι και το Πυργάκι, στον παραλιακό δρόμο που οδηγεί από τη Χώρα προς νότο, στον οποίο αναφέρεται η παρούσα κριτική. Η διαδρομή, με τη μία παραλία να διαδέχεται την άλλη, δεν κουράζει καθόλου, όποια ώρα κι αν την κάνετε. Το παρκάρισμα στο χώρο απέναντι ακριβώς από το εστιατόριο εύκολη υπόθεση. Κράτηση θα σας συνιστούσα να κάνετε, ειδικά αν είστε μεγάλη παρέα.
Από το δρόμο θα ανεβείτε μερικά σκαλάκια και θα αντικρύσετε το ΦΑΡΟ σε όλη του την έκταση. Κυριαρχεί παντού το σπασμένο λευκό. Μολονότι είναι πραγματικά μεγάλο εστιατόριο, δεν δίνει αίσθηση αχανούς χώρου, χάρις στο ότι έχει ακολουθηθεί έξυπνη διάταξη. Τραπέζια αραιά τοποθετημένα σε διάφορα επίπεδα, με δέντρα και φυτά ανάμεσά τους, χαρίζουν άνεση χώρου και ιδιωτικότητα και δημιουργούν ένα πραγματικά πολύ ωραίο περιβάλλον, κατάλληλο για όλες τις ώρες της ημέρας. Στο περιβάλλον έρχεται να προστεθεί η χαμογελαστή και σωστή εξυπηρέτηση, με νερό για τους τέσσερις διψασμένους επισκέπτες αλλά και για την τετράποδη συντροφιά τους. Μετά το DAL PROFESSORE και το ΔΟΥΚΑΤΟ το καλό τρίτωσε, τα εύσημα τα παίρνει δικαιωματικά ολόκληρο το νησί.
Ο κατάλογος προσφέρει κυριολεκτικά τα πάντα, τολμώ να πω ελαφρά περισσότερα από τα μεγάλα εστιατόρια της Χώρας. Ορεκτικά, σαλάτες, κρεατικά, ψάρια, ζυμαρικά, γεύσεις από το σπίτι, όλα φρέσκα και καλομαγειρεμένα. Η τετραμελής παρέα μας ακολούθησε για άλλη μια φορά τη μέθοδο του «διαίρει και βασίλευε», έβαλε δηλαδή όλα τα πιάτα, που ήρθαν με σωστή ρέγουλα από το πάσο, στη μέση του τραπεζιού. Ξεκινήσαμε με μπρουσκετούλες ελληνικές δύο ειδών, απλές και με πέστο και ντομάτα, τραγανές, ιδανική συνοδεία για τους ντοματοκεφτέδες, όπου καταλάβαινες τη ντομάτα σε κάθε μπουκιά, και τα τηγανιτά – σε ροδέλες – κολοκυθάκια. Από κοντά μια εξαιρετική παντζαροσαλάτα, για μένα το απόλυτο must order για την αρχή, και μια σαλάτα καρπούζι, η οποία παρατηρώ ότι κυκλοφορεί πια πολύ σε παραλιακές και νησιώτικες ταβέρνες. Από τη φωτογραφία θα καταλάβετε περί τίνος πρόκειται, αυτή του ΦΑΡΟΥ ήταν μια από τις πιο επιτυχημένες, αν και – αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει – εγώ την κάνω καλύτερη, γιατί αφενός κόβω το καρπούζι σε μπουκιές χωρίς κουκούτσια και αφετέρου προσθέτω δυόσμο από τη γλάστρα μας. Α, ξέχασα! Πήραμε, στο νησί της πατάτας που είμαστε, και μια μερίδα πατάτες τηγανιτές, οι οποίες βέβαια τρώγονται μία μία με το χέρι σαν τσιπς, απλά θεϊκές.
Για τον κύριο γύρο επιλέξαμε δύο παραπλήσια πιάτα: καλαμαράκια τηγανιτά, σωστά κομμένα και σε καλό λάδι τηγανισμένα, και ένα καλαμάρι σεβαστών διαστάσεων ψητό, που ήταν αρκετό για να χορτάσουν όλοι. Άλλοι ήπιαν κρασί, εγώ επέμεινα σε μια από τις πιο αγαπημένες μου μπύρες, τη ΒΟΡΕΙΑ India Pale Ale, ιδανική για να συνοδεύσει γεύμα. Ως επιδόρπιο καφέδες καλοκαιρινούς (= φρέντο) και μια μεριδάρα μπακλαβά με παγωτό στη μέση, για να γλυκάνει το χειλάκι μας.
Ο λογαριασμός για τέσσερα άτομα μόλις που πέρασε το όριο των 90 ευρώ, ποσό που θεωρώ λογικό. Αν λοιπόν βρεθείτε για μπάνιο σε μια από τις κοντινές πλαζ ή έχετε διάθεση να ένα ρομαντικό δείπνο, ο ΦΑΡΟΣ ΤΟΥ ΑΛΥΚΟΥ δεν θα σας απογοητεύσει.