Στα ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ βρισκόμαστε τακτικά με φιλικά μας ζευγάρια από όλη την Αθήνα, για να μοιράσουμε την απόσταση και επειδή ξέρουμε ότι θα φάμε καλά σε ένα συμπαθητικό περιβάλλον.
Εμείς, ερχόμενοι από Νέα Σμύρνη, δεν χρειαζόμαστε το GPS, αφού, στρίβοντας από τη Λεωφόρο Βουλιαγμένης αριστερά στη Σοφίας Βέμπο, ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου έχει φροντίσει να τοποθετήσει πινακίδες που σε καθοδηγούν σε όλα τα σημεία όπου πρέπει να στρίψεις. Στη χθεσινή μας επίσκεψη, την πρώτη μετά από δύο χρόνια αποχής λόγω covid, διαπίστωσα ότι το παρκάρισμα έχει δυσκολέψει αρκετά (6 στα 10), μολονότι το μέρος είναι καθαρά οικιστικό και απόμερο.
Τα ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ είναι παλαιάς κοπής εστιατόριο, μετρά σχεδόν 30 χρόνια ζωής. Το μαγαζί είναι γωνιακό, με ένα ψηλό, καταπράσινο φράκτη γύρω γύρω και ευρύχωρο σκεπασμένο πλακόστρωτο που δίνει δροσιά και το μετατρέπει σε χώρο φαγητού παντός καιρού. Είναι σαφές ότι στα ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ είναι καλύτερα να τρως έξω, ο μέσα, σαφώς περιορισμένος χώρος, τετράγωνος με λίγα τραπέζια, εκπέμπει ένα αίσθημα ζεστασιάς και συντροφικότητας. Η διακόσμηση μέσα και έξω εντελώς vintage, σίγουρα κάνει «κλικ» στην πελατεία – κατά πλειοψηφία 40+. Μεταλλικές εικόνες που έχουν παλιώσει, παλιές φωτογραφίες και αποκόμματα από εφημερίδες στους τοίχους, κάτι λίγα κομμάτια φολκλόρ πάνω σ’ ένα ράφι, δημιουργούν ένα καθ’ όλα ευχάριστο περιβάλλον.
Όσον αφορά την ποιότητα του φαγητού, εδώ έρχεσαι κυριολεκτικά με κλειστά μάτια. Το δίδυμο που τρέχει την επιχείρηση ξέρει τι να αγοράσει (αυτό το καθήκον το έχει αναλάβει ο κύριος) και πώς να το προσφέρει (στην κουζίνα βασιλεύει η κυρία του). Με την πρώτη ματιά στον κατάλογο καταλαβαίνεις ότι εδώ υπάρχει βαθιά γνώση των προϊόντων της φύσης, αλλά και της μαγειρικής τέχνης. Η ονομασία ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ παρεμπιπτόντως έχει μείνει από παλιά, όταν τα φαγητά σερβίρονταν σε πήλινα σκεύη, τώρα πια πήλινα είναι μόνο τα πιάτα. Καθαριότητα υποδειγματική παντού. Το σέρβις έχει περάσει πια από τον ιδιοκτήτη σε δύο γλυκύτατες αεικίνητες κοπέλες, οι οποίες μόνο με «άριστα 10» μπορούν να βαθμολογηθούν. Τα πιάτα έρχονται στο τραπέζι όπως βγαίνουν από την κουζίνα.
Ο κατάλογος, χωρισμένος σε «Μεζέδες & Ορεκτικά», «Ελληνική κουζίνα», «Κρεατικά στη σχάρα» και «Σαλάτες» είναι απόλυτα κατατοπιστικός και επαρκής. Εδώ άλλωστε οι γεύσεις είναι παραδοσιακές και οικείες. Μπορείτε να παραγγείλετε με κλειστά μάτια, όλα ανεξαιρέτως τα πιάτα είναι εξαιρετικά. Προσοχή, μην παραλείψετε το ένθετο «Σήμερα εκτός καταλόγου», που από μόνο του είναι ένας μίνι κατάλογος που ικανοποιεί όλα τα γούστα. Αν παραγγείλετε πιάτο με κρέας, θα χαρείτε τη γαρνιτούρα με πατατούλες πραγματικά μαμαδίσιες, είτε τηγανιτές είτε φουρνιστές. Όλες δε οι μερίδες είναι παραπάνω από πλούσιες.
Αυτά που θα προτείνω από τα πρώτα είναι τα αέρινα τηγανιτά κολοκυθάκια-sticks (6,50 €), οι άψογα βρασμένες αρμύρες (7 €) – και οι λαχανίδες, όποτε υπάρχουν, κάτι που σπάνια έχει κανείς την ευκαιρία να δοκιμάσει – και όλες οι αλοιφές (καταπληκτικό ανεβατό στα 7 €, μην το παραλείψετε!). Χθες συνεχίσαμε με καρδιές άγριας αγκινάρας (7,50 €), λευκές σαν χιόνι και τρυφερές σαν μετάξι, και με αμπελοντολμάδες (7,50 €), πιο κλασικοί και νόστιμοι με την υπέροχη υπόξινη σάλτσα που τους στεφανώνει δεν γίνονται. Κατόπιν το γυρίσαμε στα ψαρικά από τα πιάτα ημέρας: Ένα τεράστιο για το είδος του σκουμπρί, που αφού έχει λιαστεί περνάει μια βόλτα από τη σχάρα (14 €), απλώς θα ήθελα να έχει αφαιρεθεί το μεσαίο κόκαλο. Last not least μια μερίδα ρίκι (15,50 €), πρόκειται για ένα είδος μικρού τόνου που ψαρεύεται στις Σποράδες, πήγαινε φούστα-μπλούζα με τις αρμύρες. Δεν θέλω να σας πονοκεφαλιάσω απαριθμώντας φαγητά που έχουμε δοκιμάσει παλαιότερα, όλα είναι άψογα μαγειρεμένα.
Το νερό έρχεται από τη βρύση κρύο σε μπουκάλια, το σουσαμένιο ψωμί σωστά ζεσταμένο και όχι τσιγγούνικο, ενώ ως επίλογο χθες είχαμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε γλυκό του κουταλιού σπιτικό, περγαμόντο, λεμόνι και φράουλα, όνειρο. Πάρα πολύ καλή η χύμα λευκή μαλαγουζιά.
Για ένα πραγματικά πολύ καλό δείπνο πληρώσαμε σκάρτα 85 ευρώ οι τέσσερις. Φύγαμε έχοντας επιβεβαιώσει την αξεπέραστη ποιότητα της ελληνικότατης κουζίνας αυτού του συνοικιακού εστιατορίου, που αξίζει να το επισκεφθείτε κάθε εποχή του χρόνου. Αποκλείεται να σας απογοητεύσει.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Στα ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ βρισκόμαστε τακτικά με φιλικά μας ζευγάρια από όλη την Αθήνα, για να μοιράσουμε την απόσταση και επειδή ξέρουμε ότι θα φάμε καλά σε ένα συμπαθητικό περιβάλλον.
Εμείς, ερχόμενοι από Νέα Σμύρνη, δεν χρειαζόμαστε το GPS, αφού, στρίβοντας από τη Λεωφόρο Βουλιαγμένης αριστερά στη Σοφίας Βέμπο, ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου έχει φροντίσει να τοποθετήσει πινακίδες που σε καθοδηγούν σε όλα τα σημεία όπου πρέπει να στρίψεις. Στη χθεσινή μας επίσκεψη, την πρώτη μετά από δύο χρόνια αποχής λόγω covid, διαπίστωσα ότι το παρκάρισμα έχει δυσκολέψει αρκετά (6 στα 10), μολονότι το μέρος είναι καθαρά οικιστικό και απόμερο.
Τα ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ είναι παλαιάς κοπής εστιατόριο, μετρά σχεδόν 30 χρόνια ζωής. Το μαγαζί είναι γωνιακό, με ένα ψηλό, καταπράσινο φράκτη γύρω γύρω και ευρύχωρο σκεπασμένο πλακόστρωτο που δίνει δροσιά και το μετατρέπει σε χώρο φαγητού παντός καιρού. Είναι σαφές ότι στα ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ είναι καλύτερα να τρως έξω, ο μέσα, σαφώς περιορισμένος χώρος, τετράγωνος με λίγα τραπέζια, εκπέμπει ένα αίσθημα ζεστασιάς και συντροφικότητας. Η διακόσμηση μέσα και έξω εντελώς vintage, σίγουρα κάνει «κλικ» στην πελατεία – κατά πλειοψηφία 40+. Μεταλλικές εικόνες που έχουν παλιώσει, παλιές φωτογραφίες και αποκόμματα από εφημερίδες στους τοίχους, κάτι λίγα κομμάτια φολκλόρ πάνω σ’ ένα ράφι, δημιουργούν ένα καθ’ όλα ευχάριστο περιβάλλον.
Όσον αφορά την ποιότητα του φαγητού, εδώ έρχεσαι κυριολεκτικά με κλειστά μάτια. Το δίδυμο που τρέχει την επιχείρηση ξέρει τι να αγοράσει (αυτό το καθήκον το έχει αναλάβει ο κύριος) και πώς να το προσφέρει (στην κουζίνα βασιλεύει η κυρία του). Με την πρώτη ματιά στον κατάλογο καταλαβαίνεις ότι εδώ υπάρχει βαθιά γνώση των προϊόντων της φύσης, αλλά και της μαγειρικής τέχνης. Η ονομασία ΓΙΟΥΒΕΤΣΑΚΙΑ παρεμπιπτόντως έχει μείνει από παλιά, όταν τα φαγητά σερβίρονταν σε πήλινα σκεύη, τώρα πια πήλινα είναι μόνο τα πιάτα. Καθαριότητα υποδειγματική παντού. Το σέρβις έχει περάσει πια από τον ιδιοκτήτη σε δύο γλυκύτατες αεικίνητες κοπέλες, οι οποίες μόνο με «άριστα 10» μπορούν να βαθμολογηθούν. Τα πιάτα έρχονται στο τραπέζι όπως βγαίνουν από την κουζίνα.
Ο κατάλογος, χωρισμένος σε «Μεζέδες & Ορεκτικά», «Ελληνική κουζίνα», «Κρεατικά στη σχάρα» και «Σαλάτες» είναι απόλυτα κατατοπιστικός και επαρκής. Εδώ άλλωστε οι γεύσεις είναι παραδοσιακές και οικείες. Μπορείτε να παραγγείλετε με κλειστά μάτια, όλα ανεξαιρέτως τα πιάτα είναι εξαιρετικά. Προσοχή, μην παραλείψετε το ένθετο «Σήμερα εκτός καταλόγου», που από μόνο του είναι ένας μίνι κατάλογος που ικανοποιεί όλα τα γούστα. Αν παραγγείλετε πιάτο με κρέας, θα χαρείτε τη γαρνιτούρα με πατατούλες πραγματικά μαμαδίσιες, είτε τηγανιτές είτε φουρνιστές. Όλες δε οι μερίδες είναι παραπάνω από πλούσιες.
Αυτά που θα προτείνω από τα πρώτα είναι τα αέρινα τηγανιτά κολοκυθάκια-sticks (6,50 €), οι άψογα βρασμένες αρμύρες (7 €) – και οι λαχανίδες, όποτε υπάρχουν, κάτι που σπάνια έχει κανείς την ευκαιρία να δοκιμάσει – και όλες οι αλοιφές (καταπληκτικό ανεβατό στα 7 €, μην το παραλείψετε!). Χθες συνεχίσαμε με καρδιές άγριας αγκινάρας (7,50 €), λευκές σαν χιόνι και τρυφερές σαν μετάξι, και με αμπελοντολμάδες (7,50 €), πιο κλασικοί και νόστιμοι με την υπέροχη υπόξινη σάλτσα που τους στεφανώνει δεν γίνονται. Κατόπιν το γυρίσαμε στα ψαρικά από τα πιάτα ημέρας: Ένα τεράστιο για το είδος του σκουμπρί, που αφού έχει λιαστεί περνάει μια βόλτα από τη σχάρα (14 €), απλώς θα ήθελα να έχει αφαιρεθεί το μεσαίο κόκαλο. Last not least μια μερίδα ρίκι (15,50 €), πρόκειται για ένα είδος μικρού τόνου που ψαρεύεται στις Σποράδες, πήγαινε φούστα-μπλούζα με τις αρμύρες. Δεν θέλω να σας πονοκεφαλιάσω απαριθμώντας φαγητά που έχουμε δοκιμάσει παλαιότερα, όλα είναι άψογα μαγειρεμένα.
Το νερό έρχεται από τη βρύση κρύο σε μπουκάλια, το σουσαμένιο ψωμί σωστά ζεσταμένο και όχι τσιγγούνικο, ενώ ως επίλογο χθες είχαμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε γλυκό του κουταλιού σπιτικό, περγαμόντο, λεμόνι και φράουλα, όνειρο. Πάρα πολύ καλή η χύμα λευκή μαλαγουζιά.
Για ένα πραγματικά πολύ καλό δείπνο πληρώσαμε σκάρτα 85 ευρώ οι τέσσερις. Φύγαμε έχοντας επιβεβαιώσει την αξεπέραστη ποιότητα της ελληνικότατης κουζίνας αυτού του συνοικιακού εστιατορίου, που αξίζει να το επισκεφθείτε κάθε εποχή του χρόνου. Αποκλείεται να σας απογοητεύσει.