Η Κληματαριά στην πλατεία Θεάτρου στο κέντρο της Αθήνας είναι μια από τις εμβληματικές ταβέρνες της πόλης μας. Λειτουργεί πάνω από 100 χρόνια ως ταβέρνα σε έναν χώρο που υπάρχει από το 1880. Μια στεγασμένη αυλή με λίγα τραπέζια, διακόσμηση παλιάς ταβέρνας με κρασοβάρελα, κουζίνα με προθήκη, για να βλέπουν οι πελάτες τα μαγειρευτά φαγητά, αυτό είναι το σκηνικό στην Κληματαριά.
Πριν λίγες μέρες την επισκεφτήκαμε βράδυ τετραμελής παρέα και είχαμε την ευκαιρία, εκτός από τα εκλεκτά εδέσματα να απολαύσουμε και τη ζωντανή μουσική. Ελληνική μουσική που άρεσε πολύ σε ντόπιους πελάτες, αλλά και τουρίστες που είχαν γεμίσει το εστιατόριο Πέμπτη βράδυ.
Παραγγείλαμε και δοκιμάσαμε:
– Αρνάκι μαγειρευτό με κολοκυθάκια, υπέροχο, έλιωνε στο στόμα κυριολεκτικά.
– Κοτόπουλο φιλέτο ψημένο άψογα με συνοδεία πατάτες τηγανιτές, πλούσια μερίδα και νόστιμη.
– Χοιρινά μπριζολάκια που στην ουσία ήταν δύο μεγάλες μπριζόλες σωστά ψημένες κι αυτές πολύ νόστιμες και με συνοδευτικές πατάτες τηγανιτές κομμένες στο χέρι.
– Χωριάτικη σαλάτα, πλούσια με το λαδάκι της, παξιμαδάκια, αλλά και πεντανόστιμη φέτα, κομμένη σε κυβάκια.
– Ψητά λαχανικά (κολοκυθάκια, μελιτζάνες, πιπεριές) με χαλούμι και μπαλσάμικο σε έναν ενδιαφέροντα γευστικό συνδυασμό.
– Φάβα, αρκετά νόστιμη.
Όλα αυτά συνοδεύτηκαν από νόστιμο ζυμωτό ψωμί μαζί με ένα συμπαθητικό ντιπάκι. Έφεραν νερό από τη βρύση και ήπιαμε λίγο γλυκόπιοτο κόκκινο κρασί.
Για επιδόρπιο θα μπορούσαμε να παραγγείλουμε εκμέκ, όμως είχαμε χορτάσει και δεν το αποτολμήσαμε, παρότι η όψη του ήταν αρκούντως δελεαστική. Δεν προσφέρθηκε κάποιο κέρασμα.
Η εξυπηρέτηση ήταν ευγενική και σχετικά γρήγορη, οι σερβιτόροι έδιναν λεπτομέρειες για τα πιάτα του μενού και προσπαθούσαν να είναι διαθέσιμοι για την πελατεία που είχε γεμίσει τον χώρο.
Ο λογαριασμός ανήλθε στα 18 ευρώ το άτομο, τιμή λογική για όσα προσφέρονται στην Κληματαριά.
Συμπέρασμα: Προτείνεται ανεπιφύλακτα, μεσημέρι ή βράδυ (με ζωντανή μουσική), αποτελεί μία αξιολόγη γευστική εμπειρία στο κέντρο της Αθήνας!
Δεν νοείται άτομο το οποίο θεωρεί τον εαυτό του καλοφαγά, εραστή του καλού φαγητού, ακόμα και γκουρμεδιάρη να μην έχει επισκεφτεί αυτή τη φοβερή ταβέρνα που μετρά χαλαρά ενάμιση αιώνα ζωής (1880).
Σίγουρα κάτι κάνει πολύ καλά.Να πω την ήξερα θα πω ψέματα. Για αυτό υπάρχουν οι καλοί φίλοι και classmates όμως και δη καλοφαγάδες για να μας συμπληρώνουν.
5 φίλοι λοιπόν, 4 κίτρινοι και ο Καραπαπάς, αποφασίσαμε μεσημέρι να ακούσουμε την πρόταση του Νικολάκη και να φάμε στο υπέροχο αυτό μαγαζί. Περνώντας την μεταλλική πόρτα (απίστευτες θύμησες της Ελλάδας των 80ς) ένοιωσα οικεία και ας πήγαινα πρώτη φορά. Συνάντησα μόνο χαμόγελα. Στο 3ώρο που καθίσαμε δεν είδα άλλη έκφραση στο προσωπικό παρόλη την απίστευτη κίνηση που είχε το μαγαζί αν και καθημερινή.
Υπέροχη αυλή, δροσερή, σκεπασμένη με τα κλήματα, όμορφο τζάκι, παλιά ψυγεία αυτά με το ξύλο στην πρόσοψη, κρασοβάρελα, ανοιχτή κουζίνα με τις γάστρες στην πρώτη γραμμή, καρτούτσο για το γευστικό χύμα κρασί, ένα μικρό πάλκο για τις μέρες της ζωντανής μουσικής και όμορφες ετερόκλητες παρέες. Από φοιτητές και τουρίστες έως οικογένειες και μοναχικούς έλληνες, που πάνε να φάνε νόστιμα και να θυμηθούν τα περασμένα. Φάγαμε απίθανα σε σημείο κορεσμού. Πληρώσαμε σε τιμές δεκαετίας 80. Χορτάσαμε εκτός από φαγητό, ιστορία και καλούς τρόπους. Φρέσκο ζυμωτό ψωμί, μαζί με το πρώτο καρτούτσο, συνοδεία υπέροχης δροσερής καπαροσαλάτας για να αλείφεις στο ψωμί και για το καλωσόρισμα. Άνετα στεκόταν σαν πιάτο καταλόγου. Δροσερή και συνάμα όξινη για να ανοίξει την όρεξη μαζί με την χωριάτικη της συνέχειας που παρ’ όλη την απλότητα της συνταγής έδωσε μαθήματα το πώς θα πρέπει να στήνεται και να σερβίρεται μια χωριάτική. Όλη η ελληνική γη στο πιάτο σου, σωστά κομμένη και αρωματισμένη, χωρίς υπερβολές.
Ξυδάτα ζουμερά μαυρομάτικα με μια ελαφριά spicy επίγευση, ψιλοκομμένες πολύχρωμες πιπεριές, γεύση από άνηθο και μαϊντανό, ένα πληθωρικό πιάτο που άνετα σου έδινε τις απαραίτητες θερμίδες για μεσημεριανό.
Γεμιστές πιπεριές με φέτα και άνηθο, ανάλαφρη η γέμιση, σε χόρταινε χωρίς να σε βαραίνει και
σαγανάκι Καισάρειας στο old time classic μπακιρένιο τηγάνι. Αρώματα από παστράμι, πικάντικο ζαμπόν, αυγά, φέτα, τυριά, πιπεριές, σκόνη από πάπρικα, γέμισαν το τραπέζι μας.
Και κάπου εκεί μετά το πολλοστό καρτούτσο και την παραδόξως ήρεμη συζήτηση με τον Καραπαπά, είπαμε να μπούμε στα κυρίως.
Χιουνκιάρ με τρυφερό μοσχάρι που έλιωνε στο πιάτο και μαέστρικο πουρέ μελιτζάνας, κλασσικό πιάτο που ξυπνά αναμνήσεις των πάλαι ποτέ ελληνικών παραλίων της Μικράς Ασίας.
Τέλος, δεν θα μπορούσαν να λείψουν οι δυο σπεσιαλιτέ του μαγαζιού, που ψήνονται στις αυτοσχέδιες γάστρες με το πυρόχωμα.
Αργομαγειρεμένο αρνάκι και χοιρινό κότσι μαζί με πατάτες που γίνονται λουκούμι. Μεγάλες μερίδες, εξαιρετικό ψήσιμο, παραδεισένιες γεύσεις που κλέβουν καρδιές. Είπαμε και τι δεν είπαμε, φάγαμε απίθανα, μας κέρασαν γιαούρτι με γλυκό καρότο (δώσε και μένα μπάρμπα) και ανανεώσαμε το ραντεβού το συντομότερο.
Το ξαναλέω να το εμπεδώσετε, εμπειρία ζωής η ‘’Κληματαριά’’ μην τη στερήσετε από τον εαυτό σας.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Η Κληματαριά στην πλατεία Θεάτρου στο κέντρο της Αθήνας είναι μια από τις εμβληματικές ταβέρνες της πόλης μας. Λειτουργεί πάνω από 100 χρόνια ως ταβέρνα σε έναν χώρο που υπάρχει από το 1880. Μια στεγασμένη αυλή με λίγα τραπέζια, διακόσμηση παλιάς ταβέρνας με κρασοβάρελα, κουζίνα με προθήκη, για να βλέπουν οι πελάτες τα μαγειρευτά φαγητά, αυτό είναι το σκηνικό στην Κληματαριά.
Πριν λίγες μέρες την επισκεφτήκαμε βράδυ τετραμελής παρέα και είχαμε την ευκαιρία, εκτός από τα εκλεκτά εδέσματα να απολαύσουμε και τη ζωντανή μουσική. Ελληνική μουσική που άρεσε πολύ σε ντόπιους πελάτες, αλλά και τουρίστες που είχαν γεμίσει το εστιατόριο Πέμπτη βράδυ.
Παραγγείλαμε και δοκιμάσαμε:
– Αρνάκι μαγειρευτό με κολοκυθάκια, υπέροχο, έλιωνε στο στόμα κυριολεκτικά.
– Κοτόπουλο φιλέτο ψημένο άψογα με συνοδεία πατάτες τηγανιτές, πλούσια μερίδα και νόστιμη.
– Χοιρινά μπριζολάκια που στην ουσία ήταν δύο μεγάλες μπριζόλες σωστά ψημένες κι αυτές πολύ νόστιμες και με συνοδευτικές πατάτες τηγανιτές κομμένες στο χέρι.
– Χωριάτικη σαλάτα, πλούσια με το λαδάκι της, παξιμαδάκια, αλλά και πεντανόστιμη φέτα, κομμένη σε κυβάκια.
– Ψητά λαχανικά (κολοκυθάκια, μελιτζάνες, πιπεριές) με χαλούμι και μπαλσάμικο σε έναν ενδιαφέροντα γευστικό συνδυασμό.
– Φάβα, αρκετά νόστιμη.
Όλα αυτά συνοδεύτηκαν από νόστιμο ζυμωτό ψωμί μαζί με ένα συμπαθητικό ντιπάκι. Έφεραν νερό από τη βρύση και ήπιαμε λίγο γλυκόπιοτο κόκκινο κρασί.
Για επιδόρπιο θα μπορούσαμε να παραγγείλουμε εκμέκ, όμως είχαμε χορτάσει και δεν το αποτολμήσαμε, παρότι η όψη του ήταν αρκούντως δελεαστική. Δεν προσφέρθηκε κάποιο κέρασμα.
Η εξυπηρέτηση ήταν ευγενική και σχετικά γρήγορη, οι σερβιτόροι έδιναν λεπτομέρειες για τα πιάτα του μενού και προσπαθούσαν να είναι διαθέσιμοι για την πελατεία που είχε γεμίσει τον χώρο.
Ο λογαριασμός ανήλθε στα 18 ευρώ το άτομο, τιμή λογική για όσα προσφέρονται στην Κληματαριά.
Συμπέρασμα: Προτείνεται ανεπιφύλακτα, μεσημέρι ή βράδυ (με ζωντανή μουσική), αποτελεί μία αξιολόγη γευστική εμπειρία στο κέντρο της Αθήνας!
Η ‘’Κληματαριά’’ αποτελεί εμπειρία ζωής.
Δεν νοείται άτομο το οποίο θεωρεί τον εαυτό του καλοφαγά, εραστή του καλού φαγητού, ακόμα και γκουρμεδιάρη να μην έχει επισκεφτεί αυτή τη φοβερή ταβέρνα που μετρά χαλαρά ενάμιση αιώνα ζωής (1880).
Σίγουρα κάτι κάνει πολύ καλά.Να πω την ήξερα θα πω ψέματα. Για αυτό υπάρχουν οι καλοί φίλοι και classmates όμως και δη καλοφαγάδες για να μας συμπληρώνουν.
5 φίλοι λοιπόν, 4 κίτρινοι και ο Καραπαπάς, αποφασίσαμε μεσημέρι να ακούσουμε την πρόταση του Νικολάκη και να φάμε στο υπέροχο αυτό μαγαζί. Περνώντας την μεταλλική πόρτα (απίστευτες θύμησες της Ελλάδας των 80ς) ένοιωσα οικεία και ας πήγαινα πρώτη φορά. Συνάντησα μόνο χαμόγελα. Στο 3ώρο που καθίσαμε δεν είδα άλλη έκφραση στο προσωπικό παρόλη την απίστευτη κίνηση που είχε το μαγαζί αν και καθημερινή.
Υπέροχη αυλή, δροσερή, σκεπασμένη με τα κλήματα, όμορφο τζάκι, παλιά ψυγεία αυτά με το ξύλο στην πρόσοψη, κρασοβάρελα, ανοιχτή κουζίνα με τις γάστρες στην πρώτη γραμμή, καρτούτσο για το γευστικό χύμα κρασί, ένα μικρό πάλκο για τις μέρες της ζωντανής μουσικής και όμορφες ετερόκλητες παρέες. Από φοιτητές και τουρίστες έως οικογένειες και μοναχικούς έλληνες, που πάνε να φάνε νόστιμα και να θυμηθούν τα περασμένα. Φάγαμε απίθανα σε σημείο κορεσμού. Πληρώσαμε σε τιμές δεκαετίας 80. Χορτάσαμε εκτός από φαγητό, ιστορία και καλούς τρόπους. Φρέσκο ζυμωτό ψωμί, μαζί με το πρώτο καρτούτσο, συνοδεία υπέροχης δροσερής καπαροσαλάτας για να αλείφεις στο ψωμί και για το καλωσόρισμα. Άνετα στεκόταν σαν πιάτο καταλόγου. Δροσερή και συνάμα όξινη για να ανοίξει την όρεξη μαζί με την χωριάτικη της συνέχειας που παρ’ όλη την απλότητα της συνταγής έδωσε μαθήματα το πώς θα πρέπει να στήνεται και να σερβίρεται μια χωριάτική. Όλη η ελληνική γη στο πιάτο σου, σωστά κομμένη και αρωματισμένη, χωρίς υπερβολές.
Ξυδάτα ζουμερά μαυρομάτικα με μια ελαφριά spicy επίγευση, ψιλοκομμένες πολύχρωμες πιπεριές, γεύση από άνηθο και μαϊντανό, ένα πληθωρικό πιάτο που άνετα σου έδινε τις απαραίτητες θερμίδες για μεσημεριανό.
Γεμιστές πιπεριές με φέτα και άνηθο, ανάλαφρη η γέμιση, σε χόρταινε χωρίς να σε βαραίνει και
σαγανάκι Καισάρειας στο old time classic μπακιρένιο τηγάνι. Αρώματα από παστράμι, πικάντικο ζαμπόν, αυγά, φέτα, τυριά, πιπεριές, σκόνη από πάπρικα, γέμισαν το τραπέζι μας.
Και κάπου εκεί μετά το πολλοστό καρτούτσο και την παραδόξως ήρεμη συζήτηση με τον Καραπαπά, είπαμε να μπούμε στα κυρίως.
Χιουνκιάρ με τρυφερό μοσχάρι που έλιωνε στο πιάτο και μαέστρικο πουρέ μελιτζάνας, κλασσικό πιάτο που ξυπνά αναμνήσεις των πάλαι ποτέ ελληνικών παραλίων της Μικράς Ασίας.
Τέλος, δεν θα μπορούσαν να λείψουν οι δυο σπεσιαλιτέ του μαγαζιού, που ψήνονται στις αυτοσχέδιες γάστρες με το πυρόχωμα.
Αργομαγειρεμένο αρνάκι και χοιρινό κότσι μαζί με πατάτες που γίνονται λουκούμι. Μεγάλες μερίδες, εξαιρετικό ψήσιμο, παραδεισένιες γεύσεις που κλέβουν καρδιές. Είπαμε και τι δεν είπαμε, φάγαμε απίθανα, μας κέρασαν γιαούρτι με γλυκό καρότο (δώσε και μένα μπάρμπα) και ανανεώσαμε το ραντεβού το συντομότερο.
Το ξαναλέω να το εμπεδώσετε, εμπειρία ζωής η ‘’Κληματαριά’’ μην τη στερήσετε από τον εαυτό σας.