Στο ΚΟΡΟΒΑ (ο τόνος στην παραλήγουσα, η λέξη σημαίνει «αγελάδα» στα ρωσικά, θα σας βοηθήσει να το καταλάβετε η ζωγραφιά στον τοίχο μπαίνοντας φάτσα) βρέθηκα τυχαία πριν αρκετά χρόνια και από τότε το έχω επισκεφτεί αρκετές φορές. Βρίσκεται, όπως κατηφορίζετε την οδό Κεραμεικού προς το Γκάζι, στην αριστερή πλευρά του δρόμου, μόλις διασταυρώσετε τον πεζόδρομο της Σαλαμίνος.
Για μένα το ΚΟΡΟΒΑ είναι το τέλειο μέρος για συζήτηση και ποτό αργά το απόγευμα και ίσως φαγητό αργότερα. Δεν είναι μπαρ, δεν είναι μεζεδοπωλείο, δεν είναι ταβερνείο, είναι στέκι.
Το παρκάρισμα είναι πιο εύκολο από όσο φαντάζεστε (4,5 στα 10), ειδικά πριν τις βραδινές ώρες, γιατί η περιοχή είναι γεμάτη από κάθε είδους στέκια και χώρους φαγητού που μαζεύουν κόσμο όσο περνά η ώρα.
Μην περιμένετε πινακίδα με neon και τέτοια, μια απλή στενόμακρη ταμπέλα με το όνομα του μαγαζιού σε κυριλλική γραφή επιβεβαιώνει ότι φθάσατε στον προορισμό σας. Η τζαμαρία της πρόσοψης γεμάτη κάθε είδους αφίσες, σαν έντυπο see through patchwork, αφήνει το βλέμμα να ερευνήσει το εσωτερικό του μαγαζιού.
Μη φανταστείτε τίποτε μεγάλο, ένας συμμαζωμένος ορθογώνιος χώρος, με τη μπάρα αριστερά, την κουζίνα και τις τουαλέτες στο βάθος. Ο χώρος για τους πελάτες δεξιά και στο κέντρο φιλοξενεί γύρω στα δέκα τραπέζια, υπάρχουν όμως και τραπέζια έξω στο πεζοδρόμιο, καιρού επιτρέποντος, μιντέρια και βολικά καθίσματα.
Πολλά πράγματα φαίνεται να είναι φτιαγμένα με το χέρι, όχι μόνο οι ελκυστικοί πίνακες στους τοίχους. Σωστός φωτισμός, περιβάλλον περισσότερο καλλιτεχνικό παρά βιομηχανικό, άλλωστε ο χώρος φωνάζει από μακριά ότι παλαιότερα στέγαζε κάποια βιοτεχνία, όπως π. χ. το γειτονικό ΡΑΚΟΡ.
Κάποιος από τους ιδιοκτήτες έχει σχέση με τη Θεσσαλία και φέρνει ένα τσίπουρο που και νεκρούς ανασταίνει. Μου έκανε εντύπωση που το σερβίρουν κυριολεκτικά παγωμένο, όχι απλώς δροσερό ή κρύο, έτσι είναι το σωστό, ρωτήστε και τους Σκανδιναβούς πώς πίνουν τα δικά τους aquavit.
Με χαρά βλέπω επίσης στον κατάλογο την απαστερίωτη μπύρα ΖΕΟΣ από το Άργος. Ένα μεγάλο (πλαστικό! ) μπουκάλι φθάνει για δύο άτομα, θα την ήθελα απλώς πιο κρύα, ειδικά τη μαύρη. Το κόκκινο ξηρό κρασί, για να τελειώνουμε με τα ποτά, σε σωστή θερμοκρασία – δωματίου, όχι κρύο, ούτε ζεστό – κατεβαίνει σαν νεράκι και δεν έχει παρενέργειες. Ωραίο πράγμα το αγνό ποτό.
Η πελατεία νεανική, μεταξύ 20 και 30 οι περισσότεροι, χωρίς όμως να κάνει αυτή η σύνθεση τους πιο μεγάλους να νιώθουν off side, όλοι οι καλοί χωράνε. Το σέρβις απλό, φιλικό, γλυκό, όπως εξυπηρετείς φίλους. Ένα πιάτο ημέρας (σπετζοφάι, 8 €) που παραγγείλαμε κατόπιν εορτής και ξεχάστηκε, μας το έφεραν χαμογελώντας απολογητικά και δήλωσαν ότι το κερνάει το μαγαζί. Δεν είναι τα χρήματα, η χειρονομία μετράει, μπράβο τους.
Πολλά μπράβο θα ακούσει ο μάγος στην κουζίνα, αν αποφασίσετε, και σας το συνιστώ θερμά, να δοκιμάσετε τα πιάτα που ετοιμάζει. Λίγα και καλά, αρκετά πρωτότυπα και – κυρίως – με γνήσια υλικά. Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω: Θα περιοριστώ στα τρία καλύτερα:
Τρίτη θέση στην αυθεντική, όνομα και πράγμα, τυροκαυτερή.
Αργυρό μετάλλιο στη μπατζίνα, την καρδιτσιώτικη πίτα χωρίς φύλλο, μόνο γέμιση ψημένη στο φούρνο, και top of the tops το πεϊνιρλί με απάκι και κασέρι, ευχάριστα στεγνό, χωρίς βούτυρο να τρέχει από το πλάι, όσο πρέπει μαλακό και όσο χρειάζεται τραγανό, ένα ποίημα.
Την τελευταία φορά η παρέα ήταν μεγάλη και φαγανή, έτσι δοκιμάσαμε επίσης εξαιρετικό καβουρμά με πατατούλες baby (6 €), λουκάνικο Δράμας πάνω σε στρώμα φάβας (νομίζω Φενεού, εξαιρετικός συνδυασμός στα 6,5 €) και ταλαγάνι ψητό σκεπασμένο με μαρμελάδα σύκου (5 €), επίσης νοστιμότατο.
Όταν σας φέρουν το λογαριασμό, με το ζόρι 15 – 20 ευρώ το άτομο, ανάλογα με το πόσο έχετε πιει, θα υποσχεθείτε, αν δεν το έχετε κάνει ήδη, ότι εδώ θα ξανάρθετε, ειδικά με τον κολλητό ή την κολλητή σας που ξέρει από τσίπουρο και καλό φαγητό.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Στο ΚΟΡΟΒΑ (ο τόνος στην παραλήγουσα, η λέξη σημαίνει «αγελάδα» στα ρωσικά, θα σας βοηθήσει να το καταλάβετε η ζωγραφιά στον τοίχο μπαίνοντας φάτσα) βρέθηκα τυχαία πριν αρκετά χρόνια και από τότε το έχω επισκεφτεί αρκετές φορές. Βρίσκεται, όπως κατηφορίζετε την οδό Κεραμεικού προς το Γκάζι, στην αριστερή πλευρά του δρόμου, μόλις διασταυρώσετε τον πεζόδρομο της Σαλαμίνος.
Για μένα το ΚΟΡΟΒΑ είναι το τέλειο μέρος για συζήτηση και ποτό αργά το απόγευμα και ίσως φαγητό αργότερα. Δεν είναι μπαρ, δεν είναι μεζεδοπωλείο, δεν είναι ταβερνείο, είναι στέκι.
Το παρκάρισμα είναι πιο εύκολο από όσο φαντάζεστε (4,5 στα 10), ειδικά πριν τις βραδινές ώρες, γιατί η περιοχή είναι γεμάτη από κάθε είδους στέκια και χώρους φαγητού που μαζεύουν κόσμο όσο περνά η ώρα.
Μην περιμένετε πινακίδα με neon και τέτοια, μια απλή στενόμακρη ταμπέλα με το όνομα του μαγαζιού σε κυριλλική γραφή επιβεβαιώνει ότι φθάσατε στον προορισμό σας. Η τζαμαρία της πρόσοψης γεμάτη κάθε είδους αφίσες, σαν έντυπο see through patchwork, αφήνει το βλέμμα να ερευνήσει το εσωτερικό του μαγαζιού.
Μη φανταστείτε τίποτε μεγάλο, ένας συμμαζωμένος ορθογώνιος χώρος, με τη μπάρα αριστερά, την κουζίνα και τις τουαλέτες στο βάθος. Ο χώρος για τους πελάτες δεξιά και στο κέντρο φιλοξενεί γύρω στα δέκα τραπέζια, υπάρχουν όμως και τραπέζια έξω στο πεζοδρόμιο, καιρού επιτρέποντος, μιντέρια και βολικά καθίσματα.
Πολλά πράγματα φαίνεται να είναι φτιαγμένα με το χέρι, όχι μόνο οι ελκυστικοί πίνακες στους τοίχους. Σωστός φωτισμός, περιβάλλον περισσότερο καλλιτεχνικό παρά βιομηχανικό, άλλωστε ο χώρος φωνάζει από μακριά ότι παλαιότερα στέγαζε κάποια βιοτεχνία, όπως π. χ. το γειτονικό ΡΑΚΟΡ.
Κάποιος από τους ιδιοκτήτες έχει σχέση με τη Θεσσαλία και φέρνει ένα τσίπουρο που και νεκρούς ανασταίνει. Μου έκανε εντύπωση που το σερβίρουν κυριολεκτικά παγωμένο, όχι απλώς δροσερό ή κρύο, έτσι είναι το σωστό, ρωτήστε και τους Σκανδιναβούς πώς πίνουν τα δικά τους aquavit.
Με χαρά βλέπω επίσης στον κατάλογο την απαστερίωτη μπύρα ΖΕΟΣ από το Άργος. Ένα μεγάλο (πλαστικό! ) μπουκάλι φθάνει για δύο άτομα, θα την ήθελα απλώς πιο κρύα, ειδικά τη μαύρη. Το κόκκινο ξηρό κρασί, για να τελειώνουμε με τα ποτά, σε σωστή θερμοκρασία – δωματίου, όχι κρύο, ούτε ζεστό – κατεβαίνει σαν νεράκι και δεν έχει παρενέργειες. Ωραίο πράγμα το αγνό ποτό.
Η πελατεία νεανική, μεταξύ 20 και 30 οι περισσότεροι, χωρίς όμως να κάνει αυτή η σύνθεση τους πιο μεγάλους να νιώθουν off side, όλοι οι καλοί χωράνε. Το σέρβις απλό, φιλικό, γλυκό, όπως εξυπηρετείς φίλους. Ένα πιάτο ημέρας (σπετζοφάι, 8 €) που παραγγείλαμε κατόπιν εορτής και ξεχάστηκε, μας το έφεραν χαμογελώντας απολογητικά και δήλωσαν ότι το κερνάει το μαγαζί. Δεν είναι τα χρήματα, η χειρονομία μετράει, μπράβο τους.
Πολλά μπράβο θα ακούσει ο μάγος στην κουζίνα, αν αποφασίσετε, και σας το συνιστώ θερμά, να δοκιμάσετε τα πιάτα που ετοιμάζει. Λίγα και καλά, αρκετά πρωτότυπα και – κυρίως – με γνήσια υλικά. Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω: Θα περιοριστώ στα τρία καλύτερα:
Τρίτη θέση στην αυθεντική, όνομα και πράγμα, τυροκαυτερή.
Αργυρό μετάλλιο στη μπατζίνα, την καρδιτσιώτικη πίτα χωρίς φύλλο, μόνο γέμιση ψημένη στο φούρνο, και top of the tops το πεϊνιρλί με απάκι και κασέρι, ευχάριστα στεγνό, χωρίς βούτυρο να τρέχει από το πλάι, όσο πρέπει μαλακό και όσο χρειάζεται τραγανό, ένα ποίημα.
Την τελευταία φορά η παρέα ήταν μεγάλη και φαγανή, έτσι δοκιμάσαμε επίσης εξαιρετικό καβουρμά με πατατούλες baby (6 €), λουκάνικο Δράμας πάνω σε στρώμα φάβας (νομίζω Φενεού, εξαιρετικός συνδυασμός στα 6,5 €) και ταλαγάνι ψητό σκεπασμένο με μαρμελάδα σύκου (5 €), επίσης νοστιμότατο.
Όταν σας φέρουν το λογαριασμό, με το ζόρι 15 – 20 ευρώ το άτομο, ανάλογα με το πόσο έχετε πιει, θα υποσχεθείτε, αν δεν το έχετε κάνει ήδη, ότι εδώ θα ξανάρθετε, ειδικά με τον κολλητό ή την κολλητή σας που ξέρει από τσίπουρο και καλό φαγητό.