Είναι πλέον επίσημο: η μαμά μου είναι θεότρελη. Ξυπνάμε μια μέρα μετά τα Χριστούγεννα και αντί να απλωθούμε στην κρεβατάρα μου, εντάξει, τεχνικά δική της είναι η κρεβατάρα αλλά έχω κάνει κατάληψη οπότε βάσει χρησικτησίας και κλάματος τη νύχτα μου ανήκει, πακεταρε και μένα και τα πράγματα μας και μου ανακοίνωσε ότι πάμε Ναύπλιο! Πότε ρωτήθηκα εγώ;; Τι καταπάτηση παιδικών δικαιωμάτων ήταν αυτή;;
Με τα πολλά και με τα λίγα, ήθελα δεν ήθελα, πήγα μαζί, με το σχέδιο να τους το βγάλω απ τη μύτη έτοιμο. Να μάθουν να με ρωτάνε άλλη φορά!! Το πρώτο βράδυ εκεί, κουρασμένοι από το ταξίδι που κανονικά είναι ένα δίωρο αλλά εγώ το έκανα πολύ μακρύτερο με τη γκρίνια μου, πήγαμε στην κοντινότερη επιλογή, μια ταβέρνα στα Πυργιωτικα. Όταν την κοιτάς απέξω δεν σου γεμίζει και το μάτι, αλλά δεν περιμένεις και πολλά από επαρχιακή ταβέρνα στο πουθενά. Μέσα, όμως, ήταν πολύ ωραία, τα τραπέζια μεγάλα και το τζάκι έκαιγε. Τα δε πατώματα ήταν πολύ καθαρά, το έλεγξα σχολαστικά όσο κυλιόμουν κάτω για να με προσέξουν.
Στο σέρβις βάζω δέκα με τόνο, τα αγόρια εκεί με πρόσεξαν δεόντως! Όχι ότι μπορούσαν να κάνουν και αλλιώς, αφού όταν βαρέθηκα να τρώω -ή να σέρνομαι, μπήκα στην κουζίνα. Αντί να με μαλώσουν, ένας ψηλός μάγειρας με πολλές ζωγραφιές στα χέρια έπαιξε μαζί μου και μου έδωσε και έξτρα γλυκό κρυφά από τη Μαμα. Μάλλον την κατάλαβε τι καταπιεστική είναι και με λυπήθηκε.Και τα υπόλοιπα αγόρια φέρθηκαν πολύ καλά, έφερναν τα πιάτα γρήγορα, μάζευαν τα ποτήρια στα οποία μαγείρευα με αλάτι και πιπέρι και ήταν πολύ πρόθυμοι. Αν η Μαμα μου δεν βάλει 10 στο σέρβις να μου πείτε να κλαίω όλο το βράδυ να μην κοιμηθεί, για τιμωρία.
Το φαγητό ήταν σούπερ! Φούσκωσε τόσο πολύ η κοιλιτσα μου που έμοιαζα με κιντερ αυγό όταν έφυγα από εκεί. Ήταν και οι μερίδες τεράστιες, πήραν και αυτοί ένα σκασμό πιάτα, καταλαβαίνετε. Την πρωτοχρονιά κανείς δεν χωρούσε στα γιορτινά του. Ακόμα και το ψωμί, που ήταν χωριάτικο, ήταν ωραίο.
Η σαλάτα δεν ήταν σαλάτα. Ήταν μια πελώρια πιατέλα με μαρούλι με άνηθο στη μια πλευρά, λάχανο καρότο στην άλλη, ντομάτες, αγγούρια, ελιές, πιπεριές, κρεμμύδια στη μέση, ένα λεμόνι να τους κάνει παρέα και λαδακι στον πάτο να τα βρέχει όλα. Μόνο με τη σαλάτα μπορούσες να χορτάσεις. Μαζί μια μεριδαρα πατάτες τηγανίτες, τραγανές και λεπτούλες, και ένα πιάτο με «μισή» τυροκαυτερή «μισή» τζατζίκι, που βασικά ήταν ένα βουνό από το καθένα σε καλή ποιότητα για το είδος. Μόνο τζατζίκι έφαγα, μου είπαν ότι το άλλο το πορτοκαλί έκαιγε πολύ και δεν είμαστε για τέτοια τώρα! Τα τηγανιτα κολοκυθάκια δεν ήταν πολύ καλά γιατί δεν έκαναν κρουτς κρουτς, δεν είχαν κρουστά ούτε κουρκούτι και ήταν μαλακά, αλλά η Μαμα και πάλι τα έφαγε. Τι κολοκυθοκόλλημα έχει δεν μπορώ να καταλάβω!
Από ορεκτικά πήραμε και γκογκες, που είναι χειροποίητα ζυμαρικά με γεύση σαν πατάτα, τηγανισμενα, με τριμμένο τυρί από πάνω. Παρά πολύ νόστιμα, δεν τα είχα ξαναφάει, και από ότι άκουσα και πάμφθηνα, μόνο 3€. Βέβαια όλα πάμφθηνα ήταν, όχι ότι πλήρωσα. Οι ωραίες δεν πληρώνουν, τα έχουμε πει. Πήραμε και ένα τραγανό τηγανιτό φρισμπι με τυρί μέσα που η Αριαδνη το είπε τυροπιταρι. Και από αυτό έφαγα πολύ, δεν ήταν καθόλου λαδερό, σαν να μην το τηγάνισαν και να μας είπαν ψέματα.
Μετά από τόσα ορεκτικά και ενώ ήδη είχαμε σκάσει, ήρθε μια πιατέλα που άνετα χωρούσα να ξαπλώσω πάνω, με κρέατα. Όχι τα κλασσικά από τις ξενέρωτες ποικιλίες στην Αθήνα, είχε τα πάντα. Μόνο τάρανδος έλειπε, φαντάζομαι γιατί αυτή την εποχή δουλεύουν διπλοβάρδιες για τον Αη Βασίλη! Είχε λουκάνικο, μπριζολάκια χοιρινά, κοτόπουλο, μοσχαρίσια φιλετάκια, αρνίσια παιδάκια, μπιφτεκάκια… Ήταν όλα πολύ ζουμερά, έφαγα καμπόσο παρότι είχα σκάσει και ακόμα την σκέφτομαι αυτή την ποικιλία κάθε φορά που η Μαμα μου φτιάχνει αρακά ή φακές!
Οι μεγάλοι ήπιαν κρασί, που δεν με άφησαν να πιω αν και προσπάθησα με πολύ πείσμα και η Μαμα μου που είναι γνωστός φλωρος με το ποτό, ήπιε μισή μπίρα και με έβλεπε με δίδυμο αδερφάκι. Εμένα μου γέμισαν το μπουκάλι μου νερό γιατί έχω δυο- τρία χρόνια μπροστά για να πάω νήπιο και να αρχίσω επιτέλους να πίνω αλκοόλ, αλλά τους εκδικήθηκα όταν ήρθαν τα γλυκα, που προφανώς κεραστηκαν για την ομορφότερη της παρέας. Μαμα, μην το παίρνεις πάνω σου, για μένα λέω! Ένα πιάτο με κορμό σοκολάτας και εκμέκ καταιφι, πολύ γενναιόδωρο και γεμάτο. Έτσι είναι οι σταρ, έχουν και τα τυχερά τους!
Στο σύνολο οι μεγάλοι πλήρωσαν 70€ για φαγητό που τάιζε άλλους τόσους, που στα 4.5 άτομα του τραπεζιού αντιστοιχούσε τα ψιλά από το τασάκι της εισόδου τους -στους άλλους, στη Μαμα μου δεν έχω αφήσει ούτε πεντάλεπτο, όπου βρω νομίσματα τα μαζεύω σαν κισσα και τα βάζω στον κουμπαρά μου! Μας άρεσε τόσο πολύ που πήραμε και πακέτο άλλο βράδυ από εκεί και πάλι η ποιότητα και η συμπεριφορά τους ήταν η καλύτερη. Ξέρω ότι είναι μακριά αλλά, αν ποτέ και η δική σας Μαμα σας πάει με το ζόρι στο Ναύπλιο, να την πάτε εκεί! Πολύ ωραία περάσαμε!
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Είναι πλέον επίσημο: η μαμά μου είναι θεότρελη. Ξυπνάμε μια μέρα μετά τα Χριστούγεννα και αντί να απλωθούμε στην κρεβατάρα μου, εντάξει, τεχνικά δική της είναι η κρεβατάρα αλλά έχω κάνει κατάληψη οπότε βάσει χρησικτησίας και κλάματος τη νύχτα μου ανήκει, πακεταρε και μένα και τα πράγματα μας και μου ανακοίνωσε ότι πάμε Ναύπλιο! Πότε ρωτήθηκα εγώ;; Τι καταπάτηση παιδικών δικαιωμάτων ήταν αυτή;;
Με τα πολλά και με τα λίγα, ήθελα δεν ήθελα, πήγα μαζί, με το σχέδιο να τους το βγάλω απ τη μύτη έτοιμο. Να μάθουν να με ρωτάνε άλλη φορά!! Το πρώτο βράδυ εκεί, κουρασμένοι από το ταξίδι που κανονικά είναι ένα δίωρο αλλά εγώ το έκανα πολύ μακρύτερο με τη γκρίνια μου, πήγαμε στην κοντινότερη επιλογή, μια ταβέρνα στα Πυργιωτικα. Όταν την κοιτάς απέξω δεν σου γεμίζει και το μάτι, αλλά δεν περιμένεις και πολλά από επαρχιακή ταβέρνα στο πουθενά. Μέσα, όμως, ήταν πολύ ωραία, τα τραπέζια μεγάλα και το τζάκι έκαιγε. Τα δε πατώματα ήταν πολύ καθαρά, το έλεγξα σχολαστικά όσο κυλιόμουν κάτω για να με προσέξουν.
Στο σέρβις βάζω δέκα με τόνο, τα αγόρια εκεί με πρόσεξαν δεόντως! Όχι ότι μπορούσαν να κάνουν και αλλιώς, αφού όταν βαρέθηκα να τρώω -ή να σέρνομαι, μπήκα στην κουζίνα. Αντί να με μαλώσουν, ένας ψηλός μάγειρας με πολλές ζωγραφιές στα χέρια έπαιξε μαζί μου και μου έδωσε και έξτρα γλυκό κρυφά από τη Μαμα. Μάλλον την κατάλαβε τι καταπιεστική είναι και με λυπήθηκε.Και τα υπόλοιπα αγόρια φέρθηκαν πολύ καλά, έφερναν τα πιάτα γρήγορα, μάζευαν τα ποτήρια στα οποία μαγείρευα με αλάτι και πιπέρι και ήταν πολύ πρόθυμοι. Αν η Μαμα μου δεν βάλει 10 στο σέρβις να μου πείτε να κλαίω όλο το βράδυ να μην κοιμηθεί, για τιμωρία.
Το φαγητό ήταν σούπερ! Φούσκωσε τόσο πολύ η κοιλιτσα μου που έμοιαζα με κιντερ αυγό όταν έφυγα από εκεί. Ήταν και οι μερίδες τεράστιες, πήραν και αυτοί ένα σκασμό πιάτα, καταλαβαίνετε. Την πρωτοχρονιά κανείς δεν χωρούσε στα γιορτινά του. Ακόμα και το ψωμί, που ήταν χωριάτικο, ήταν ωραίο.
Η σαλάτα δεν ήταν σαλάτα. Ήταν μια πελώρια πιατέλα με μαρούλι με άνηθο στη μια πλευρά, λάχανο καρότο στην άλλη, ντομάτες, αγγούρια, ελιές, πιπεριές, κρεμμύδια στη μέση, ένα λεμόνι να τους κάνει παρέα και λαδακι στον πάτο να τα βρέχει όλα. Μόνο με τη σαλάτα μπορούσες να χορτάσεις. Μαζί μια μεριδαρα πατάτες τηγανίτες, τραγανές και λεπτούλες, και ένα πιάτο με «μισή» τυροκαυτερή «μισή» τζατζίκι, που βασικά ήταν ένα βουνό από το καθένα σε καλή ποιότητα για το είδος. Μόνο τζατζίκι έφαγα, μου είπαν ότι το άλλο το πορτοκαλί έκαιγε πολύ και δεν είμαστε για τέτοια τώρα! Τα τηγανιτα κολοκυθάκια δεν ήταν πολύ καλά γιατί δεν έκαναν κρουτς κρουτς, δεν είχαν κρουστά ούτε κουρκούτι και ήταν μαλακά, αλλά η Μαμα και πάλι τα έφαγε. Τι κολοκυθοκόλλημα έχει δεν μπορώ να καταλάβω!
Από ορεκτικά πήραμε και γκογκες, που είναι χειροποίητα ζυμαρικά με γεύση σαν πατάτα, τηγανισμενα, με τριμμένο τυρί από πάνω. Παρά πολύ νόστιμα, δεν τα είχα ξαναφάει, και από ότι άκουσα και πάμφθηνα, μόνο 3€. Βέβαια όλα πάμφθηνα ήταν, όχι ότι πλήρωσα. Οι ωραίες δεν πληρώνουν, τα έχουμε πει. Πήραμε και ένα τραγανό τηγανιτό φρισμπι με τυρί μέσα που η Αριαδνη το είπε τυροπιταρι. Και από αυτό έφαγα πολύ, δεν ήταν καθόλου λαδερό, σαν να μην το τηγάνισαν και να μας είπαν ψέματα.
Μετά από τόσα ορεκτικά και ενώ ήδη είχαμε σκάσει, ήρθε μια πιατέλα που άνετα χωρούσα να ξαπλώσω πάνω, με κρέατα. Όχι τα κλασσικά από τις ξενέρωτες ποικιλίες στην Αθήνα, είχε τα πάντα. Μόνο τάρανδος έλειπε, φαντάζομαι γιατί αυτή την εποχή δουλεύουν διπλοβάρδιες για τον Αη Βασίλη! Είχε λουκάνικο, μπριζολάκια χοιρινά, κοτόπουλο, μοσχαρίσια φιλετάκια, αρνίσια παιδάκια, μπιφτεκάκια… Ήταν όλα πολύ ζουμερά, έφαγα καμπόσο παρότι είχα σκάσει και ακόμα την σκέφτομαι αυτή την ποικιλία κάθε φορά που η Μαμα μου φτιάχνει αρακά ή φακές!
Οι μεγάλοι ήπιαν κρασί, που δεν με άφησαν να πιω αν και προσπάθησα με πολύ πείσμα και η Μαμα μου που είναι γνωστός φλωρος με το ποτό, ήπιε μισή μπίρα και με έβλεπε με δίδυμο αδερφάκι. Εμένα μου γέμισαν το μπουκάλι μου νερό γιατί έχω δυο- τρία χρόνια μπροστά για να πάω νήπιο και να αρχίσω επιτέλους να πίνω αλκοόλ, αλλά τους εκδικήθηκα όταν ήρθαν τα γλυκα, που προφανώς κεραστηκαν για την ομορφότερη της παρέας. Μαμα, μην το παίρνεις πάνω σου, για μένα λέω! Ένα πιάτο με κορμό σοκολάτας και εκμέκ καταιφι, πολύ γενναιόδωρο και γεμάτο. Έτσι είναι οι σταρ, έχουν και τα τυχερά τους!
Στο σύνολο οι μεγάλοι πλήρωσαν 70€ για φαγητό που τάιζε άλλους τόσους, που στα 4.5 άτομα του τραπεζιού αντιστοιχούσε τα ψιλά από το τασάκι της εισόδου τους -στους άλλους, στη Μαμα μου δεν έχω αφήσει ούτε πεντάλεπτο, όπου βρω νομίσματα τα μαζεύω σαν κισσα και τα βάζω στον κουμπαρά μου! Μας άρεσε τόσο πολύ που πήραμε και πακέτο άλλο βράδυ από εκεί και πάλι η ποιότητα και η συμπεριφορά τους ήταν η καλύτερη. Ξέρω ότι είναι μακριά αλλά, αν ποτέ και η δική σας Μαμα σας πάει με το ζόρι στο Ναύπλιο, να την πάτε εκεί! Πολύ ωραία περάσαμε!