Είμαστε 3 φίλοι που τρώμε το σταφύλι. Για την ακρίβεια, κυρίως πίνουμε τα παράγωγα του σταφυλιού. Ο ‘’ένας’’, όταν οι άλλοι σταματάνε αυτός συνεχίζει να σολάρει, με την Κατερίνα να προσπαθεί να τον επαναφέρει ανεπιτυχώς στην τάξη, ο ‘’άλλος’’, ζει την κάθε στιγμή σα να μην υπάρχει αύριο, σαν τον κο Μάκη στο ‘’Όλα είναι δρόμος’’ ένα πράμα, με τη Βάσια να κατεβάζει μούτρα και ‘’εγώ’’, με την Ελένη να έχει τα μούτρα από την αρχή, ξέροντας τη συνέχεια. Γενικά η έξοδος μας πάντα συνοδεύεται από γαστρονομικές αναζητήσεις μετά πολλών χαμόγελων και ποτού. Αυτή τη φορά θέλαμε κάτι νέο.
Το ‘’Τρεις και ο κούκος’’ έπεσε στο τραπέζι, μιας και το είχε επισκεφτεί ο ‘’κούκος’’ Σπύρος, που η Έλενα τα τελευταία χρόνια του έχει δώσει απαλλαγή.
Ο χώρος: Το μαγαζί κατοικοεδρεύει κάτω από την πλατεία του Χαλανδρίου και είναι μικρό και χαριτωμένο. Θυμίζει έντονα τα ρακάδικα του Ρεθύμνου στο πιο χαρούμενο. Πολύ χαρούμενο θα έλεγα, μιας και ο κύριος χώρος είναι βαμμένος στο χρώμα του σάπιου μήλου με την ιταλική τεχνοτροπία ‘’spugnato’’. Και για να μαθαίνει ο καθένας που διαβάζει, κυρίαρχο στο βάψιμο του τοίχου στη συγκεκριμένη βαφή είναι το σφουγγάρι θαλάσσης. Εντυπωσιακά τα στολίδια του τοίχου αλλά κυρίως ο 3d διπλός πίνακας με το δέντρο που ξεκινάει από τον ένα πίνακα και τα κλαδιά του συνεχίζουν στον άλλο. Σε ελεύθερη μετάφραση αλλά πολύ ελεύθερη, ‘’δεν μπορούν να μας χωρίσουν οι αποστάσεις’’.
Ο υπόλοιπος χώρος συμπληρώνεται με περιποιημένα κλασσικά τραπεζάκια και ψάθινες καρέκλες μεζεδοπωλείου.
Η εξυπηρέτηση: Χμμμ. Δεν ξέρω αν φταίει το γεγονός ότι ήμασταν οι μεγαλύτεροι ηλικιακά εκείνο το βράδυ, αλλά νοιώσαμε παρείσακτοι. Όχι ότι μας επηρέασε να φάμε και να πιούμε, αλλά χαμόγελο δεν είδαμε, μούτρα είδαμε, βοήθεια στην παραγγελία δεν είδαμε, γενικά υπήρχε ένα παράξενο κλίμα. Μπορεί να έφταιγε κάτι άλλο στη μέρα σίγουρα όχι εμείς, αλλά μια αρνητικότητα υπήρχε διάχυτη στο χώρο. Δίνω στο προσωπικό την ταχεία εξυπηρέτηση μιας και τα πιάτα ήρθαν στο τραπέζι πολύ γρήγορα αν και το μαγαζί είχε κόσμο.
Το φαγητό: Ο κατάλογος μικρός και ωραίος. Μιας σελίδας, στη μια οι μεζέδες στην άλλη τα ποτά. Παράταιρο θεωρώ τα 3 πιάτα θαλασσινών μιας και δεν μπορεί κάποιος να καλυφθεί μόνο με θαλασσινά, αλλά και δεν προσφέρονται για surg ‘n’ turf.
Ξεκινήσαμε με φέτα σε φύλλο με μέλι και σουσάμι, τον γνωστό φάκελο. Το μέλι ήταν ο κυρίαρχος του πιάτου και έκλεψε όλη τη δόξα από την γευστική φέτα. Όσο και να προσπάθησε το σουσάμι δεν κατάφερε να ανεβάσει το πιάτο. Τα παστουρμαδοπιτάκια σε σχήμα φλογέρας, ενώ στο εσωτερικό τους είχαν απόλυτα ισορροπημένα τα υλικά, εξωτερικά είχαν καθίσει παραπάνω ώρα στο τηγάνι και είχαν κρατήσει λάδι. Το απάκι στο τηγάνι, με ψιλοκομμένη ντομάτα και φρέσκο κρεμμύδι, ενώ θα έπρεπε να βγάλει την ένταση του χοιρινού, ήταν επίπεδό στη γεύση και χρειάστηκε η παρέμβαση μας με λεμόνι και αλατοπίπερο για να ορθοποδήσει. Τα χοιρινά κοψιδάκια ήταν απίθανα. Ψιλοκομμένο το χοιρινό με τα πολύ ψιλά κομμάτια να θυμίζουν τις γνωστές τσιγαρίδες της Θεσσαλίας. Βέβαια το 1/8 της ψητής πατάτας ως συνοδευτικό δεν χρειαζόταν στο πιάτο. Το λουκάνικο κεφτέ ίσως το καλύτερο πιάτο που φάγαμε.
Πλούσιο σε ποσότητα, εξαιρετικό στη γεύση, σωστά ψημένο, συνοδεύονταν με αυτά ακριβώς που χρειάζονταν για να μην χάσει από όλη τη δόξα: Μουστάρδα και λεμόνι. Και επειδή το γευστικό ρακί έρρεε άφθονο, είχαμε και δεύτερη γύρα. Εξαιρετική τηγανιά, πλούσια σε νόστιμη μουσταρδάτη σάλτσα για βούτηγμα, ξεκάθαρα και με ελάχιστο λιπάκι τα κομμάτια του χοιρινού, μπαχαρωμένα και πιπεράτα, τόσο όσο . Απίθανης υφής φάβα με τα καραμελωμένα κρεμμύδια, τη λιαστή ντομάτα και την κάπαρη να ενισχύουν τη γεύση. Το κλείσιμο, σίγουρα μας αποζημίωσε για τα όποια αρχικά λάθη.
Το πλήρωμα του χρόνου: Μαζί με τον λογαριασμό ο οποίος κυμάνθηκε σε λογικά πλαίσια (25 pp μαζί με τις ρακές και κλασσικά τις μπύρες για το σβήσιμο) ήρθε κερασμένο εξαιρετικό καυτό ρακόμελο, για να μας θυμίσει κάτι βραδοπρωινά στο Ρέθυμνο.Πολύ καλά περάσαμε και σε αυτή την έξοδο, αν και να το λέμε θεωρείται πλεονασμός, μιας και πάντα περνάμε.
Το μαγαζί, παρά το ετερόκλητο κοινό που το επισκέπτεται, ήρθε στη δύσκολή πιάτσα του Χαλανδρίου για να μείνει. Σίγουρα διαθέτει όρεξη, ωραίες γεύσεις, όμορφο περιβάλλον και με περισσότερη προσοχή στη λεπτομέρεια θα τα καταφέρει.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Είμαστε 3 φίλοι που τρώμε το σταφύλι. Για την ακρίβεια, κυρίως πίνουμε τα παράγωγα του σταφυλιού. Ο ‘’ένας’’, όταν οι άλλοι σταματάνε αυτός συνεχίζει να σολάρει, με την Κατερίνα να προσπαθεί να τον επαναφέρει ανεπιτυχώς στην τάξη, ο ‘’άλλος’’, ζει την κάθε στιγμή σα να μην υπάρχει αύριο, σαν τον κο Μάκη στο ‘’Όλα είναι δρόμος’’ ένα πράμα, με τη Βάσια να κατεβάζει μούτρα και ‘’εγώ’’, με την Ελένη να έχει τα μούτρα από την αρχή, ξέροντας τη συνέχεια. Γενικά η έξοδος μας πάντα συνοδεύεται από γαστρονομικές αναζητήσεις μετά πολλών χαμόγελων και ποτού. Αυτή τη φορά θέλαμε κάτι νέο.
Το ‘’Τρεις και ο κούκος’’ έπεσε στο τραπέζι, μιας και το είχε επισκεφτεί ο ‘’κούκος’’ Σπύρος, που η Έλενα τα τελευταία χρόνια του έχει δώσει απαλλαγή.
Ο χώρος: Το μαγαζί κατοικοεδρεύει κάτω από την πλατεία του Χαλανδρίου και είναι μικρό και χαριτωμένο. Θυμίζει έντονα τα ρακάδικα του Ρεθύμνου στο πιο χαρούμενο. Πολύ χαρούμενο θα έλεγα, μιας και ο κύριος χώρος είναι βαμμένος στο χρώμα του σάπιου μήλου με την ιταλική τεχνοτροπία ‘’spugnato’’. Και για να μαθαίνει ο καθένας που διαβάζει, κυρίαρχο στο βάψιμο του τοίχου στη συγκεκριμένη βαφή είναι το σφουγγάρι θαλάσσης. Εντυπωσιακά τα στολίδια του τοίχου αλλά κυρίως ο 3d διπλός πίνακας με το δέντρο που ξεκινάει από τον ένα πίνακα και τα κλαδιά του συνεχίζουν στον άλλο. Σε ελεύθερη μετάφραση αλλά πολύ ελεύθερη, ‘’δεν μπορούν να μας χωρίσουν οι αποστάσεις’’.
Ο υπόλοιπος χώρος συμπληρώνεται με περιποιημένα κλασσικά τραπεζάκια και ψάθινες καρέκλες μεζεδοπωλείου.
Η εξυπηρέτηση: Χμμμ. Δεν ξέρω αν φταίει το γεγονός ότι ήμασταν οι μεγαλύτεροι ηλικιακά εκείνο το βράδυ, αλλά νοιώσαμε παρείσακτοι. Όχι ότι μας επηρέασε να φάμε και να πιούμε, αλλά χαμόγελο δεν είδαμε, μούτρα είδαμε, βοήθεια στην παραγγελία δεν είδαμε, γενικά υπήρχε ένα παράξενο κλίμα. Μπορεί να έφταιγε κάτι άλλο στη μέρα σίγουρα όχι εμείς, αλλά μια αρνητικότητα υπήρχε διάχυτη στο χώρο. Δίνω στο προσωπικό την ταχεία εξυπηρέτηση μιας και τα πιάτα ήρθαν στο τραπέζι πολύ γρήγορα αν και το μαγαζί είχε κόσμο.
Το φαγητό: Ο κατάλογος μικρός και ωραίος. Μιας σελίδας, στη μια οι μεζέδες στην άλλη τα ποτά. Παράταιρο θεωρώ τα 3 πιάτα θαλασσινών μιας και δεν μπορεί κάποιος να καλυφθεί μόνο με θαλασσινά, αλλά και δεν προσφέρονται για surg ‘n’ turf.
Ξεκινήσαμε με φέτα σε φύλλο με μέλι και σουσάμι, τον γνωστό φάκελο. Το μέλι ήταν ο κυρίαρχος του πιάτου και έκλεψε όλη τη δόξα από την γευστική φέτα. Όσο και να προσπάθησε το σουσάμι δεν κατάφερε να ανεβάσει το πιάτο. Τα παστουρμαδοπιτάκια σε σχήμα φλογέρας, ενώ στο εσωτερικό τους είχαν απόλυτα ισορροπημένα τα υλικά, εξωτερικά είχαν καθίσει παραπάνω ώρα στο τηγάνι και είχαν κρατήσει λάδι. Το απάκι στο τηγάνι, με ψιλοκομμένη ντομάτα και φρέσκο κρεμμύδι, ενώ θα έπρεπε να βγάλει την ένταση του χοιρινού, ήταν επίπεδό στη γεύση και χρειάστηκε η παρέμβαση μας με λεμόνι και αλατοπίπερο για να ορθοποδήσει. Τα χοιρινά κοψιδάκια ήταν απίθανα. Ψιλοκομμένο το χοιρινό με τα πολύ ψιλά κομμάτια να θυμίζουν τις γνωστές τσιγαρίδες της Θεσσαλίας. Βέβαια το 1/8 της ψητής πατάτας ως συνοδευτικό δεν χρειαζόταν στο πιάτο. Το λουκάνικο κεφτέ ίσως το καλύτερο πιάτο που φάγαμε.
Πλούσιο σε ποσότητα, εξαιρετικό στη γεύση, σωστά ψημένο, συνοδεύονταν με αυτά ακριβώς που χρειάζονταν για να μην χάσει από όλη τη δόξα: Μουστάρδα και λεμόνι. Και επειδή το γευστικό ρακί έρρεε άφθονο, είχαμε και δεύτερη γύρα. Εξαιρετική τηγανιά, πλούσια σε νόστιμη μουσταρδάτη σάλτσα για βούτηγμα, ξεκάθαρα και με ελάχιστο λιπάκι τα κομμάτια του χοιρινού, μπαχαρωμένα και πιπεράτα, τόσο όσο . Απίθανης υφής φάβα με τα καραμελωμένα κρεμμύδια, τη λιαστή ντομάτα και την κάπαρη να ενισχύουν τη γεύση. Το κλείσιμο, σίγουρα μας αποζημίωσε για τα όποια αρχικά λάθη.
Το πλήρωμα του χρόνου: Μαζί με τον λογαριασμό ο οποίος κυμάνθηκε σε λογικά πλαίσια (25 pp μαζί με τις ρακές και κλασσικά τις μπύρες για το σβήσιμο) ήρθε κερασμένο εξαιρετικό καυτό ρακόμελο, για να μας θυμίσει κάτι βραδοπρωινά στο Ρέθυμνο.Πολύ καλά περάσαμε και σε αυτή την έξοδο, αν και να το λέμε θεωρείται πλεονασμός, μιας και πάντα περνάμε.
Το μαγαζί, παρά το ετερόκλητο κοινό που το επισκέπτεται, ήρθε στη δύσκολή πιάτσα του Χαλανδρίου για να μείνει. Σίγουρα διαθέτει όρεξη, ωραίες γεύσεις, όμορφο περιβάλλον και με περισσότερη προσοχή στη λεπτομέρεια θα τα καταφέρει.