‘’Από πού θες να αρχίσω ήρθε η ώρα να μιλήσω’’, τραγουδούσε Έλληνας αοιδός με 7 γράμματα κάποτε σε μπουζουκομάγαζο στη Συγγρού. Ξεκινούσε με το ‘’είμαι ανεβασμένος’’ και μετά γινόταν εναλλαγή στο συναίσθημα. Και έβλεπες στα πρώτα τραπέζια κάτι τελειωμένους με 3 μπουκάλια τσίβας να μονολογούν ‘’πω πω, πώς το κάνει αυτό ρε φίλε!!!Πριν είχαμε πάει, για να αντέξουμε το πολύ αλκοόλ για μπύρες και λουκάνικα στο Ritterburg.
Στη Φορμίωνος βέβαια στο πρώτο μαγαζί. Σταθερή αξία στην Αθήνα. Σύνδεση με το παρελθόν δεν υπάρχει. Το τωρινό μαγαζί ελάχιστες ομοιότητες έχει με το παλιό. Αναλύοντας τις λέξεις του ονόματος αλλά και τον χαρακτηρισμό του καταλόγου ‘’γερμανικό εστιατόριο’’, έχω να δηλώσω τα κάτωθι:
Beer. Διαθέτει για γερμανικό εστιατόριο μικρό κατάλογο από μπύρες και ακόμα πιο περιορισμένες draft. Σε αντίθεση με τις μπύρες τα κρασιά ήταν αρκετά. Κυριαρχεί στις draft το Μόναχο οπότε, αφού είχα πρόσφατη την επίσκεψη στη χώρα της μπύρας, βάδισα στην πεπατημένη επιλέγοντας την Maisel’s weisse, η οποία ήταν γευστική με ωραίο άρωμα και κεχριμπαρένιο χρώμα.
Garden. Κήπος ωραίος στο απέναντι παρκάκι, κάτω από τη σκιά και την δροσιά των δέντρων αλλά για ζεστό καιρό. Εμείς Κυριακή Χειμώνα με κρύο Αθηναϊκό, καθίσαμε μέσα στον ζεστό αλλά περιορισμένο χώρο.
Ritterburg. Κάστρο ιπποτών. Θα περίμενα καλύτερη διακόσμηση, κάτι που να θυμίζει παραπάνω κάστρο. Εκτός από ένα πέτρινο τοίχο στη μια πλευρά του μαγαζιού με κάποια θεματικά κάδρα μπύρας, φεστιβάλ κλπ, κάποιες προθήκες με ποτήρια μπύρας, το υπόλοιπο μαγαζί κινείται σε αδιάφορα μονοπάτια με κόκκινους καναπέδες άλλης δεκαετίας, όπως και τα σε ανοιχτό καφέ χρώμα, τραπεζοκαθίσματα.
Γερμανικό εστιατόριο. Ξεκινώντας από την εξυπηρέτηση και έχοντας φάει σε 3-4 πόλεις της Γερμανίας ενωμένης και μη, θεωρώ ότι η εξυπηρέτηση είναι κλασική Ελληνική με τα καλά της και τα στραβά της. Χαμόγελα, ανάλυση των πιάτων όπου χρειάστηκε, σωστή σειρά στα πιάτα, μπύρες με τα σωστά ποτήρια, ένα σφηνάκι κέρασμα στο τέλος κάτι ανάμεσα σε μοσχάτο και λικέρ. Αυτά τα καλά.
Ο ιδιοκτήτης όσο το μαγαζί ήταν γεμάτο ήταν κέρβερος. Δεν άφησε τίποτα στην τύχη. Πέρασε και από τα περισσότερα τραπέζια να ρωτήσει περί του φαγητού, αλλά όχι από όλα. Μάλλον από όσους ήξερε. Το υπόλοιπο προσωπικό έκανε ένα πολύ ωραίο πηγαδάκι ούτε καν παρατήρησε τα άδεια πιάτα μας, κάποια στιγμή μάλιστα τα γέλια κάλυψαν ακόμα και τη μουσική. Δεν πειράζει, χαρά να υπάρχει και όλα τα άλλα γίνονται.
Φαγητό. Στην αρχή ζεστά ψωμάκια 2 ειδών και νόστιμα κριτσίνια με συνοδεία 2 σαλτσών, η μία sweet chilli, άστοχη επιλογή για γερμανικό εστιατόριο και η άλλη κάτι σαν τζατζίκι light, καλή.
Panierte pilze δηλαδή, μανιτάρια agaricus, παναρισμένα και συνοδευόμενα από μπολάκι με tartar sauce. Καλή η sauce, καλό και το πανάρισμα των μανιταριών με το ευτύχημα μέσα να έχουν κρατήσει τα υγρά τους και το πιάτο να συγκαταλέγεται στα καλά ορεκτικά.
Kartoffelauflauf, σουφλέ πατάτας με sauce τυριών είχαμε δυνατότητα επιλογής των τυριών αλλά δεν ερωτηθήκαμε, ήρθε μια πατάτα καλυμμένη με sauce και εσωτερικά είχε αρκετό ροκφόρ, γεγονός που δεν άρεσε σε όλους γιατί η έντονη γεύση του κάλυπτε όλα τα υπόλοιπα τυριά.
Haxe, κότσι χοιρινό συνοδευόμενο με πολύ καλό ξινολάχανο, αδιάφορες βραστές πατάτες με μαϊντανό και ροδέλες καρότο. Μαλακό και μελωμένο το κότσι, πέτσα αδιάφορη που δεν τρωγόταν αφού δεν ήταν crispy, πιάτο που σε γενικές γραμμές μας άφησε ικανοποιημένους.
Wurstplatte κλασσικά ποικιλία λουκάνικων από τις καλύτερες που έχω φάει με λουκάνικο τηγανιτό με ματζουράνα, καπνιστό, τηγανητό με τυρί, ελαφρώς καπνιστό, Βαυαρίας και καπνιστό μπέικον, ωραίες γεύσεις, καθαρές, διαφορετικές μεταξύ τους συνοδεία ξινολάχανου, πολύ καλής πατατοσαλάτας και κάτι σαν bratkartoffeln, το οποίο ήταν απλά πατάτες τηγανιτές και κομμένες σε μεγάλα κομμάτια με ψιλοκομμένο μπέικον και λίγο κρεμμύδι. Μαζί ήρθαν 3 μπολάκια με μουστάρδα, κέτσαπ και μαγιονέζα ελληνικότατη πατέντα. Παρά τις όποιες αστοχίες στα συνοδευτικά, ήταν το καλύτερο πιάτο που προσγειώθηκε στο τραπέζι μας.
Τέλος Schnitzelplatte ποικιλία από διάφορα σνίτσελ με τα ίδια συνοδευτικά. Το πανάρισμα πολύ καλό μαεστρικό θα έλεγα, αλλά αρκετά από τα κομμάτια εσωτερικά είχαν στεγνώσει. Ξεχώριζε το χοιρινό με τα διάφορα μυρωδικά στο πανάρισμα και το gordon blue.
Δώσαμε 7 νοματαίοι μαζί με τις μπύρες (10 το σύνολο), περί τα 27 ευρώ το άτομο. Ως τιμή για θεματική κουζίνα πολύ καλή.Μια πρόταση γερμανικής κουζίνας και semi κουλτούρας για τους λάτρεις του είδους και τους κατοικούντες κοντά στο κέντρο της πόλης, από τα πιο παλιά της πόλης με τη δικιά του ιστορία και το δικό του σταθερό κοινό.
Όλο με μαλώνει ο Fratello, στις διαδικτυακές συναντήσεις μας, γιατί δεν το προφέρω σωστά. Για να μην τ’ ακούσετε κι εσείς λοιπόν (εφόσον λείπει η γερμανική γλώσσα από το παλμαρέ σας, σαν του λόγου μου), σας λέω ότι προφέρεται Ρίττερμπουργκ και σημαίνει ο Πύργος των Ιπποτών.
Αν δεν απατώμαι ήταν το πρώτο εστιατόριο στην Αθήνα που σύστησε τη γερμανική κουζίνα στους Αθηναίους, πίσω στο μακρινό 1974, βρισκόταν στη Φορμίωνος, παρέπεμπε, όντως, σε πύργο και είχα φάει εκεί, αρκετές φορές, στα παιδικά κι εφηβικά μου χρόνια.
Εδώ και αρκετά χρόνια βρίσκεται στην Καισαριανή, με τη διακόσμηση να έχει αλλάξει και πλέον είναι πιο σύγχρονη. Στον εσωτερικό του χώρο κυριαρχούν το ξύλο και η πέτρα, οι απαλές καφέ και μπεζ αποχρώσεις ενώ, όταν ο καιρός το επιτρέπει, υπάρχει ένας υπέροχος, άνετος, δροσερός εξωτερικός χώρος, με δέντρα και φυτά, που αναπτύσσεται σε επίπεδα.
Αυτό όμως που δεν έχει αλλάξει στο παραμικρό είναι η ιπποτική, συμπεριφορά των ανθρώπων του. Γεγονός που αποδείχθηκε περίτρανα στην τελευταία παραγγελία μας, από το σπίτι, πριν λίγο καιρό. Όχι μόνον η παραγγελία έφτασε καυτή κι όπως έπρεπε, οι μερίδες ήταν ακριβώς στην ποσότητα που θα σερβιρόντουσαν στο εστιατόριο (δηλαδή τεράστιες), τα σκεύη μια χρήσης προσεγμένα στο έπακρο, αλλά υπήρχε και το κέρασμα που, παραδοσιακά, κλείνει το γεύμα ή δείπνο στο εστιατόριο. Πάνω από όλα, όμως, εκτίμησα το ιδιόχειρο ευχαριστήριο σημείωμα που τη συνόδευε το οποίο, πραγματικά, με συγκίνησε δείχνοντάς μου ότι τέτοιοι επαγγελματίες θα ανταπεξέλθουν της βαθιάς κρίσης που έχουν υποστεί και θα συνεχίσουν, με επιτυχία, την πορεία τους στις καλύτερες μέρες που θα έρθουν.
Ας δούμε όμως αναλυτικά τι φάγαμε εκείνη την Κυριακή λίγες εβδομάδες πριν:
• Onion rings (5.50e). Δε μιλάμε φυσικά για κατεψυγμένα. Μιλάμε για σπιτική παρασκευή με crispy κι αλάδωτο πανάρισμα που αγκάλιαζε τις γλυκές, ζωντανές, ροδέλες κρεμμυδιού.
• Ξινολάχανο (4.50e). Μαριναρισμένο θαυμάσια, ξινό όσο έπρεπε, με αρώματα κρασιού και κέδρου με τα οποία έχει μαγειρευτεί. Υπάρχει κι η επιλογή του ως γαρνιτούρα σε πιάτα αλλά καθότι αγαπημένο του καλού μου το παραγγείλαμε και ξεχωριστά.
• Spätzlepfanne (8.50e). Σπιτικά ζυμαρικά με κρόκο Κοζάνης, bacon σοτέ, κρεμμύδι και sauce από μπλε τυρί. Διακριτικά αρώματα, ισορροπία, κανένα υλικό να μην καπελώνει το άλλο, καθόλου βαρύ και μπουχτιστικό.
• Lucifer Schnitzel ( 13.903). Πανέ εσκαλόπ , με καυτερή γέμιση από σπανάκι, μπέικον, μουστάρδα, πιπεριά πίρι πίρι. Όσο υπέροχα τραγανό ήταν απέξω, τόσο ζουμερό και μαλακό ήταν μέσα. Γέμιση πεντανόστιμη κι ορεκτικά καυτερή, άφησε τον καλό μου απόλυτα ικανοποιημένο (κι εμένα δηλαδή που δεν άντεξα κι έκλεψα μπουκιές). Θαυμάσια συνοδεία του υπήρξαν οι σοταρισμένοι κύβοι πατάτας με bacon, κρεμμύδι και μαντζουράνα, όσο και τα λαχανικά.
• Champignonlende ( 14,80e). Ψαρονέφρι σχάρας με σάλτσα αγριομύρτιλα και ποικιλία μανιταριών. Μακράν το ωραιότερα ψημένο ψαρονέφρι που έχω φάει. Τόσο χυμώδες και τρυφερό. Γλυκιά , φρουτώδης σάλτσα με ξινές νότες που δε σε λίγωνε. Ήρθε ξαπλωμένο πάνω σε έναν ονειρεμένο, αφράτο, σπιτικό πουρέ πατάτας ενώ στο πλάι υπήρχαν τραγανά, μπλανσαρισμένα σε ζωμό και βούτυρο κλαριφιέ ,φρέσκα λαχανικά.
• Κέρασμα το υπέροχο cheesecake με λευκή σοκολάτα και υπόξινη μαρμελάδα μαύρων φρούτων.
Αν μου έλειψε κάτι? Ναι! Μου έλειψαν οι υπέροχες μπύρες τους. Αυτές που δε διαλέγω από τον κατάλογο αλλά απλά περιγράφω τη γεύση που θέλω και έρχονται όπως ακριβώς τις θέλω. Μου έλειψαν οι φίλοι με τους οποίους θα μοιραζόμουν το φαγητό και τις εντυπώσεις. Η αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους του εστιατορίου.
Μέχρι όλα τα παραπάνω να ξαναγίνουν εφικτά θα συνεχίσω να απολαμβάνω τις γεύσεις τους από το σπίτι και σας προτείνω να τις δοκιμάσετε κι εσείς.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
‘’Από πού θες να αρχίσω ήρθε η ώρα να μιλήσω’’, τραγουδούσε Έλληνας αοιδός με 7 γράμματα κάποτε σε μπουζουκομάγαζο στη Συγγρού. Ξεκινούσε με το ‘’είμαι ανεβασμένος’’ και μετά γινόταν εναλλαγή στο συναίσθημα. Και έβλεπες στα πρώτα τραπέζια κάτι τελειωμένους με 3 μπουκάλια τσίβας να μονολογούν ‘’πω πω, πώς το κάνει αυτό ρε φίλε!!!Πριν είχαμε πάει, για να αντέξουμε το πολύ αλκοόλ για μπύρες και λουκάνικα στο Ritterburg.
Στη Φορμίωνος βέβαια στο πρώτο μαγαζί. Σταθερή αξία στην Αθήνα. Σύνδεση με το παρελθόν δεν υπάρχει. Το τωρινό μαγαζί ελάχιστες ομοιότητες έχει με το παλιό. Αναλύοντας τις λέξεις του ονόματος αλλά και τον χαρακτηρισμό του καταλόγου ‘’γερμανικό εστιατόριο’’, έχω να δηλώσω τα κάτωθι:
Beer. Διαθέτει για γερμανικό εστιατόριο μικρό κατάλογο από μπύρες και ακόμα πιο περιορισμένες draft. Σε αντίθεση με τις μπύρες τα κρασιά ήταν αρκετά. Κυριαρχεί στις draft το Μόναχο οπότε, αφού είχα πρόσφατη την επίσκεψη στη χώρα της μπύρας, βάδισα στην πεπατημένη επιλέγοντας την Maisel’s weisse, η οποία ήταν γευστική με ωραίο άρωμα και κεχριμπαρένιο χρώμα.
Garden. Κήπος ωραίος στο απέναντι παρκάκι, κάτω από τη σκιά και την δροσιά των δέντρων αλλά για ζεστό καιρό. Εμείς Κυριακή Χειμώνα με κρύο Αθηναϊκό, καθίσαμε μέσα στον ζεστό αλλά περιορισμένο χώρο.
Ritterburg. Κάστρο ιπποτών. Θα περίμενα καλύτερη διακόσμηση, κάτι που να θυμίζει παραπάνω κάστρο. Εκτός από ένα πέτρινο τοίχο στη μια πλευρά του μαγαζιού με κάποια θεματικά κάδρα μπύρας, φεστιβάλ κλπ, κάποιες προθήκες με ποτήρια μπύρας, το υπόλοιπο μαγαζί κινείται σε αδιάφορα μονοπάτια με κόκκινους καναπέδες άλλης δεκαετίας, όπως και τα σε ανοιχτό καφέ χρώμα, τραπεζοκαθίσματα.
Γερμανικό εστιατόριο. Ξεκινώντας από την εξυπηρέτηση και έχοντας φάει σε 3-4 πόλεις της Γερμανίας ενωμένης και μη, θεωρώ ότι η εξυπηρέτηση είναι κλασική Ελληνική με τα καλά της και τα στραβά της. Χαμόγελα, ανάλυση των πιάτων όπου χρειάστηκε, σωστή σειρά στα πιάτα, μπύρες με τα σωστά ποτήρια, ένα σφηνάκι κέρασμα στο τέλος κάτι ανάμεσα σε μοσχάτο και λικέρ. Αυτά τα καλά.
Ο ιδιοκτήτης όσο το μαγαζί ήταν γεμάτο ήταν κέρβερος. Δεν άφησε τίποτα στην τύχη. Πέρασε και από τα περισσότερα τραπέζια να ρωτήσει περί του φαγητού, αλλά όχι από όλα. Μάλλον από όσους ήξερε. Το υπόλοιπο προσωπικό έκανε ένα πολύ ωραίο πηγαδάκι ούτε καν παρατήρησε τα άδεια πιάτα μας, κάποια στιγμή μάλιστα τα γέλια κάλυψαν ακόμα και τη μουσική. Δεν πειράζει, χαρά να υπάρχει και όλα τα άλλα γίνονται.
Φαγητό. Στην αρχή ζεστά ψωμάκια 2 ειδών και νόστιμα κριτσίνια με συνοδεία 2 σαλτσών, η μία sweet chilli, άστοχη επιλογή για γερμανικό εστιατόριο και η άλλη κάτι σαν τζατζίκι light, καλή.
Panierte pilze δηλαδή, μανιτάρια agaricus, παναρισμένα και συνοδευόμενα από μπολάκι με tartar sauce. Καλή η sauce, καλό και το πανάρισμα των μανιταριών με το ευτύχημα μέσα να έχουν κρατήσει τα υγρά τους και το πιάτο να συγκαταλέγεται στα καλά ορεκτικά.
Kartoffelauflauf, σουφλέ πατάτας με sauce τυριών είχαμε δυνατότητα επιλογής των τυριών αλλά δεν ερωτηθήκαμε, ήρθε μια πατάτα καλυμμένη με sauce και εσωτερικά είχε αρκετό ροκφόρ, γεγονός που δεν άρεσε σε όλους γιατί η έντονη γεύση του κάλυπτε όλα τα υπόλοιπα τυριά.
Haxe, κότσι χοιρινό συνοδευόμενο με πολύ καλό ξινολάχανο, αδιάφορες βραστές πατάτες με μαϊντανό και ροδέλες καρότο. Μαλακό και μελωμένο το κότσι, πέτσα αδιάφορη που δεν τρωγόταν αφού δεν ήταν crispy, πιάτο που σε γενικές γραμμές μας άφησε ικανοποιημένους.
Wurstplatte κλασσικά ποικιλία λουκάνικων από τις καλύτερες που έχω φάει με λουκάνικο τηγανιτό με ματζουράνα, καπνιστό, τηγανητό με τυρί, ελαφρώς καπνιστό, Βαυαρίας και καπνιστό μπέικον, ωραίες γεύσεις, καθαρές, διαφορετικές μεταξύ τους συνοδεία ξινολάχανου, πολύ καλής πατατοσαλάτας και κάτι σαν bratkartoffeln, το οποίο ήταν απλά πατάτες τηγανιτές και κομμένες σε μεγάλα κομμάτια με ψιλοκομμένο μπέικον και λίγο κρεμμύδι. Μαζί ήρθαν 3 μπολάκια με μουστάρδα, κέτσαπ και μαγιονέζα ελληνικότατη πατέντα. Παρά τις όποιες αστοχίες στα συνοδευτικά, ήταν το καλύτερο πιάτο που προσγειώθηκε στο τραπέζι μας.
Τέλος Schnitzelplatte ποικιλία από διάφορα σνίτσελ με τα ίδια συνοδευτικά. Το πανάρισμα πολύ καλό μαεστρικό θα έλεγα, αλλά αρκετά από τα κομμάτια εσωτερικά είχαν στεγνώσει. Ξεχώριζε το χοιρινό με τα διάφορα μυρωδικά στο πανάρισμα και το gordon blue.
Δώσαμε 7 νοματαίοι μαζί με τις μπύρες (10 το σύνολο), περί τα 27 ευρώ το άτομο. Ως τιμή για θεματική κουζίνα πολύ καλή.Μια πρόταση γερμανικής κουζίνας και semi κουλτούρας για τους λάτρεις του είδους και τους κατοικούντες κοντά στο κέντρο της πόλης, από τα πιο παλιά της πόλης με τη δικιά του ιστορία και το δικό του σταθερό κοινό.
Όλο με μαλώνει ο Fratello, στις διαδικτυακές συναντήσεις μας, γιατί δεν το προφέρω σωστά. Για να μην τ’ ακούσετε κι εσείς λοιπόν (εφόσον λείπει η γερμανική γλώσσα από το παλμαρέ σας, σαν του λόγου μου), σας λέω ότι προφέρεται Ρίττερμπουργκ και σημαίνει ο Πύργος των Ιπποτών.
Αν δεν απατώμαι ήταν το πρώτο εστιατόριο στην Αθήνα που σύστησε τη γερμανική κουζίνα στους Αθηναίους, πίσω στο μακρινό 1974, βρισκόταν στη Φορμίωνος, παρέπεμπε, όντως, σε πύργο και είχα φάει εκεί, αρκετές φορές, στα παιδικά κι εφηβικά μου χρόνια.
Εδώ και αρκετά χρόνια βρίσκεται στην Καισαριανή, με τη διακόσμηση να έχει αλλάξει και πλέον είναι πιο σύγχρονη. Στον εσωτερικό του χώρο κυριαρχούν το ξύλο και η πέτρα, οι απαλές καφέ και μπεζ αποχρώσεις ενώ, όταν ο καιρός το επιτρέπει, υπάρχει ένας υπέροχος, άνετος, δροσερός εξωτερικός χώρος, με δέντρα και φυτά, που αναπτύσσεται σε επίπεδα.
Αυτό όμως που δεν έχει αλλάξει στο παραμικρό είναι η ιπποτική, συμπεριφορά των ανθρώπων του. Γεγονός που αποδείχθηκε περίτρανα στην τελευταία παραγγελία μας, από το σπίτι, πριν λίγο καιρό. Όχι μόνον η παραγγελία έφτασε καυτή κι όπως έπρεπε, οι μερίδες ήταν ακριβώς στην ποσότητα που θα σερβιρόντουσαν στο εστιατόριο (δηλαδή τεράστιες), τα σκεύη μια χρήσης προσεγμένα στο έπακρο, αλλά υπήρχε και το κέρασμα που, παραδοσιακά, κλείνει το γεύμα ή δείπνο στο εστιατόριο. Πάνω από όλα, όμως, εκτίμησα το ιδιόχειρο ευχαριστήριο σημείωμα που τη συνόδευε το οποίο, πραγματικά, με συγκίνησε δείχνοντάς μου ότι τέτοιοι επαγγελματίες θα ανταπεξέλθουν της βαθιάς κρίσης που έχουν υποστεί και θα συνεχίσουν, με επιτυχία, την πορεία τους στις καλύτερες μέρες που θα έρθουν.
Ας δούμε όμως αναλυτικά τι φάγαμε εκείνη την Κυριακή λίγες εβδομάδες πριν:
• Onion rings (5.50e). Δε μιλάμε φυσικά για κατεψυγμένα. Μιλάμε για σπιτική παρασκευή με crispy κι αλάδωτο πανάρισμα που αγκάλιαζε τις γλυκές, ζωντανές, ροδέλες κρεμμυδιού.
• Ξινολάχανο (4.50e). Μαριναρισμένο θαυμάσια, ξινό όσο έπρεπε, με αρώματα κρασιού και κέδρου με τα οποία έχει μαγειρευτεί. Υπάρχει κι η επιλογή του ως γαρνιτούρα σε πιάτα αλλά καθότι αγαπημένο του καλού μου το παραγγείλαμε και ξεχωριστά.
• Spätzlepfanne (8.50e). Σπιτικά ζυμαρικά με κρόκο Κοζάνης, bacon σοτέ, κρεμμύδι και sauce από μπλε τυρί. Διακριτικά αρώματα, ισορροπία, κανένα υλικό να μην καπελώνει το άλλο, καθόλου βαρύ και μπουχτιστικό.
• Lucifer Schnitzel ( 13.903). Πανέ εσκαλόπ , με καυτερή γέμιση από σπανάκι, μπέικον, μουστάρδα, πιπεριά πίρι πίρι. Όσο υπέροχα τραγανό ήταν απέξω, τόσο ζουμερό και μαλακό ήταν μέσα. Γέμιση πεντανόστιμη κι ορεκτικά καυτερή, άφησε τον καλό μου απόλυτα ικανοποιημένο (κι εμένα δηλαδή που δεν άντεξα κι έκλεψα μπουκιές). Θαυμάσια συνοδεία του υπήρξαν οι σοταρισμένοι κύβοι πατάτας με bacon, κρεμμύδι και μαντζουράνα, όσο και τα λαχανικά.
• Champignonlende ( 14,80e). Ψαρονέφρι σχάρας με σάλτσα αγριομύρτιλα και ποικιλία μανιταριών. Μακράν το ωραιότερα ψημένο ψαρονέφρι που έχω φάει. Τόσο χυμώδες και τρυφερό. Γλυκιά , φρουτώδης σάλτσα με ξινές νότες που δε σε λίγωνε. Ήρθε ξαπλωμένο πάνω σε έναν ονειρεμένο, αφράτο, σπιτικό πουρέ πατάτας ενώ στο πλάι υπήρχαν τραγανά, μπλανσαρισμένα σε ζωμό και βούτυρο κλαριφιέ ,φρέσκα λαχανικά.
• Κέρασμα το υπέροχο cheesecake με λευκή σοκολάτα και υπόξινη μαρμελάδα μαύρων φρούτων.
Αν μου έλειψε κάτι? Ναι! Μου έλειψαν οι υπέροχες μπύρες τους. Αυτές που δε διαλέγω από τον κατάλογο αλλά απλά περιγράφω τη γεύση που θέλω και έρχονται όπως ακριβώς τις θέλω. Μου έλειψαν οι φίλοι με τους οποίους θα μοιραζόμουν το φαγητό και τις εντυπώσεις. Η αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους του εστιατορίου.
Μέχρι όλα τα παραπάνω να ξαναγίνουν εφικτά θα συνεχίσω να απολαμβάνω τις γεύσεις τους από το σπίτι και σας προτείνω να τις δοκιμάσετε κι εσείς.