Χρόνια στην εστίαση, ταυτισμένο με την πλατεία της Πορταριάς, σε όμορφο σημείο με αξιοσημείωτη σκιά από τα πλατάνια, περιποιημένο και προσεγμένο χώρο, ωραίο μενού και άψογο service.
Πάντα;
Όχι πάντα.
Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι έχω φάει εξαιρετικά, με γεύσεις που τις θυμάμαι ακόμα, αλλά έχω φάει και μέτρια. Έχω περάσει υπέροχα, αλλά και έχω εκνευρισθεί από παρέα γάτων αλλά και μελισσών που δεν με άφησαν να απολαύσω το φαγητό μου.
Οι τιμές λίγο πιο πάνω από τα συνηθισμένα επιτρεπτά όρια, αρκετά πιο πάνω από το είδος του μαγαζιού που πρεσβεύει αλλά that’s it, αυτός είναι χρόνια, έχει όνομα και το απέκτησε με αρκετές εργατοώρες στην προσπάθεια για το καλύτερο.
Για αρχή φρέσκο ψωμί δύο υφών με ελιές χοντρές από το βουνό των Κενταύρων. Ότι πρέπει για να ανοίξει η όρεξη.
Ταυτόχρονα ήρθε και η σαλάτα μας.
Διαλέξαμε την ντακοσαλάτα που πλέον χαλαρά παλεύει στα ίσια με τη χωριάτικη για τα πρωτεία στην Ελλάδα. Εξαιρετική η επιλογή μας γιατί ο chef δημιούργησε ένα όμορφο και νόστιμο πιάτο.
Στην βάση λάδι και από πάνω σε μια γωνία ντροπαλή η κριθαροκουλούρα, σκεπασμένη με ψιλοκομμένη ντομάτα, φρέσκο κρεμμύδι, ρίγανη, άφθονο γαλοτύρι και στην κορυφή καπαρόφυλλα. Με κέρδισε η επιλογή των φύλλων και με το ιεροτελεστικό σπάσιμο με κέρδισε και η γεύση.
Συνέχεια με νόστιμη φακελωμένη φέτα, με άψογη κρούστα που είχε γίνει ένα σώμα με το τυρί, το απαραίτητο μέλι ίσα για το γλυκό της υπόθεσης και μπόλικο τριμμένο φυστίκι Αιγίνης.
Ναι μέχρι εδώ θα τα ξανάπαιρνα και είναι ο ‘’Κρίτσας’’ που μου έχει χαραχτεί στη μνήμη.
Πλευρώτους στη σχάρα με λαδολέμονο και θυμάρι. Ήρθαν πολύ στεγνά και μόνο με την μανιταρίσια γεύση χωρίς έξτρα αρώματα. Ως λάτρεις των μανιταριών τα φάγαμε αλλά… η σχάρα δεν έκανε καλά τη δουλεία της…
Και κάπου εδώ ακολούθησε παύση αρκετών έως πολλών λεπτών, για να έρθουν τα κυρίως πιάτα.
Το κότσι άψογα μαγειρεμένο, έντονα τα αρώματα του μελιού και της μπύρας φαγώθηκε πριν προλάβει ο σερβιτόρος να επιστρέψει στα ενδότερα του μαγαζιού. Άνετα χόρταινε 2 άτομα.
Από την άλλη η χοιρινή μπριζολοπανσέτα, κάτι σαν αποδομημένη tomahawk είχε καλό ψήσιμο, θα μπορούσε να είναι παραπάνω ζουμερή και να ‘’ακούγεται’’ το μαρινάρισμα.
Οι συνοδευτικές πατάτες των δύο πιάτων με ωραία γεύση και υφή.
Κέρασμα στο τέλος μαζί με τον λογαριασμό, για τον οποίο μίλησα στην αρχή, ωραίο γλυκό αχλάδι.
Τείνει να γίνει σήμα κατατεθέν του χωριού, σίγουρα όλοι θα σου μιλήσουν για την επίσκεψη στον χώρο του, θα ξαναπήγαινα κάποια στιγμή μελλοντικά για κάποια νέα γεύση που σίγουρα δεν θα την έβρισκα αλλού.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Χρόνια στην εστίαση, ταυτισμένο με την πλατεία της Πορταριάς, σε όμορφο σημείο με αξιοσημείωτη σκιά από τα πλατάνια, περιποιημένο και προσεγμένο χώρο, ωραίο μενού και άψογο service.
Πάντα;
Όχι πάντα.
Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι έχω φάει εξαιρετικά, με γεύσεις που τις θυμάμαι ακόμα, αλλά έχω φάει και μέτρια. Έχω περάσει υπέροχα, αλλά και έχω εκνευρισθεί από παρέα γάτων αλλά και μελισσών που δεν με άφησαν να απολαύσω το φαγητό μου.
Οι τιμές λίγο πιο πάνω από τα συνηθισμένα επιτρεπτά όρια, αρκετά πιο πάνω από το είδος του μαγαζιού που πρεσβεύει αλλά that’s it, αυτός είναι χρόνια, έχει όνομα και το απέκτησε με αρκετές εργατοώρες στην προσπάθεια για το καλύτερο.
Για αρχή φρέσκο ψωμί δύο υφών με ελιές χοντρές από το βουνό των Κενταύρων. Ότι πρέπει για να ανοίξει η όρεξη.
Ταυτόχρονα ήρθε και η σαλάτα μας.
Διαλέξαμε την ντακοσαλάτα που πλέον χαλαρά παλεύει στα ίσια με τη χωριάτικη για τα πρωτεία στην Ελλάδα. Εξαιρετική η επιλογή μας γιατί ο chef δημιούργησε ένα όμορφο και νόστιμο πιάτο.
Στην βάση λάδι και από πάνω σε μια γωνία ντροπαλή η κριθαροκουλούρα, σκεπασμένη με ψιλοκομμένη ντομάτα, φρέσκο κρεμμύδι, ρίγανη, άφθονο γαλοτύρι και στην κορυφή καπαρόφυλλα. Με κέρδισε η επιλογή των φύλλων και με το ιεροτελεστικό σπάσιμο με κέρδισε και η γεύση.
Συνέχεια με νόστιμη φακελωμένη φέτα, με άψογη κρούστα που είχε γίνει ένα σώμα με το τυρί, το απαραίτητο μέλι ίσα για το γλυκό της υπόθεσης και μπόλικο τριμμένο φυστίκι Αιγίνης.
Ναι μέχρι εδώ θα τα ξανάπαιρνα και είναι ο ‘’Κρίτσας’’ που μου έχει χαραχτεί στη μνήμη.
Πλευρώτους στη σχάρα με λαδολέμονο και θυμάρι. Ήρθαν πολύ στεγνά και μόνο με την μανιταρίσια γεύση χωρίς έξτρα αρώματα. Ως λάτρεις των μανιταριών τα φάγαμε αλλά… η σχάρα δεν έκανε καλά τη δουλεία της…
Και κάπου εδώ ακολούθησε παύση αρκετών έως πολλών λεπτών, για να έρθουν τα κυρίως πιάτα.
Το κότσι άψογα μαγειρεμένο, έντονα τα αρώματα του μελιού και της μπύρας φαγώθηκε πριν προλάβει ο σερβιτόρος να επιστρέψει στα ενδότερα του μαγαζιού. Άνετα χόρταινε 2 άτομα.
Από την άλλη η χοιρινή μπριζολοπανσέτα, κάτι σαν αποδομημένη tomahawk είχε καλό ψήσιμο, θα μπορούσε να είναι παραπάνω ζουμερή και να ‘’ακούγεται’’ το μαρινάρισμα.
Οι συνοδευτικές πατάτες των δύο πιάτων με ωραία γεύση και υφή.
Κέρασμα στο τέλος μαζί με τον λογαριασμό, για τον οποίο μίλησα στην αρχή, ωραίο γλυκό αχλάδι.
Τείνει να γίνει σήμα κατατεθέν του χωριού, σίγουρα όλοι θα σου μιλήσουν για την επίσκεψη στον χώρο του, θα ξαναπήγαινα κάποια στιγμή μελλοντικά για κάποια νέα γεύση που σίγουρα δεν θα την έβρισκα αλλού.