Δεν βρίσκω καμία δικαιολογία στον εαυτό μου που τόσα χρόνια στο Βόλο δεν είχα επισκεφτεί Πλατανιά και Μικρό. Απίθανες παραλίες, χρυσαφένια άμμος και στα δύο μέρη, αγιορείτικο μονοπάτι να τις ενώνει, ηρεμία, απλότητα, χαλάρωση και μια παραδεισένια ταβέρνα που σε αποζημιώνει πλήρως. Καλά έχουν ταβέρνες στον παράδεισο;;; Αν έχουν είναι σαν τον ‘’Αίολο’’.
Μετά από επίσκεψη στον κολλητό του γιού, μπάνιο εξαιρετικό και συζήτηση επί παντός, είχαμε κρατήσει τραπέζι στον ‘’Αίολο’’. Καλά χρειάζεται κράτηση; Όπως και δήποτε αν θέλεις να καθίσεις να φας. Είναι –όσο και να μην φαίνεται στο μάτι- μαγαζί γωνία με υπέροχο φαγητό και τρομερή σκιά σε όλη την αυλή του.
Tip: Κάτσε στο μοναστηριακό τραπέζι χωράει περισσότερα πιάτα.Ο κος Στάθης που το τρέχει από Μάιο έως Οκτώβριο είναι πανταχού παρών, σκανάροντας τον χώρο και τους πελάτες και προτείνοντας ότι ταιριάζει γευστικά στον καθένα. Είναι η μόνη φορά που ένοιωσα σιγουριά και δεν φοβήθηκα το τι θα παραγγείλω και πόσο θα πληρώσω αφού η παραγγελία γίνεται ακούγοντας τον Στάθη και χωρίς κατάλογο. Ό,τι φας στο μαγαζί θα είναι φρέσκο. Ή έχει ή δεν έχει και αν δεν έχει τελείωσε λόγω κόσμου. Ο ορισμός του management, πέραν της θεωρίας.
Θαλασσινοί μεζέδες, φρέσκα ψάρια, τσιπουρομεζέδες άλλης διάστασης και κάποια εξαιρετικά μαγειρευτά. Μενού για όλα τα γούστα. Δοκιμάσαμε το must του καλοκαιριού, εξαιρετική χωριάτικη με όλα τα καλούδια εντός. Μας άνοιξε την όρεξη μαζί με τα τηγανιτά κολοκυθάκια συνοδεία τζατζικιού, σωστά παναρισμένα, αλάδωτα και crispy. Όταν έφτασαν οι γαρίδες σαγανάκι κατάλαβα γιατί τόσο επιμονή για το συγκεκριμένο πιάτο από τη Μαρία του τραπεζιού. Η σάλτσα ήταν ‘’φέρε ψωμί να βουτάω’’, οι γαρίδες σωστά προετοιμασμένες για φάγωμα, είχαν ελάχιστα πάνω τους για καθάρισμα, το δέσιμο δε της σάλτσας με το τυρί, τις πιπεριές και τα καλούδια του μποστανιού υποδειγματικό.
Σε τέτοιο μαγαζί δεν πρέπει να λείπει από το τραπέζι το χταπόδι. Αν και η εμφάνιση του πιάτου είναι η κλασσική, συνοδεία μαρουλιού που με χαλάει, με το δάγκωμα του πρώτου κομματιού, σχηματίστηκε στο πρόσωπό μου μόνιμα το χαμόγελο του joker. Εξαιρετικό, must eat και κλείνει εδώ η χταποδοπαρουσίαση.
Και ύστερα ήρθαν τα τσίπουρα. Όχι πολλά, μα οι μεζέδες πολλοί και θαυμάσιοι. Τηγανιτά ψάρια μεσαία και μικρά, νόστιμα με crispy πέτσα και χωρίς να έχουν κρατήσει λαδίλα συνοδεία σπιτικής μαγιονέζας, μύδια αχνιστά για να συνεχιστούν οι βούτες στο ζουμί τους, πηλιορείτικα τσιτσίραβλα με σκορδάκι και άνηθο απλά υπέροχα, πετροσωλήνες και στρείδια που μύριζαν θάλασσα και μοίραζαν εγκεφαλικά, γαρίδες τηγανητές σούπερ και πάει λέγοντας.
Περάσαμε πολύ καλά, χορτασμένοι και ευχαριστημένοι. Να γκρινιάξω; Το service χρειάζεται υπομονή και προσευχή για να πέσεις στο ραντάρ του Στάθη. Αν σε δουν οι βοηθοί του, θα παρακαλάς να μην ξεχάσουν αυτά που παρήγγειλες.
Για τιμές δεν μιλάω. Super. Όποτε, όπως είπε και ο γνωστός Καβάφης ο Κ.Π. σε ένα από τα ποιήματα του, κατ’ εμέ το καλύτερο, ‘’Σα βγεις στον πηγαιμό για τον γύρο του Πηλίου, μην παραλείψεις να περάσεις από το ‘’Μικρό’’, ειδάλλως θα το μετανιώσεις’’.
Εφέτος περάσαμε μια εβδομάδα διακοπών στο Νότιο Πήλιο και συγκεκριμένα στο Μικρό, ένα όμορφο μικρό – όνομα και πράγμα – παραλιακό χωριό στην πλευρά του Αιγαίου Πελάγους. Το Μικρό βρίσκεται στο τέλος μιας αρκετά μεγάλης διαδρομής – Βόλος, Αργαλαστή, Λαύκος – με μπόλικες στροφές και πολύ, πάρα πολύ πράσινο. Διαθέτει μια μεγάλη, φαρδιά και καθαρή πλαζ με ξανθή χοντρόκοκκη άμμο όπου, όταν δεν έχει μελτέμι, συνήθως νωρίς το πρωί και αργούτσικα το απόγευμα, ευχαριστιέσαι μπάνιο.
Πηγαίνοντας στο Μικρό δεν είχαμε ιδέα ούτε πού ούτε τι θα φάμε. Ήταν λοιπόν μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη, όταν το πρώτο βράδι, και στη συνέχεια σχεδόν όλα τα επόμενα βράδια φάγαμε στον ΑΙΟΛΟ, μια ψαροταβέρνα-αποκάλυψη που συναντάς μπαίνοντας στο χωριό. Για να πω την αλήθεια, δεν είχα κατά νου να γράψω κριτική για τον ΑΙΟΛΟ, όπως για τον ΑΓΓΕΛΟ στις Κόττες, που γνώριζα από προηγούμενη επίσκεψη στην περιοχή, όμως το όλο πακέτο ήταν τόσο εντυπωσιακό που θεωρώ υποχρέωσή μου να τοποθετήσω τον ΑΙΟΛΟ στο γαστρονομικό χάρτη της εκτός Αθηνών επικράτειας.
Αυτή η αυθεντική ελληνική ψαροταβέρνα είναι αρκετά μεγάλη, από την παραλία τη χωρίζουν μόνο λίγα μέτρα. Χώρος καθαρός και κυρίως 100% σκιερός και δροσερός, με κλασικά ξύλινα τραπέζια – ανάμεσά τους και δύο μεγάλα μοναστηριακού τύπου με πέτρινη επιφάνεια για μεγάλες παρέες – και ψάθινες καρέκλες με κλασικά καρό τραπεζομάντηλα, είναι εύκολο να φανταστείτε το περιβάλλον. Εκείνο που ίσως δεν περιμένει κανείς είναι το εξαιρετικό φαγητό και – κυρίως – η άψογη εξυπηρέτηση. Αρχίζοντας από τους νεαρούς βοηθούς που πηγαινοέρχονται ακούραστοι και χαμογελαστοί, δημιουργώντας φιλικό κλίμα με όλους τους πελάτες, μέχρι τον κύριο Στάθη που είναι η ψυχή της επιχείρησης προς τα έξω, μια και στο εσωτερικό μεγαλουργεί η κυρία Ξένια – ελπίζω να συγκράτησα σωστά το όνομά της. Δεν νιώσαμε καμία στιγμή την απουσία καταλόγου από το τραπέζι, ο κύριος Στάθης έχει την ικανότητα να «διαβάζει» τους πελάτες και να τους βοηθά να φτιάξουν ένα μενού της απόλυτης αρεσκείας τους, χωρίς να κοιτά να πασάρει αυτό που του φέρνει περισσότερο κέρδος. Προμηθεύεται τη βασική πραμάτεια του καθημερινά φρέσκια από τα ψαροκάικα της γειτονικής Πλατανιάς, από εκεί και πέρα αναλαμβάνει η κουζίνα, από όπου βγαίνουν θαυμάσιοι συνοδευτικοί μεζέδες.
Όπως προανέφερα, φάγαμε τρεις, τέσσερις φορές στον ΑΙΟΛΟ και μόνο ένα πιάτο, οι ασύλληπτοι κολοκυθοκεφτέδες με τυροκαυτερή που ευωδίαζαν φρεσκοκομμένο κολοκυθάκι και καλό τυρί φέτα, προσγειώθηκε δύο φορές στο τραπέζι μας. Στο ίδιο επίπεδο το χειροποίητο τζατζίκι και ο μαριναρισμένος γαύρος. Ειδική μνεία στο χταπόδι στα κάρβουνα, σερβιρισμένο πάνω σε πολίτικη σαλάτα, και στα αχνιστά μύδια που μοσχοβολούν θάλασσα. Από ψαρικά τώρα δοκιμάσαμε κουτσομούρες κυριολεκτικά της ημέρας, τηγανισμένες αριστοτεχνικά με πέτσα που έσπαγε σαν κρακεράκι, καραβίδες όχι τεράστιες στο μέγεθος αλλά περασμένες τόσο όσο από τα κάρβουνα, και θράψαλα γεμιστά με τυρί, λίγη ντομάτα και πιπεριά, επίσης πολύ σωστά ψημένα. Όπως αντιλαμβάνεστε, δεν έχω να κάνω την παραμικρή αρνητική επισήμανση, κι αυτό τα λέει όλα μιλώντας για το φαγητό σε μια ψαροταβέρνα στο τέρμα Θεού. Κάθε φορά υπήρχε βέβαια διαφορετικό κέρασμα – γλυκάκι ή φρούτο – στο τέλος. Ο λογαριασμός; Μαζί με μπύρες και νερά λίγο κάτω ή έλάχιστα πάνω από τα 30 € για δύο άτομα.
Μου είναι σαφές ότι αυτή η κριτική δύσκολα θα οδηγήσει σε θεαματική αύξηση της πελατείας του κυρίου Στάθη. Και να σας πω κάτι; Δεν τη χρειάζεται. Μάιο με Οκτώβριο είναι μεσημέρι βράδι γεμάτος, μπράβο του! Αν ποτέ σας φέρει πάντως από εκεί ο δρόμος, τιμήστε τον ΑΙΟΛΟ με μια επίσκεψη, θα έχετε να το θυμάστε!
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Δεν βρίσκω καμία δικαιολογία στον εαυτό μου που τόσα χρόνια στο Βόλο δεν είχα επισκεφτεί Πλατανιά και Μικρό. Απίθανες παραλίες, χρυσαφένια άμμος και στα δύο μέρη, αγιορείτικο μονοπάτι να τις ενώνει, ηρεμία, απλότητα, χαλάρωση και μια παραδεισένια ταβέρνα που σε αποζημιώνει πλήρως. Καλά έχουν ταβέρνες στον παράδεισο;;; Αν έχουν είναι σαν τον ‘’Αίολο’’.
Μετά από επίσκεψη στον κολλητό του γιού, μπάνιο εξαιρετικό και συζήτηση επί παντός, είχαμε κρατήσει τραπέζι στον ‘’Αίολο’’. Καλά χρειάζεται κράτηση; Όπως και δήποτε αν θέλεις να καθίσεις να φας. Είναι –όσο και να μην φαίνεται στο μάτι- μαγαζί γωνία με υπέροχο φαγητό και τρομερή σκιά σε όλη την αυλή του.
Tip: Κάτσε στο μοναστηριακό τραπέζι χωράει περισσότερα πιάτα.Ο κος Στάθης που το τρέχει από Μάιο έως Οκτώβριο είναι πανταχού παρών, σκανάροντας τον χώρο και τους πελάτες και προτείνοντας ότι ταιριάζει γευστικά στον καθένα. Είναι η μόνη φορά που ένοιωσα σιγουριά και δεν φοβήθηκα το τι θα παραγγείλω και πόσο θα πληρώσω αφού η παραγγελία γίνεται ακούγοντας τον Στάθη και χωρίς κατάλογο. Ό,τι φας στο μαγαζί θα είναι φρέσκο. Ή έχει ή δεν έχει και αν δεν έχει τελείωσε λόγω κόσμου. Ο ορισμός του management, πέραν της θεωρίας.
Θαλασσινοί μεζέδες, φρέσκα ψάρια, τσιπουρομεζέδες άλλης διάστασης και κάποια εξαιρετικά μαγειρευτά. Μενού για όλα τα γούστα. Δοκιμάσαμε το must του καλοκαιριού, εξαιρετική χωριάτικη με όλα τα καλούδια εντός. Μας άνοιξε την όρεξη μαζί με τα τηγανιτά κολοκυθάκια συνοδεία τζατζικιού, σωστά παναρισμένα, αλάδωτα και crispy. Όταν έφτασαν οι γαρίδες σαγανάκι κατάλαβα γιατί τόσο επιμονή για το συγκεκριμένο πιάτο από τη Μαρία του τραπεζιού. Η σάλτσα ήταν ‘’φέρε ψωμί να βουτάω’’, οι γαρίδες σωστά προετοιμασμένες για φάγωμα, είχαν ελάχιστα πάνω τους για καθάρισμα, το δέσιμο δε της σάλτσας με το τυρί, τις πιπεριές και τα καλούδια του μποστανιού υποδειγματικό.
Σε τέτοιο μαγαζί δεν πρέπει να λείπει από το τραπέζι το χταπόδι. Αν και η εμφάνιση του πιάτου είναι η κλασσική, συνοδεία μαρουλιού που με χαλάει, με το δάγκωμα του πρώτου κομματιού, σχηματίστηκε στο πρόσωπό μου μόνιμα το χαμόγελο του joker. Εξαιρετικό, must eat και κλείνει εδώ η χταποδοπαρουσίαση.
Και ύστερα ήρθαν τα τσίπουρα. Όχι πολλά, μα οι μεζέδες πολλοί και θαυμάσιοι. Τηγανιτά ψάρια μεσαία και μικρά, νόστιμα με crispy πέτσα και χωρίς να έχουν κρατήσει λαδίλα συνοδεία σπιτικής μαγιονέζας, μύδια αχνιστά για να συνεχιστούν οι βούτες στο ζουμί τους, πηλιορείτικα τσιτσίραβλα με σκορδάκι και άνηθο απλά υπέροχα, πετροσωλήνες και στρείδια που μύριζαν θάλασσα και μοίραζαν εγκεφαλικά, γαρίδες τηγανητές σούπερ και πάει λέγοντας.
Περάσαμε πολύ καλά, χορτασμένοι και ευχαριστημένοι. Να γκρινιάξω; Το service χρειάζεται υπομονή και προσευχή για να πέσεις στο ραντάρ του Στάθη. Αν σε δουν οι βοηθοί του, θα παρακαλάς να μην ξεχάσουν αυτά που παρήγγειλες.
Για τιμές δεν μιλάω. Super. Όποτε, όπως είπε και ο γνωστός Καβάφης ο Κ.Π. σε ένα από τα ποιήματα του, κατ’ εμέ το καλύτερο, ‘’Σα βγεις στον πηγαιμό για τον γύρο του Πηλίου, μην παραλείψεις να περάσεις από το ‘’Μικρό’’, ειδάλλως θα το μετανιώσεις’’.
Εφέτος περάσαμε μια εβδομάδα διακοπών στο Νότιο Πήλιο και συγκεκριμένα στο Μικρό, ένα όμορφο μικρό – όνομα και πράγμα – παραλιακό χωριό στην πλευρά του Αιγαίου Πελάγους. Το Μικρό βρίσκεται στο τέλος μιας αρκετά μεγάλης διαδρομής – Βόλος, Αργαλαστή, Λαύκος – με μπόλικες στροφές και πολύ, πάρα πολύ πράσινο. Διαθέτει μια μεγάλη, φαρδιά και καθαρή πλαζ με ξανθή χοντρόκοκκη άμμο όπου, όταν δεν έχει μελτέμι, συνήθως νωρίς το πρωί και αργούτσικα το απόγευμα, ευχαριστιέσαι μπάνιο.
Πηγαίνοντας στο Μικρό δεν είχαμε ιδέα ούτε πού ούτε τι θα φάμε. Ήταν λοιπόν μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη, όταν το πρώτο βράδι, και στη συνέχεια σχεδόν όλα τα επόμενα βράδια φάγαμε στον ΑΙΟΛΟ, μια ψαροταβέρνα-αποκάλυψη που συναντάς μπαίνοντας στο χωριό. Για να πω την αλήθεια, δεν είχα κατά νου να γράψω κριτική για τον ΑΙΟΛΟ, όπως για τον ΑΓΓΕΛΟ στις Κόττες, που γνώριζα από προηγούμενη επίσκεψη στην περιοχή, όμως το όλο πακέτο ήταν τόσο εντυπωσιακό που θεωρώ υποχρέωσή μου να τοποθετήσω τον ΑΙΟΛΟ στο γαστρονομικό χάρτη της εκτός Αθηνών επικράτειας.
Αυτή η αυθεντική ελληνική ψαροταβέρνα είναι αρκετά μεγάλη, από την παραλία τη χωρίζουν μόνο λίγα μέτρα. Χώρος καθαρός και κυρίως 100% σκιερός και δροσερός, με κλασικά ξύλινα τραπέζια – ανάμεσά τους και δύο μεγάλα μοναστηριακού τύπου με πέτρινη επιφάνεια για μεγάλες παρέες – και ψάθινες καρέκλες με κλασικά καρό τραπεζομάντηλα, είναι εύκολο να φανταστείτε το περιβάλλον. Εκείνο που ίσως δεν περιμένει κανείς είναι το εξαιρετικό φαγητό και – κυρίως – η άψογη εξυπηρέτηση. Αρχίζοντας από τους νεαρούς βοηθούς που πηγαινοέρχονται ακούραστοι και χαμογελαστοί, δημιουργώντας φιλικό κλίμα με όλους τους πελάτες, μέχρι τον κύριο Στάθη που είναι η ψυχή της επιχείρησης προς τα έξω, μια και στο εσωτερικό μεγαλουργεί η κυρία Ξένια – ελπίζω να συγκράτησα σωστά το όνομά της. Δεν νιώσαμε καμία στιγμή την απουσία καταλόγου από το τραπέζι, ο κύριος Στάθης έχει την ικανότητα να «διαβάζει» τους πελάτες και να τους βοηθά να φτιάξουν ένα μενού της απόλυτης αρεσκείας τους, χωρίς να κοιτά να πασάρει αυτό που του φέρνει περισσότερο κέρδος. Προμηθεύεται τη βασική πραμάτεια του καθημερινά φρέσκια από τα ψαροκάικα της γειτονικής Πλατανιάς, από εκεί και πέρα αναλαμβάνει η κουζίνα, από όπου βγαίνουν θαυμάσιοι συνοδευτικοί μεζέδες.
Όπως προανέφερα, φάγαμε τρεις, τέσσερις φορές στον ΑΙΟΛΟ και μόνο ένα πιάτο, οι ασύλληπτοι κολοκυθοκεφτέδες με τυροκαυτερή που ευωδίαζαν φρεσκοκομμένο κολοκυθάκι και καλό τυρί φέτα, προσγειώθηκε δύο φορές στο τραπέζι μας. Στο ίδιο επίπεδο το χειροποίητο τζατζίκι και ο μαριναρισμένος γαύρος. Ειδική μνεία στο χταπόδι στα κάρβουνα, σερβιρισμένο πάνω σε πολίτικη σαλάτα, και στα αχνιστά μύδια που μοσχοβολούν θάλασσα. Από ψαρικά τώρα δοκιμάσαμε κουτσομούρες κυριολεκτικά της ημέρας, τηγανισμένες αριστοτεχνικά με πέτσα που έσπαγε σαν κρακεράκι, καραβίδες όχι τεράστιες στο μέγεθος αλλά περασμένες τόσο όσο από τα κάρβουνα, και θράψαλα γεμιστά με τυρί, λίγη ντομάτα και πιπεριά, επίσης πολύ σωστά ψημένα. Όπως αντιλαμβάνεστε, δεν έχω να κάνω την παραμικρή αρνητική επισήμανση, κι αυτό τα λέει όλα μιλώντας για το φαγητό σε μια ψαροταβέρνα στο τέρμα Θεού. Κάθε φορά υπήρχε βέβαια διαφορετικό κέρασμα – γλυκάκι ή φρούτο – στο τέλος. Ο λογαριασμός; Μαζί με μπύρες και νερά λίγο κάτω ή έλάχιστα πάνω από τα 30 € για δύο άτομα.
Μου είναι σαφές ότι αυτή η κριτική δύσκολα θα οδηγήσει σε θεαματική αύξηση της πελατείας του κυρίου Στάθη. Και να σας πω κάτι; Δεν τη χρειάζεται. Μάιο με Οκτώβριο είναι μεσημέρι βράδι γεμάτος, μπράβο του! Αν ποτέ σας φέρει πάντως από εκεί ο δρόμος, τιμήστε τον ΑΙΟΛΟ με μια επίσκεψη, θα έχετε να το θυμάστε!