Δεν νομίζω να έχω φάει χειρότερα, ως vfm πάντα και όχι ως γεύση. Διότι οι γεύσεις ήταν καλές.
Ανάλαφρο τηγάνι, ελάχιστη έως καθόλου λαδίλα, φρέσκες πρώτες ύλες, καλό παραδοσιακό περιβάλλον αν και πολύ στενάχωρα καθόσουν, μουσική ταυτιζόμενη με το στυλ του μαγαζιού, εξυπηρέτηση νορμάλ. Και κάπου εδώ έσβησαν τα φώτα.
Τι ζητήσαμε; Μεζέδες να είναι νηστίσιμοι έστω και αν είναι ίδιοι. Δεν γινόταν. Γιατί δεν ήμασταν πελάτες; Γιατί δεν μπορούσε να χαλάσει η σειρά των μεζέδων; Γιατί βαριόταν η κουζίνα;
Σε όλα τα τραπέζια παρέλασαν γαρίδες σαγανάκι, πατάτα ψητή, καλαμαράκια, μαλάκια λογής λογής, σε όλα εκτός από το δικό μας.
Σε εμάς έφτασε εξαιρετικός γαύρος τηγανητός αλειμμένος με κουρκούτι, απίθανο spicy μυδοπίλαφο, ωραία ξυδάτη πιπεριά με γευστική μελιτζανοσαλάτα, 2-3 αλίπαστα που θύμιζαν κονσέρβα και γύρισαν πίσω αλλά δεν αντικαταστάθηκαν, σαρδέλα αδιάφορη, γαρίδα καλή, αχινός γευστικός αλλά με αρκετά αγκάθια που μόνο τυφλός δεν βλέπει. Και μετά κοιτιόμασταν μήπως και αγαπηθούμε, πίναμε για να μην πάει χαμένη η μέρα και όχι γιατί το είχαμε ανάγκη και μιλούσαμε δυνατά μήπως και κάποιος ακούσει τα παράπονά μας.
Τελικά όλα είναι μύθος. Ότι και να έχεις ακούσει η πρώτη εντύπωση που σου καρφώνεται στο κεφάλι ισχύει με ελάχιστες εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Τα ‘’Βολιωτάκια’’ είναι ένα τσιπουράδικο που έχει καλές γεύσεις, αλλά επειδή είναι μικρό και γεμίζει κάθε μέρα, δεν επιθυμεί να πάει το βήμα παρακάτω.
Έχει μείνει στη δεκαετία του ’90 όπου τα μαγαζιά δούλευαν με γνωστούς και αδιαφορούσαν να προσελκύσουν νέους πελάτες.
Το τσιγάρο είναι κάτι νέο στον Βόλο, άρα θα πρέπει να δοκιμαστεί και γι’ αυτό καπνίζουν όλοι εντός μαγαζιού, γράφοντας εκεί που δεν πιάνει μελάνι τους μη καπνίζοντες.
Δουλεύει χωρίς ετικέτες τσίπουρου με τον κλασσικό παραδοσιακό τρόπο της ‘’μόστρας’’, που είναι στα συν του, αφού το τσίπουρο του είναι γλυκόπιοτο χωρίς μετέπειτα παρενέργειες και φθηνό.
Θέλει κράτηση για να βρεις τραπέζι να καθίσεις- από τις εξαιρέσεις στον Βόλο- προσφέρει τον παραδοσιακό μεζέ για να σου ανοίξει η όρεξη και να πας στο σπίτι να φας το μεσημεριανό σου και είναι ανοιχτά μέχρι το απόγευμα.
Έχει δε φανατικούς οπαδούς που σίγουρα θα συνεχίσει να τους έχει και σίγουρα δεν επιθυμεί να κερδίσει άλλους.
Επαφίεται στην όρεξη και στα κέφια του καθενός τι θα αποφασίσει να πράξει.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Δεν νομίζω να έχω φάει χειρότερα, ως vfm πάντα και όχι ως γεύση. Διότι οι γεύσεις ήταν καλές.
Ανάλαφρο τηγάνι, ελάχιστη έως καθόλου λαδίλα, φρέσκες πρώτες ύλες, καλό παραδοσιακό περιβάλλον αν και πολύ στενάχωρα καθόσουν, μουσική ταυτιζόμενη με το στυλ του μαγαζιού, εξυπηρέτηση νορμάλ. Και κάπου εδώ έσβησαν τα φώτα.
Τι ζητήσαμε; Μεζέδες να είναι νηστίσιμοι έστω και αν είναι ίδιοι. Δεν γινόταν. Γιατί δεν ήμασταν πελάτες; Γιατί δεν μπορούσε να χαλάσει η σειρά των μεζέδων; Γιατί βαριόταν η κουζίνα;
Σε όλα τα τραπέζια παρέλασαν γαρίδες σαγανάκι, πατάτα ψητή, καλαμαράκια, μαλάκια λογής λογής, σε όλα εκτός από το δικό μας.
Σε εμάς έφτασε εξαιρετικός γαύρος τηγανητός αλειμμένος με κουρκούτι, απίθανο spicy μυδοπίλαφο, ωραία ξυδάτη πιπεριά με γευστική μελιτζανοσαλάτα, 2-3 αλίπαστα που θύμιζαν κονσέρβα και γύρισαν πίσω αλλά δεν αντικαταστάθηκαν, σαρδέλα αδιάφορη, γαρίδα καλή, αχινός γευστικός αλλά με αρκετά αγκάθια που μόνο τυφλός δεν βλέπει. Και μετά κοιτιόμασταν μήπως και αγαπηθούμε, πίναμε για να μην πάει χαμένη η μέρα και όχι γιατί το είχαμε ανάγκη και μιλούσαμε δυνατά μήπως και κάποιος ακούσει τα παράπονά μας.
Τελικά όλα είναι μύθος. Ότι και να έχεις ακούσει η πρώτη εντύπωση που σου καρφώνεται στο κεφάλι ισχύει με ελάχιστες εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Τα ‘’Βολιωτάκια’’ είναι ένα τσιπουράδικο που έχει καλές γεύσεις, αλλά επειδή είναι μικρό και γεμίζει κάθε μέρα, δεν επιθυμεί να πάει το βήμα παρακάτω.
Έχει μείνει στη δεκαετία του ’90 όπου τα μαγαζιά δούλευαν με γνωστούς και αδιαφορούσαν να προσελκύσουν νέους πελάτες.
Το τσιγάρο είναι κάτι νέο στον Βόλο, άρα θα πρέπει να δοκιμαστεί και γι’ αυτό καπνίζουν όλοι εντός μαγαζιού, γράφοντας εκεί που δεν πιάνει μελάνι τους μη καπνίζοντες.
Δουλεύει χωρίς ετικέτες τσίπουρου με τον κλασσικό παραδοσιακό τρόπο της ‘’μόστρας’’, που είναι στα συν του, αφού το τσίπουρο του είναι γλυκόπιοτο χωρίς μετέπειτα παρενέργειες και φθηνό.
Θέλει κράτηση για να βρεις τραπέζι να καθίσεις- από τις εξαιρέσεις στον Βόλο- προσφέρει τον παραδοσιακό μεζέ για να σου ανοίξει η όρεξη και να πας στο σπίτι να φας το μεσημεριανό σου και είναι ανοιχτά μέχρι το απόγευμα.
Έχει δε φανατικούς οπαδούς που σίγουρα θα συνεχίσει να τους έχει και σίγουρα δεν επιθυμεί να κερδίσει άλλους.
Επαφίεται στην όρεξη και στα κέφια του καθενός τι θα αποφασίσει να πράξει.