Θα μπορούσε να είναι μια σχέση πάθους όπως η περίπτυξη των πρωταγωνιστών στην κουζίνα στην κλασσική ταινία ‘’The postman always rings twice’’. Και ωραίο ημίγλυκο διαθέτει και σε όμορφο χώρο στεγάζεται. Οι ιδιοκτήτες παρέλαβαν το νεοκλασικό του Χαλανδρίου που στέγαζε κάποτε το Ταχυδρομείο της περιοχής και το μετέτρεψαν με πολύ μεράκι, σε ένα vintage χώρο, μεζεδοπωλείο- τσιπουράδικο- ουζερί- πειραγμένη ελληνική κουζίνα.
Θα μπορούσε. Αλλά στο τέλος χορταίνει μόνο το μάτι από τον εξωτερικό χώρο. Ο εσωτερικός είναι μικρός με στριμωγμένα τα πάντα. Όχι σε κατάσταση κλειστοφοβίας αλλά το έξω είναι τρομερό. Πολύ βουητό βέβαια σα μελισσοφωλιά αλλά παντού σε αυλές αυτό γίνεται. Η vintage αισθητική μ’ αρέσει και την προτιμάω στις εξόδους μου.
Το κρασί του (ημίγλυκο πάντα), καλό δροσιστικό και ευκολόπιοτο, αν τα συνοδευτικά ήταν super θα συνέχιζα να πίνω.
Το τσιμπολόγημα ξεκίνησε με τον Μήτσο (όχι τον γνωστό τον άλλο) να αφήνει σε μένα την επιλογή. Τι το ήθελε; Αστόχησα και πέτυχα μέσο όρο κάτω από τη βάση. (3 στα 5). Και είναι η 2η φορά με το ίδιο αποτέλεσμα όποτε το δις εξαμαρτείν…
Τα καλά:
Πράσινη σαλάτα με σύγκλινο, δροσερή, πλούσια σε υλικά, φρέσκια, με το σύγκλινο να δίνει ένταση στο σύνολο. Καλά αρχίσαμε.
Ωραίο και το σαγανάκι με τα μανιτάρια, πολλά αρώματα, πλούσια γεύση, δεμένα με ωραία σάλτσα.
Τα άσχημα:
Μπαστουνάκια ανθότυρο με μαρμελάδα τομάτα. Πώς γίνεται ένα μαλακό τυρί να είναι τόσο σκληρό, δεν βγάλαμε συμπέρασμα. Άσε που το πιάτο στο σύνολό του ήταν άνοστο και άρχισε να μας χαλάει τη γεύση.
Ρεβυδοκεφτέδες, οι οποίοι μας προτάθηκαν ως σπεσιαλιτέ του μαγαζιού. Και που να μην μ’ άρεσαν τα ρεβίθια. Στεγνό το σύνολο, σκληροί οι κεφτέδες – ίσως είχαν μείνει παραπάνω στο μαγείρεμα- αλλά το χειρότερο, ήταν άγευστοι.
Συκώτι με σάλτσα τομάτας και κρεμμύδι. Συνδυασμός που δεν χάνει θα πείτε. Ναι καμία αντίρρηση. Έλα που εδώ έχασε. Έντονη μυρωδιά που δεν βοηθούσε να το φάμε και το οποίο έμεινε σχεδόν άθικτο.
Εξυπηρέτηση απρόσωπη, αδιάφορη, ούτε καν επαγγελματική. Κανείς δεν ρώτησε, πως φάγαμε, αν μας άρεσε, τι δεν μας άρεσε, γιατί έμεινε το πιάτο όπως το έφερε. Προγραμματισμένα μας ρώτησε αν θέλουμε να μας κεράσουν το χειροποίητο παστέλι τους που είναι νόστιμο, αλλά είχαμε εκνευριστεί και δεν πήραμε.
Για όλα τα παραπάνω μαζί με ½ ημίγλυκο, πληρώσαμε 55 ευρώ και φύγαμε νηστικοί.
Θα ξαναπάω; Απέξω θα περάσω σίγουρα για να χορτάσω τον χώρο και θα πάω για να χορτάσω το στομάχι αλλού.
Ξεκινάμε με άλλες 2 φαγανές υπάρξεις για να τσιμπήσουμε στο Παλιό Ταχυδρομείο. Περιττό να πω αρχικά ότι όσες φορές είχαμε περάσει απέξω μετά τις 8 το βράδυ δεν είχε τραπέζι ούτε για ανέκδοτο. Έτσι λοιπόν αποφασίζουμε να κλείσουμε. Λέμε, για να έχει τόσο κόσμο συνέχεια, κάτι καλό θα υπάρχει εδώ.
Η αλήθεια είναι ότι το μαγαζί το είχαμε σταμπάρει λόγω του χώρου του. Ο χώρος του μαγαζιού είναι ένας όμορφος κήπος με μικρά τραπεζάκια μέσα στον χώρο και σχετικά χαμηλό φωτισμό. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι τελευταία έχουν και ιδιαίτερη πέραση αυτά τα μαγαζιά που, δεν πα να ‘ναι και μαγαζί που σερβίρει πατσά, αρκεί που έχει κήπο. Γιατί ο κήπος δίνει και prestige που λένε και στο χωριό μου. Αν και δεν είναι κάτι το μοναδικό, είναι γλυκός και ευχάριστος ο συγκεκριμένος χώρος για αυτό το στυλ μαγαζιού. Ένα κακό εντόπισα μόνο • αν κάποιος βρίσκεται στον νιπτήρα του μπάνιου εσύ μπορείς να τον θαυμάζεις ελεύθερα λόγω μιας τεράστιας τζαμαρίας που λογικά έχει αυτό τον σκοπό. Θα μου πεις σιγά το κακό, θα σου πω είναι αστείο να σου φεύγει το κρασί από τον μύτη επειδή η παρέα σου σχολιάζει όποιον βλέπει στον νιπτήρα να βάφεται και να βρακώνεται. Αν δεν το δείτε live βέβαια, δεν καταλαβαίνετε για τι είδους θέα μιλάω. Κατά τα άλλα, ο χώρος είναι μια χαρά, και για αυτό μάλλον προσελκύει και κόσμο κάθε ηλικίας.
Παρακάτω λοιπόν, αμέσως μόλις καθόμαστε, έρχεται μια κοπέλα να μας αφήσει καταλόγους και σερβίτσια -αφού πρώτα μας έχει ρωτήσει αν είμαστε και για φαγητό-. Μας αφήνει ένα κατάλογο στην καθεμία, το οποίο βρίσκω πολύ σημαντικό, διότι αν η παρέα σας είναι σαν την δική μου, τον κατάλογο τον επεξεργάζεται καθένας με το πάσο του ωσάν γραπτό Πανελληνίων και έτσι χρειάζεται κάθε άτομο δικό του κατάλογο. Αφού βρίσκουμε τι θα πάρουμε-το οποίο θα αναλυθεί εν συνεχεία-, παραγγέλνουμε και έρχονται όλα αρκετά σύντομα. Από θέμα εξυπηρέτησης ήταν όλα οκέι, χωρίς καθυστερήσεις και όλα καλά.
Και πάμε στο βασικό, το φαγητό. Η αλήθεια είναι πως πήγαμε για να τσιμπήσουμε και όχι να φάμε τα κέρατά μας, αλλά παρόλα αυτά νομίζω πήραμε μια γερή ιδέα του τι εστί το μαγαζί. Πήραμε μια σαλάτα, 2 κυρίως πιάτα και ένα κρασί. Το κρασάκι -κόκκινο ημίγλυκο για να είμαστε και ακριβείς- τίμιο σε γεύση, και ήρθε πρώτο συνοδευόμενο από μερικές ελίτσες και παξιμάδια. Δεν άργησε και η Πολίτικη σαλάτα, η οποία είχε ένα κάρο διαφορετικά υλικά μέσα που ούτε εγώ δεν θυμάμαι τι ήταν, όμως ομολογουμένως έδεναν όμορφα μεταξύ τους. Λίγο αργότερα, καταφθάνουν και τα κυρίως, τα οποία ήταν μια τηγανιά κοτόπουλο και Παστουρμαλί κεμπάπ. Το πρώτο πρόβλημα τόσο με την σαλάτα όσο και με τα κυρίως είναι ότι ήταν αρκετά μικρές μερίδες. Ειδικά η σαλάτα δεν έφτανε στην κυριολεξία ούτε για το ένα άτομο να “τσιμπήσει”, πόσο μάλλον δια τρία, αλλά άντε για την συγκεκριμένη το δέχομαι επειδή είχε ιδιαίτερη γεύση. Η τηγανιά κοτόπουλο ήταν αρκετά άνοστη και στεγνή, μαζί με λίγες πιπερίτσες στο πιάτο. Τα κεμπάπ, 2 στον αριθμό, είχαν κάπως πιο καλή γεύση λόγω μιας σάλτσας που είχαν από πάνω, όμως το κρέας δεν ένιωθα ότι είναι και τόσο καλό. Η αλήθεια είναι ότι προσωπικά ούτε για “τσίμπημα” δεν μου έφτασαν οι συγκεκριμένες ποσότητες, αλλά ούτε και ήταν τόσο ποιοτικές που να πεις πάει στο καλό. Τουλάχιστον στο τέλος μας φέρανε παστέλι, και το τιμώ πάντοτε δεόντως το “κέρασμα”. Από φαγητό αρκετά μέτρια εμπειρία επομένως, μακάρι να είχα φάει το φαΐ της μάνας μου νωρίτερα σπίτι.
Ας κάνουμε τώρα μια σούμα να δούμε αν αξίζει να πλερώσεις βρε μάγκα για εκεί. Το φαγητό έχει τις τιμές που έχει οποιοδήποτε τέτοιο μαγαζί, παρά τις μικρές του μερίδες, χωρίς να βρίσκει κανείς κάτι εξαιρετικά ιδιαίτερο ή και πολύ ποιοτικό. Αυτό που με έτσουξε παραπάνω από όλα όμως ήταν το κρασί. Ανάθεμα που σε τέτοιο μαγαζί το μισό λίτρο κρασί κάνει 6,50 ευρώ… Πώς θα πάρω δεύτερο (και τρίτο, και τέταρτο) με τόσα χρήματα ωρέ παληκάρια και θα δώσω άλλα τόσα για να φάω; Λυπηθείτε τους νεολαίους με λίγα λεφτά που θέλουν να πιούν θα πω εγώ. Ως σύνολο με τα παραπάνω, συν τον χώρο και την εξυπηρέτηση, θα πω ότι υπάρχουν και καλύτερα μεζεδοπωλεία-ταβερνάκια με ωραίο ντεκόρ και φουλ πιο τίμιο budget και ποσότητες αρκετά κοντά, δεν είναι για παραπάνω από μια φορά.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΌχι
Θα μπορούσε να είναι μια σχέση πάθους όπως η περίπτυξη των πρωταγωνιστών στην κουζίνα στην κλασσική ταινία ‘’The postman always rings twice’’. Και ωραίο ημίγλυκο διαθέτει και σε όμορφο χώρο στεγάζεται. Οι ιδιοκτήτες παρέλαβαν το νεοκλασικό του Χαλανδρίου που στέγαζε κάποτε το Ταχυδρομείο της περιοχής και το μετέτρεψαν με πολύ μεράκι, σε ένα vintage χώρο, μεζεδοπωλείο- τσιπουράδικο- ουζερί- πειραγμένη ελληνική κουζίνα.
Θα μπορούσε. Αλλά στο τέλος χορταίνει μόνο το μάτι από τον εξωτερικό χώρο. Ο εσωτερικός είναι μικρός με στριμωγμένα τα πάντα. Όχι σε κατάσταση κλειστοφοβίας αλλά το έξω είναι τρομερό. Πολύ βουητό βέβαια σα μελισσοφωλιά αλλά παντού σε αυλές αυτό γίνεται. Η vintage αισθητική μ’ αρέσει και την προτιμάω στις εξόδους μου.
Το κρασί του (ημίγλυκο πάντα), καλό δροσιστικό και ευκολόπιοτο, αν τα συνοδευτικά ήταν super θα συνέχιζα να πίνω.
Το τσιμπολόγημα ξεκίνησε με τον Μήτσο (όχι τον γνωστό τον άλλο) να αφήνει σε μένα την επιλογή. Τι το ήθελε; Αστόχησα και πέτυχα μέσο όρο κάτω από τη βάση. (3 στα 5). Και είναι η 2η φορά με το ίδιο αποτέλεσμα όποτε το δις εξαμαρτείν…
Τα καλά:
Πράσινη σαλάτα με σύγκλινο, δροσερή, πλούσια σε υλικά, φρέσκια, με το σύγκλινο να δίνει ένταση στο σύνολο. Καλά αρχίσαμε.
Ωραίο και το σαγανάκι με τα μανιτάρια, πολλά αρώματα, πλούσια γεύση, δεμένα με ωραία σάλτσα.
Τα άσχημα:
Μπαστουνάκια ανθότυρο με μαρμελάδα τομάτα. Πώς γίνεται ένα μαλακό τυρί να είναι τόσο σκληρό, δεν βγάλαμε συμπέρασμα. Άσε που το πιάτο στο σύνολό του ήταν άνοστο και άρχισε να μας χαλάει τη γεύση.
Ρεβυδοκεφτέδες, οι οποίοι μας προτάθηκαν ως σπεσιαλιτέ του μαγαζιού. Και που να μην μ’ άρεσαν τα ρεβίθια. Στεγνό το σύνολο, σκληροί οι κεφτέδες – ίσως είχαν μείνει παραπάνω στο μαγείρεμα- αλλά το χειρότερο, ήταν άγευστοι.
Συκώτι με σάλτσα τομάτας και κρεμμύδι. Συνδυασμός που δεν χάνει θα πείτε. Ναι καμία αντίρρηση. Έλα που εδώ έχασε. Έντονη μυρωδιά που δεν βοηθούσε να το φάμε και το οποίο έμεινε σχεδόν άθικτο.
Εξυπηρέτηση απρόσωπη, αδιάφορη, ούτε καν επαγγελματική. Κανείς δεν ρώτησε, πως φάγαμε, αν μας άρεσε, τι δεν μας άρεσε, γιατί έμεινε το πιάτο όπως το έφερε. Προγραμματισμένα μας ρώτησε αν θέλουμε να μας κεράσουν το χειροποίητο παστέλι τους που είναι νόστιμο, αλλά είχαμε εκνευριστεί και δεν πήραμε.
Για όλα τα παραπάνω μαζί με ½ ημίγλυκο, πληρώσαμε 55 ευρώ και φύγαμε νηστικοί.
Θα ξαναπάω; Απέξω θα περάσω σίγουρα για να χορτάσω τον χώρο και θα πάω για να χορτάσω το στομάχι αλλού.
Ξεκινάμε με άλλες 2 φαγανές υπάρξεις για να τσιμπήσουμε στο Παλιό Ταχυδρομείο. Περιττό να πω αρχικά ότι όσες φορές είχαμε περάσει απέξω μετά τις 8 το βράδυ δεν είχε τραπέζι ούτε για ανέκδοτο. Έτσι λοιπόν αποφασίζουμε να κλείσουμε. Λέμε, για να έχει τόσο κόσμο συνέχεια, κάτι καλό θα υπάρχει εδώ.
Η αλήθεια είναι ότι το μαγαζί το είχαμε σταμπάρει λόγω του χώρου του. Ο χώρος του μαγαζιού είναι ένας όμορφος κήπος με μικρά τραπεζάκια μέσα στον χώρο και σχετικά χαμηλό φωτισμό. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι τελευταία έχουν και ιδιαίτερη πέραση αυτά τα μαγαζιά που, δεν πα να ‘ναι και μαγαζί που σερβίρει πατσά, αρκεί που έχει κήπο. Γιατί ο κήπος δίνει και prestige που λένε και στο χωριό μου. Αν και δεν είναι κάτι το μοναδικό, είναι γλυκός και ευχάριστος ο συγκεκριμένος χώρος για αυτό το στυλ μαγαζιού. Ένα κακό εντόπισα μόνο • αν κάποιος βρίσκεται στον νιπτήρα του μπάνιου εσύ μπορείς να τον θαυμάζεις ελεύθερα λόγω μιας τεράστιας τζαμαρίας που λογικά έχει αυτό τον σκοπό. Θα μου πεις σιγά το κακό, θα σου πω είναι αστείο να σου φεύγει το κρασί από τον μύτη επειδή η παρέα σου σχολιάζει όποιον βλέπει στον νιπτήρα να βάφεται και να βρακώνεται. Αν δεν το δείτε live βέβαια, δεν καταλαβαίνετε για τι είδους θέα μιλάω. Κατά τα άλλα, ο χώρος είναι μια χαρά, και για αυτό μάλλον προσελκύει και κόσμο κάθε ηλικίας.
Παρακάτω λοιπόν, αμέσως μόλις καθόμαστε, έρχεται μια κοπέλα να μας αφήσει καταλόγους και σερβίτσια -αφού πρώτα μας έχει ρωτήσει αν είμαστε και για φαγητό-. Μας αφήνει ένα κατάλογο στην καθεμία, το οποίο βρίσκω πολύ σημαντικό, διότι αν η παρέα σας είναι σαν την δική μου, τον κατάλογο τον επεξεργάζεται καθένας με το πάσο του ωσάν γραπτό Πανελληνίων και έτσι χρειάζεται κάθε άτομο δικό του κατάλογο. Αφού βρίσκουμε τι θα πάρουμε-το οποίο θα αναλυθεί εν συνεχεία-, παραγγέλνουμε και έρχονται όλα αρκετά σύντομα. Από θέμα εξυπηρέτησης ήταν όλα οκέι, χωρίς καθυστερήσεις και όλα καλά.
Και πάμε στο βασικό, το φαγητό. Η αλήθεια είναι πως πήγαμε για να τσιμπήσουμε και όχι να φάμε τα κέρατά μας, αλλά παρόλα αυτά νομίζω πήραμε μια γερή ιδέα του τι εστί το μαγαζί. Πήραμε μια σαλάτα, 2 κυρίως πιάτα και ένα κρασί. Το κρασάκι -κόκκινο ημίγλυκο για να είμαστε και ακριβείς- τίμιο σε γεύση, και ήρθε πρώτο συνοδευόμενο από μερικές ελίτσες και παξιμάδια. Δεν άργησε και η Πολίτικη σαλάτα, η οποία είχε ένα κάρο διαφορετικά υλικά μέσα που ούτε εγώ δεν θυμάμαι τι ήταν, όμως ομολογουμένως έδεναν όμορφα μεταξύ τους. Λίγο αργότερα, καταφθάνουν και τα κυρίως, τα οποία ήταν μια τηγανιά κοτόπουλο και Παστουρμαλί κεμπάπ. Το πρώτο πρόβλημα τόσο με την σαλάτα όσο και με τα κυρίως είναι ότι ήταν αρκετά μικρές μερίδες. Ειδικά η σαλάτα δεν έφτανε στην κυριολεξία ούτε για το ένα άτομο να “τσιμπήσει”, πόσο μάλλον δια τρία, αλλά άντε για την συγκεκριμένη το δέχομαι επειδή είχε ιδιαίτερη γεύση. Η τηγανιά κοτόπουλο ήταν αρκετά άνοστη και στεγνή, μαζί με λίγες πιπερίτσες στο πιάτο. Τα κεμπάπ, 2 στον αριθμό, είχαν κάπως πιο καλή γεύση λόγω μιας σάλτσας που είχαν από πάνω, όμως το κρέας δεν ένιωθα ότι είναι και τόσο καλό. Η αλήθεια είναι ότι προσωπικά ούτε για “τσίμπημα” δεν μου έφτασαν οι συγκεκριμένες ποσότητες, αλλά ούτε και ήταν τόσο ποιοτικές που να πεις πάει στο καλό. Τουλάχιστον στο τέλος μας φέρανε παστέλι, και το τιμώ πάντοτε δεόντως το “κέρασμα”. Από φαγητό αρκετά μέτρια εμπειρία επομένως, μακάρι να είχα φάει το φαΐ της μάνας μου νωρίτερα σπίτι.
Ας κάνουμε τώρα μια σούμα να δούμε αν αξίζει να πλερώσεις βρε μάγκα για εκεί. Το φαγητό έχει τις τιμές που έχει οποιοδήποτε τέτοιο μαγαζί, παρά τις μικρές του μερίδες, χωρίς να βρίσκει κανείς κάτι εξαιρετικά ιδιαίτερο ή και πολύ ποιοτικό. Αυτό που με έτσουξε παραπάνω από όλα όμως ήταν το κρασί. Ανάθεμα που σε τέτοιο μαγαζί το μισό λίτρο κρασί κάνει 6,50 ευρώ… Πώς θα πάρω δεύτερο (και τρίτο, και τέταρτο) με τόσα χρήματα ωρέ παληκάρια και θα δώσω άλλα τόσα για να φάω; Λυπηθείτε τους νεολαίους με λίγα λεφτά που θέλουν να πιούν θα πω εγώ. Ως σύνολο με τα παραπάνω, συν τον χώρο και την εξυπηρέτηση, θα πω ότι υπάρχουν και καλύτερα μεζεδοπωλεία-ταβερνάκια με ωραίο ντεκόρ και φουλ πιο τίμιο budget και ποσότητες αρκετά κοντά, δεν είναι για παραπάνω από μια φορά.